Από έρευνες στην Ελλάδα, όπως αναφέρει ο καθηγητής Κοινωνικής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Γιάννης Τούντας, έχει διαπιστωθεί ότι οι εννέα στους δέκα καπνιστές γνωρίζουν ότι το κάπνισμα κάνει κακό. Οι περισσότεροι καπνιστές συνεχίζουν να καπνίζουν επειδή είναι εξαρτημένοι από τη νικοτίνη, αν και γνωρίζουν τις συνέπειες στην υγεία τους.

Η επιστημονική έρευνα έχει δείξει ότι η νικοτίνη συγκεντρώνει πολλά από τα φαρμακολογικά χαρακτηριστικά των κλασικών εξαρτησιογόνων ουσιών. Στην κλίμακα εξάρτησης 0-3, η νικοτίνη έχει μέση τιμή 2,21 (ενώ το αλκοόλ 1,93), ακολουθώντας την ηρωίνη (με 3) και την κοκαΐνη (με 2,39).

Η νικοτίνη εισέρχεται με τον καπνό στο αναπνευστικό σύστημα και μέσα σε δέκα δευτερόλεπτα έχει φθάσει στον εγκέφαλο, διαγείροντας μια σειρά νικοτινικών υποδοχέων. Οσο, όμως, γρήγορα προσλαμβάνεται τόσο γρήγορα αποβάλλεται (το 80-90% της νικοτίνης αποβάλλεται με τα ούρα σε 90 περίπου λεπτά).

Η άμεση επίδραση της νικοτίνης στο σώμα διαρκεί έως και τριάντα λεπτά μετά την άφιξή της στον εγκέφαλο, όπως και η δράση των ορμονών που εκκρίθηκαν. Αυτό εξηγεί γιατί οι περισσότεροι καπνιστές καπνίζουν κατά μέσο όρο 20 τσιγάρα την ημέρα.

Εκτός από τη σωματική εξάρτηση, όμως, υπάρχει και η ψυχολογική εξάρτηση, που είναι και το πιο μεγάλο εμπόδιο για τη διακοπή του καπνίσματος (η αυτοματοποίηση του καπνίσματος σε συγκεκριμένες καταστάσεις, οι πεποιθήσεις για τις ευχάριστες επιδράσεις που αναμένεται να αντλήσει ο καπνιστής κ.λπ.).