Το λιγότερο καλό μιας συζήτησης με τον καλλιτεχνικό διευθυντή ενός φεστιβάλ, παράλληλης με τη διοργάνωσή του, είναι προφανώς ο χρόνος. Οχι τόσο με την έννοια που έχει όταν ο Λούκος πού και πού τον σταματά και διευθετεί αναγκαστικά υποθέσεις, ή απαντά σε κλήσεις, όσο με εκείνο το επίπεδό του στο οποίο δεν ανήκει μια σύντομη κουβέντα αλλά ο προγραμματισμός που λέγαμε πριν ή μια σχετική διαβούλευση. Ανεξαρτήτως προτιμήσεων, αυτά είναι σημαντικά –τουλάχιστον σε μια χώρα που χρειάζεται πολιτισμό όχι ακριβώς πρωτίστως, αλλά σίγουρα μαζί με όλα τα άλλα.

Εστω κι έτσι, μπορείς να ρωτήσεις τον καλλιτεχνικό διευθυντή για τη γενική κατεύθυνση που οφείλουν να έχουν τα σύγχρονα φεστιβάλ και να αποκριθεί ότι το μόνο για το οποίο μπορεί να είναι σίγουρος «είναι τα αντικειμενικά κριτήρια: να μη βάλουμε κάτι επειδή μας συμφέρει προσωπικά, επειδή είναι ο Κώστας που είναι ανιψιός του Γιάννη, αλλά γιατί το θεωρούμε καλό, γιατί θέλουμε να το δει το κοινό –και ας κριθούμε για αυτό».

Μπορείς να τον ρωτήσεις αν πέτυχε το όραμά του, αν έχει γίνει κατανοητό και να απαντήσει ότι «κάποια πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν ακόμα καλύτερα, αλλά θα τα καταφέρω» ή ότι «το κοινό ήταν παλιά 40.000-45.000, τώρα κάπου 180.000, επομένως μάλλον κατανοήθηκε». Και τι παρατηρεί τότε στον ελεύθερο χρόνο του, κυκλοφορώντας σε μια πόλη που όλο βγαίνει από την κρίση κι όλο μέσα είναι; «Η αλήθεια είναι ότι δεν παρατηρώ πολλά, γιατί τρέχω όλη μέρα» παραδέχεται. «Δεν βλέπω πάντως σκυθρωπά πρόσωπα παντού. Από ορισμένες σκηνές που με σοκάρουν, προσπαθώ να μην επηρεάζομαι. Και νομίζω ότι υπάρχει και κάτι θετικό στους νέους, μια περιέργεια, ένας ενθουσιασμός».

Αν ισχύει, τότε θα είναι κάπως ορατά και εκτός συνόρων. «Δεν είναι πίσω η Ελλάδα και το κοινό της στα πολιτιστικά και όσοι την επισκέπτονται, λένε πολλά μπράβο» επισημαίνει ο ταξιδιάρης Λούκος. «Μπορεί να μην έχουμε την τεράστια παράδοση της Γερμανίας στην κλασική μουσική, στο θέατρο όμως υπάρχουν πολλές ομάδες, προικισμένοι ηθοποιοί, που στο εξωτερικό τους γνωρίζουν. Ο Οστερμάιερ, όταν έρχεται, πηγαίνει στην Πειραιώς και βλέπει παραστάσεις νέων».