Παιδιά – φαντάσματα εξακολουθούν να είναι οι μετανάστες δεύτερης γενιάς στη χώρα, που υπολογίζονται περίπου στις 200.000. Γεννημένοι ή μεγαλωμένοι εδώ από γονείς αλλοδαπούς τρίτων χωρών, δεν απολαμβάνουν βασικά δικαιώματα. Τέλος στο φαινόμενο αυτό διακηρύττει πως θα βάλει η νέα κυβέρνηση χορηγώντας τους ιθαγένεια.

Επιχείρηση κοινωνικής διαβούλευσης με τις μεταναστευτικές οργανώσεις έχει ξεκινήσει η αρμόδια αναπληρώτρια υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Τασία Χριστοδουλοπούλου, με τις οποίες συναντήθηκε την περασμένη Πέμπτη. Βασικό αγκάθι είναι να ξεπεραστεί ο σκόπελος του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), με απόφαση του οποίου κρίθηκε προ ετών αντισυνταγματικός ο νόμος που προέβλεπε για πρώτη φορά απόδοση ιθαγένειας, υπό κάποιους όρους, σε μετανάστες δεύτερης γενιάς.

«Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δεσμευτεί να αποδώσει την ελληνική ιθαγένεια σε όλα τα παιδιά που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα, τη λεγόμενη δεύτερη γενιά μεταναστών» ξεκαθάρισε πάντως από την πρώτη στιγμή ανάληψης των καθηκόντων της η κυρία Χριστοδουλοπούλου. Δύο χρόνια μετά την απόφαση του ΣτΕ, η οποία πάγωσε τις όποιες ελπίδες της κατηγορίας αυτής μεταναστών, ετοιμάζεται τώρα μια νέα νομοθετική ρύθμιση.

Σύμφωνα με τα στοιχεία, στη διάρκεια εφαρμογής του νόμου που προέβλεπε χορήγηση ιθαγένειας για παιδιά μεταναστών που γεννήθηκαν στη χώρα και οι γονείς τους διέμεναν νόμιμα επί πέντε έτη ή μεγάλωσαν εδώ και είχαν παρακολουθήσει τουλάχιστον έξι τάξεις ελληνικού σχολείου, είχαν υποβληθεί περίπου 17.000 αιτήματα και πρόλαβαν να ικανοποιηθούν μέχρι την απόφαση του ΣτΕ 6.000 από αυτά.

Τα προβλήματα. Η προώθηση μιας λύσης για τους μετανάστες δεύτερης γενιάς έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς σήμερα παιδιά που μπορεί να μην έχουν γνωρίσει άλλη πατρίδα από την Ελλάδα αντιμετωπίζουν σειρά προβλημάτων. Για παράδειγμα, δεν έχουν πιστοποιητικό γέννησης και το μόνο επίσημο έγγραφο που αποδεικνύει την ταυτότητά τους είναι το διαβατήριο. Παράλληλα, με την ενηλικίωσή τους χρειάζονται άδεια παραμονής για να ζουν νόμιμα στη χώρα όπου γεννήθηκαν και μεγάλωσαν, κάτι που συνεπάγεται σειρά γραφειοκρατικών εμποδίων.

Δεν έχουν επίσης πλήρη πρόσβαση στην αγορά εργασίας, καθώς για την άσκηση ορισμένων επαγγελμάτων η ελληνική ιθαγένεια θεωρείται προϋπόθεση (π.χ. να συμμετάσχουν σε προκηρύξεις του ΑΣΕΠ, να πάρουν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος δικηγόρου, να μπουν σε στρατιωτικές σχολές κ.ά.). Δεν μπορούν επιπλέον να ταξιδέψουν ελεύθερα σε άλλες χώρες της ΕΕ ή να σπουδάσουν. Και φυσικά δεν έχουν πολιτικά δικαιώματα, ούτε καν για τις τοπικές εκλογές.

Για τον λόγο αυτόν, το αίσθημα ελπίδας καταγράφηκε στις πρώτες αντιδράσεις διάφορων μεταναστευτικών οργανώσεων απέναντι στις ανακοινώσεις της νέας ηγεσίας του υπουργείου. Την πρόθεση αλλαγών στη μεταναστευτική πολιτική χαιρέτισε προ ημερών και ο ΟΗΕ με αφορμή κάποιες δηλώσεις της Τασίας Χριστοδουλοπούλου. «Αυτές είναι πολύ καλοδεχούμενες ενδείξεις, όπως καλοδεχούμενη είναι και η πρόθεση της νέας κυβέρνησης να δώσει την ελληνική ιθαγένεια στα παιδιά που έχουν γεννηθεί ή μεγαλώσει στην Ελλάδα» ανέφερε χαρακτηριστικά ο Γιαν Γιαράμπ, περιφερειακός εκπρόσωπος για την Ευρώπη του Γραφείου του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.