Το ανέκδοτο κυκλοφόρησε ευρέως στους κύκλους των ελλήνων διανομέων, παραγωγών και κινηματογραφιστών που βρίσκονται αυτές τις ημέρες στο μεγάλο κινηματογραφικό «παζάρι» στο Φεστιβάλ Βερολίνου: «Γιατί τα κάμπινγκ απαγόρευσαν την είσοδο στον Χριστόφορο Παπακαλιάτη;». «Επειδή τους κλέβει σκηνές».
Δεν ξέρουμε αν γέλασε ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης (βρίσκεται στο Βερολίνο ως παραγωγός για να βρει διανομείς για τη νέα του ταινία «Ενας άλλος κόσμος» ή στην αγγλόφωνη εκδοχή «Worlds apart») με το ανέκδοτο που ήδη έχει γίνει θέμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στην ημεδαπή. Η αλήθεια όμως είναι ότι κανένας άλλος ηθοποιός – σκηνοθέτης – σεναριογράφος δεν έχει χρησιμοποιηθεί τόσο επίμονα σαν σάκος του μποξ και στόχος για αιχμηρά βελάκια για την υποτιθέμενη «λογοκλοπή» του.
«Εχετε προσέξει ότι αντιγράφει τη σειρά “Friends” συστηματικά;». «Μπααα, ιδέα σου είναι. Δεν είδες που έφερε και πίθηκο ίδιο σαν του Ρος;». «Ούτε να αλλάξει το ζώο, κάτι. Τπτ». «Στο “Κλείσε τα μάτια” είχε δώσει ρεσιτάλ. Μιλάμε για κομμάτια, διαλόγους αυτούσιους που έβαζε μέσα!..». «Θυμάμαι ότι στο 1ο επ. του “Δυο μέρες μόνο” είχε αντιγράψει πασιφανώς 3 τουλάχιστον ταινίες. Η σκηνή της πτώσης του αυτοκινήτου ήταν από το “Vanilla Sky”. Η σκηνή που η νόμιμη γκόμενά του περπατά στο πλήθος από το “Closer”. Η σκηνή που η παράνομη χορεύει μπαλέτο από το “Μίλα της”». Διάλογοι από κινηματογραφικά φόρουμ που κάθε τόσο περιλαμβάνουν τον σεναριογράφο Παπακαλιάτη και χαίρονται να τον «ξεμπροστιάζουν», κατά την άποψή τους.
Καθότι η (άλλη) αλήθεια είναι ότι ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης πουλάει. Οχι μόνο κινηματογραφικά εισιτήρια (πάνω από 400.000 είδαν την ταινία του «Αν»). Δεν κάνει μόνο υψηλές τηλεθεάσεις με τα σίριάλ του. Πουλάει και τεύχη φρι πρες που λατρεύουν να βάζουν το όνομά του σε τίτλους, σαν κράχτη. Οπως και τα μπλογκ. «Γιατί μισώ τον Παπακαλιάτη». «Γιατί λατρεύω τον Παπακαλιάτη». «Η αφίσα του Παπακαλιάτη αντέγραψε την αφίσα του “Rabbit Hole”». «Κοπιάρει το “Sliding Doors”».
Ψάχνοντας την αλήθεια. Δεν είναι σίγουρο ότι οι ιστορικοί του μέλλοντος θα αποκαλύψουν τον πυρήνα Παπακαλιάτη κάτω από τόσες στοίβες μύθου με τις οποίες τον έχουν καλύψει τόσα χρόνια θαυμαστές (μάλλον θαυμάστριες) και ορκισμένοι εχθροί. Ισως καταφέρουν να φτάσουν στην κουζίνα της γιαγιάς του Μίκας, όταν στα δεκαπεντέμισί του (η ακρίβεια ανήκει σε αφήγηση του ίδιου) το μάτι του έπεσε στην εφημερίδα, σε μια ακρόαση για ηθοποιούς από το στούντιο ΑΤΑ. «Αν δεν είχα ανοίξει εκείνη την εφημερίδα, δεν θα είχα πάει ποτέ σε εκείνο το κάστινγκ. Ολα στη ζωή μου θα εξελίσσονταν διαφορετικά» θυμάται εκείνος.
Ισως οι ίδιοι ιστορικοί του μέλλοντος θα πρέπει να ξεπεράσουν στην έρευνά τους ότι και μόνο το γκουγκλάρισμα του επιθέτου του αποκαλύπτει αυτόματα, αντί της καλλιτεχνικής του δραστηριότητας, τις –υποτίθεται δημοφιλέστερες –αναζητήσεις: «είναι γκέι», «έχει AIDS», «στη φυλακή», «αντιγράφει». Σαν κάποιοι να του τα σέρνουν ακόμη και στη διαδικτυακή αναζήτηση!
Στην ίδια έρευνα θα ανακαλύψουν ότι γεννήθηκε προπαραμονή Χριστουγέννων στο Ηράκλειο, έναν χρόνο μετά τον Αλέξη Τσίπρα, από πατέρα Κρητικό και μητέρα από τη Νότια Αφρική, με την αγγελία στα χέρια ζήτησε από τους δικούς του να τον αφήσουν να πάει στην ακρόαση και στην άρνησή τους αποφάσισε να πάει σκαστός, για να καταλήξει να παίζει στη σειρά «Οι φρουροί της Αχαΐας» δίπλα στη Μιμή Ντενίση, προτού ενσαρκώσει το «καλό παιδί», φίλο του Τζίμη, ενός από τους «Δέκα μικρούς Μήτσους» του Λάκη Λαζόπουλου. Η συνέχεια έχει γραφτεί στο Τμήμα Σεναριογράφων της Δραματικής Σχολής της Βοστώνης, οι σπουδές στην οποία δοκιμάστηκαν στην ελληνική μικρή οθόνη με το «Η ζωή μας μια βόλτα» το 1999 κι έπειτα με τις επιτυχίες –πάνω σε αμερικανικής λογικής σεναριακά ερωτικά κλισέ –«Να με προσέχεις», «Τρεις ευχές» και «Κλείσε τα μάτια». Οταν πια, όπως χαρακτηριστικά έχει γραφτεί, αντιμετωπίζεται ως «το στερεότυπο του smart, καλομαθημένου παιδιού, παρωδία του νεανικού προτύπου των πάρτι του ’90, της επιτηδευμένης χαζοχαρουμενιάς του ιδιωτικού σχολείου και των βορείων προαστίων», ως «ένας χαρακτήρας παράγωγο της εποχής του που μπορούσε κανείς να τον ταυτίσει με το κοινωνικό γίγνεσθαι».
Ιστορία. Την ώρα που τα σύμφωνα συμβίωσης μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών είναι στο πλάνο του 2015, δεν θα είναι λίγοι εκείνοι που θα επιστρέψουν στο 2003 και στην ποινή 100.000 ευρώ που επιβλήθηκε στην τηλεοπτική παραγωγή του Παπακαλιάτη για το φιλί μεταξύ ανδρών στο «Κλείσε τα μάτια», που σκανδάλισε μια κατ’ επίφαση πουριτανική μερίδα της κοινωνίας, αποτέλεσε ορόσημο στην ελληνική τηλεόραση και τελικά δικαιώθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας το 2006.
Τα υπόλοιπα είναι απλώς ιστορία. Ενός παιδιού χωρισμένων γονέων (με τέσσερα αδέλφια) με πολλές καλλιτεχνικές ανησυχίες. Δύο ταινίες –το «Αν» και το «Ενας άλλος κόσμος», που θα προβάλλεται από το φθινόπωρο αλλά ήδη έχει ξεκινήσει τον ντόρο της -, συμμετοχές σε ταινίες όπως το «Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι» του Γιάννη Σμαραγδή ως Ποτέμκιν, η σειρά «4» το 2010 στην οποία υπέγραφε και τη μουσική επιμέλεια. Και πολλά ζευγάρια μαύρα γυαλιά για δημόσιες εμφανίσεις ως σταρ, δεκάδες θαυμάστριες να τον λατρεύουν κόντρα στον Σάκη Ρουβά και τις ρουβίτσες του, φωτογενείς έρωτες με συναδέλφους του ηθοποιούς που «εκτέθηκαν» σε κουτσομπολίστικα έντυπα (τελευταίος εκείνος με τη Μαρίνα Καλογήρου, η οποία θα παίξει τον Απρίλιο δίπλα στον Γιώργο Κιμούλη στον σαιξπηρικό «Βασιλιά Ληρ» κατά τον Τομάζ Παντούρ), παροδική αποχή –με επιμονή θαυμαστή –από τη δημοσιότητα, συνεχής επάνοδος για να διαφημιστεί κάθε νέο σχέδιό του, μεγαλόστομη κριτική των κριτικών, φιλοδοξίες για μια υποψηφιότητα στις Χρυσές Σφαίρες με το «Αν», θεατρικές επιτυχίες όπως τα μονόπρακτα του Κοκτώ, σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή, με την Πέμη Ζούνη και πιο πρόσφατα το «Amadeus» του Σέφερ με τον Δημήτρη Λιγνάδη.
Κι όλα αυτά με εκπεφρασμένες βλέψεις για το εκτός Ελλάδας, παράπονα για το εντός («το πιο όμορφο κατάφεραν να το κάνουν αφόρητο») και μια γενναία παραδοχή: «Μικρός έλεγα ασταμάτητα ψέματα. Μετά τα έκανα καριέρα».