Εγραψα μουσικές πάνω τους (24 τραγούδια) σε τρεις ημέρες. Μοιάζουν λες και είναι γραμμένοι για το σήμερα. Μας έστειλε όμως εξώδικο η οικογένεια του Ακη, να μην προχωρήσουμε σε ηχογράφηση. Σταματήσαμε». Τι λέει για το Μέγαρο; «Μια γιορτή είναι για μένα, έτσι το αισθάνομαι. Εχουμε επιμεληθεί και ένα πρόγραμμα – βιβλίο 84 σελίδων για την πορεία μου με κείμενα και φωτογραφίες. Θεωρώ σταθμό τις περσινές μου συναυλίες στο Μέγαρο επίσης, με τη βοήθεια του Bήμα FM». Από τα 50 χρόνια της διαδρομής του, ο συνθέτης επιλέγει και μας αφηγείται επτά σταθμούς:
1. «Γεννήθηκα στο Καψοχώρι του Νομού Ημαθίας σε σπίτι με πλίνθους. Από την πρώτη στιγμή έμαθα να αγαπάω οτιδήποτε μουσικό. Ακουγα πολύ ράδιο. Θυμάμαι τα “Κύματα του Δουνάβεως” και το “Σκαλί, καλέ μου, σκαλί” που άρχισα να γρατζουνάω στο μπουζούκι, όντας αυτοδίδακτος. Και τότε ακόμη το όργανο ήταν κακόφημο. Αμέσως πήγα σε μουσική σχολή στον Γιδά της Ημαθίας και άρχισα να παίζω στα πρώτα πάλκα των χωριών της περιοχής. Στην Κοζάνη θυμάμαι την πρώτη μου εμφάνιση, στο κέντρο Ερμιόνιο. Ερχονταν διάφοροι εκεί, γνωστοί τότε, και βρέθηκα να συνοδεύω τη Μάγια Μελάγια. Ηταν ήδη 1962, με ζητούσαν από διάφορες πόλεις και το 1963 αποφάσισα να κατέβω Αθήνα με το λεωφορείο της γραμμής. Πρώτη μου δουλειά στην πρωτεύουσα ήταν στην ταβέρνα Μανωλιάς, στην Ακαδημία Πλάτωνος, δίπλα στον ρεμπέτη Γιάννη Κυριαζή.
2. Μετά τα πρώτα μου παιξίματα σε μικρές εταιρείες, ο μπασίστας και κιθαρίστας Πάνος Ιατρού, που έπαιζε τότε στην Τριάνα του Χειλά με τον Καζαντζίδη, μου είπε πως ο τραγουδιστής έψαχνε μπουζούκια. Πήγα εκεί. Οταν άνοιξε η πόρτα έπαθα πλάκα. Ο Καζαντζίδης έλεγε το “Αναστενάζω, βγαίνει φωτιά”, κόσμος χαμός και θυμάμαι τον ήχο του ηλεκτρικού ακορντεόν του Γιώργου Καραθανάση. Καζαντζίδης, Μαρινέλλα, Γιάννης Παπαϊωάννου και άλλοι στο πάλκο. Στο καμαρίνι έπαιξα στον Στέλιο μερικά κομμάτια. “Πάρ’ τον και θα με θυμηθείς” του είπε ο Παπαϊωάννου. Σε μια εβδομάδα είχα πιάσει δουλειά ως ντουέτο μπουζούκια με τον Σπύρο Ευσταθίου με μεροκάματο 70 δραχμές.
3. Οταν πρωτοδούλεψα με Καζαντζίδη – Μαρινέλλα άρχισα να γράφω μελωδίες. Τις έπαιξα στη Μαρινέλλα, το είπε τον Στέλιο, του άρεσαν και εκείνου και τις έδωσε ο ίδιος στον Κώστα Βίρβο για να βάλει στίχους. Το 1968 έχουμε λοιπόν τα “Νυχτερίδες και αράχνες” και στην άλλη πλευρά τον “Επισκέπτη”. Λίγο μετά έρχεται το “Νύχτα στάσου” (σε λόγια Πυθαγόρα) που ερμήνευσε η Λίτσα Διαμάντη. Δούλευα τότε με τον Γιώργο Κατσαρό και πείσμωσα όταν μου είπε πως εμείς οι λαϊκοί δεν μπορούσαμε να γράψουμε κάτι σε μπαλάντα.
5. Γρήγορα έγινα και μόνιμος εκτελεστής στην Minos ως ντουέτο με διάφορους, όπως τον Κώστα Μαυρομιχάλη, τον Θύμιο Στουραΐτη και άλλους. Εκτός από τον δίσκο «Ο Σταθμός» παίζω σε όλα του Μάνου Λοΐζου. Ο Μάνος έβρισκε ήχους, έβαζε κιθαρίστες να παίζουν με πένα από κομμένες χορδές, έβαζε τζουράδες, ήταν πολύ ψαγμένος.
6. Το 1975 έχουμε το “Υπάρχω”, τον πρώτο ολοκληρωμένο μου δίσκο στις 33 στροφές. Είχα στείλει αρχικά τις μελωδίες στην Polygram και στον Σπύρο Ράλλη για τον Δημήτρη Μητροπάνο. Δεν μου απάντησαν ποτέ. Ενδιάμεσα τα έδωσα στον Στέλιο. “Ρε συ Χρήστο, ροκ θα τραγουδήσω; Θα μας κυνηγήσουν”. “Λαϊκή μπαλάντα είναι, ρε Στέλιο” του είπα και μου πρότεινε να τα δώσω στον Πυθαγόρα να βάλει στίχους. Το βράδυ της παρουσίασης των τραγουδιών στην τότε κρατική τηλεόραση –σκηνοθεσία Φώτη Μεσθεναίου –στον δρόμο δεν υπήρχε ούτε ταξί.
INFO
«50 χρόνια Χρήστος Νικολόπουλος»στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 9 και10 Φεβρουαρίου στις 20.30. Τραγουδούν: Γιώργος Νταλάρας, Χάρις Αλεξίου, Ελένη Βιτάλη, Γιάννης Κότσιρας, Γιώτα Νέγκα. Καλλιτεχνική επιμέλεια – μπουζούκι: Χρήστος Νικολόπουλος. Μαζί του δεκαπενταμελής ορχήστρα με επικεφαλής πέντε σολίστ του μπουζουκιού. Σκηνοθεσία: Φωκάς Ευαγγελινός. Συμμετέχουν η Μπάντατου Πολεμικού Ναυτικού – διευθύνει
ο αρχιμουσικός Γιώργος Τσιλιμπάρης –και δεκαπέντε νέοι μαθητές μπουζουκιού του Μουσικού Γυμνασίου – Λυκείου του Ιλίου. Παραγωγή: Prospero. Με την υποστήριξη του Βήμα FM. Kρατήσεις στο 210-7282.333.