Περισσότερες από 23 υποθαλάσσιες ηφαιστειακές εκρήξεις συνέβησαν τα τελευταία 70.000 χρόνια στο κεντρικό Αιγαίο, εκεί όπου βρίσκεται ένα από τα πιο αινιγματικά ηφαίστεια στον κόσμο, το Κολούμπο.
Ελληνες και ξένοι επιστήμονες που «ακτινογράφησαν» τον χαρακτήρα του ηφαιστείου μελετώντας τα σεισμικά προφίλ του, διαπίστωσαν ότι μέσα σε μερικές δεκάδες χιλιάδες χρόνια, το ηφαίστειο αυτό απέκτησε εντυπωσιακές διαστάσεις μέσα από πολυάριθμες εκρήξεις (και όχι χάρη σε μία μόνο έκρηξη όπως πιστευόταν μέχρι σήμερα) ενώ την ίδια ώρα, από αυτά τα δραματικά γεωλογικά φαινόμενα, δημιουργήθηκαν στην ευρύτερη περιοχή άλλοι 18 υποθαλάσσιοι ηφαιστειακοί κώνοι με ύψος μέχρι και 200 μέτρα.
Όλα αυτά συνέβησαν επτά χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Σαντορίνης σε μία περιοχή ιδιαίτερα «δραστήρια».
Η ισχυρότερη και η πλέον γνωστή από αυτές τις εκρήξεις έγινε το 1650 μ.Χ. προκαλώντας το θάνατο 70 ανθρώπων από έκλυση τοξικών αερίων και το ίδιο το ηφαίστειο, αναδύθηκε μέσα σε εκκωφαντικό θόρυβο πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας για να καταρρεύσει ξανά ύστερα από λίγες μέρες στον πυθμένα, προκαλώντας ένα εντυπωσιακό τσουνάμι κυρίως στις ανατολικές πλευρές της Σαντορίνης.
Η δύναμη και η πυκνότητα των εκρήξεων, που προκλήθηκαν σε μία περιοχή του Αιγαίου όπου η αφρικανική τεκτονική πλάκα βυθίζεται κάτω από την ευρωπαϊκή, δημιούργησαν δραματικές αλλαγές στη γεωμορφολογία του πυθμένα με αποτέλεσμα τη γένεση όχι μόνο 18 ανεξάρτητων ηφαιστειακών κώνων στην περιοχή αλλά και το σταδιακό «χτίσιμο» του ίδιου του Κολούμπου που έφθασε σήμερα να έχει διάμετρο περί τα 1700 μέτρα, ευρισκόμενο σε βάθος 500 μέτρων κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Το Κολούμπο μοιάζει ουσιαστικά με μία τεράστια καλδέρα (χοάνη) στο βυθό της θάλασσας. Η ίδια η καλδέρα δεν είναι επίπεδη αλλά χαρακτηρίζεται από διάφορους σχηματισμούς μέσα της με το ρηχότερο σημείο της να φτάνει στα 18μ κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και το βαθύτερο τα 500 μέτρα.
«Η πρώτη και μέχρι τώρα καταγεγραμμένη ηφαιστειακή έκρηξη έγινε στις 27 Σεπτεμβρίου του 1650 μ.Χ. και ακολούθησε ένας χρόνος μεγάλης σεισμικής δραστηριότητας», λέει στα ΝΕΑ η Παρασκευή Νομικού, λέκτορας του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου της Αθήνας που μαζί με την ομάδα του καθηγητή Κρίστιαν Χάμπσχερ από το Πανεπιστήμιο του Αμβούργου, πραγματοποίησαν την έρευνα και δημοσίευσαν την εργασία τους για την πρώτη τρισδιάστατη (3D) εξέλιξη υποθαλάσσιου ηφαιστείου με βάση την ερμηνεία σεισμικών προφίλ, στην επιθεώρηση Journal of Volcanology and Geothermal Research.
«Μεγάλες ποσότητες ρυολιθικής ελαφρόπετρας (κίσσηρης) παρήχθησαν κατά τη διάρκεια της έκρηξης, δημιουργώντας αλλεπάλληλες στρώσεις στα ανώτερα τμήματα του κρατήρα. Ειδικότερα, το υποθαλάσσιο ηφαίστειο κατασκευάστηκε από προϊόντα 4-5 διαφορετικών εκρήξεων δημιουργώντας το κυκλικό κωνικό σχήμα, από την πρώτη έκρηξη πριν από 70.000 χρόνια μέχρι και την τελευταία πιο πρόσφατη το 1650 μ.Χ.».
Σύμφωνα με τα δεδομένα που συνέλεξαν οι επιστήμονες, ο συνολικός όγκος όλων των προϊόντων που εκτινάχθηκαν μέσα από τις ηφαιστειακές εκρήξεις στην πάροδο 70.000 χρόνων, εκτιμώνται σε 13-22 κυβικά χιλιόμετρα.
Μάλιστα, αναλύοντας τα σεισμικά προφίλ του ηφαιστείου, διαπίστωσαν ότι το συγκεκριμένο ηφαίστειο είναι ακόμη μεγαλύτερο απ’ ότι το ίδιο αφήνει να φανεί. Πάνω και κάτω από το βυθό της θάλασσας, το «ύψος» του συνδυαστικά φθάνει το 1 χλμ ενώ η διάμετρός του – που στο συντριπτικό της μέρος βρίσκεται «κρυμμένη» στο φλοιό της Γης – ανέρχεται στα 11 χλμ.
Ο «στρατός» των 18 υποθαλάσσιων ηφαιστείων.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι οι περισσότερες από 23 εκρήξεις που έγιναν τα… τελευταία 70.000 χρόνια, ήταν όλες υποθαλάσσιες. Διαπίστωσαν μάλιστα την ύπαρξη πολλών υποθαλάσσιων ρηγμάτων τα οποία ενεργοποιούνταν κατά τη διάρκεια των εκρήξεων και θάβονταν με τα υλικά της κάθε έκρηξης.
Τα σεισμικά δεδομένα που μελέτησαν οι ειδικοί υπέδειξαν ότι οι μικρότεροι κώνοι δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια επιμέρους εκρήξεων, γεγονός που σημαίνει ότι το κεντρικό Αιγαίο έχει βιώσει πολλές περισσότερες ηφαιστειακές εκρήξεις από ό,τι πιστευόταν μέχρι σήμερα.. Επίσης οι εκρήξεις που προέρχονταν από τους ηφαιστειακούς κώνους δεν ξεπέρασαν την επιφάνεια της θάλασσας και ήταν και αυτές υποθαλάσσιες. Σύμφωνα με την εξερεύνηση του κρατήρα με υποβρύχια ρομπότ σε ωκεανογραφικές αποστολές, τα ανώτερα στρώματα του κρατήρα του Κολούμπου είναι πάνω από 250 μέτρα ελαφρόπετρας τα οποία προήλθαν από την ηφαιστειακή έκρηξη του 1650 μ. Χ. ενώ το βαθύτερο ηφαιστειακό στρώμα λεπτόκοκκης τέφρας (κίσσηρης) κοντά στην επιφάνεια του κρατήρα, στα 500μ. βάθος, προέρχεται από παλαιότερη ηφαιστειακή έκρηξη του ηφαιστείου.
«Παράθυρο» στο εσωτερικό της Γης
Τα υποθαλάσσια ηφαίστεια αποτελούν «παράθυρο» για το τι συμβαίνει στο εσωτερικό της Γης, και γι’αυτό παρουσιάζουν πολύπλευρο ενδιαφέρον σε όλα τα μέρη του κόσμου. Κυριαρχούν σε περιοχές που υπάρχει υποβύθιση μιας πλάκας ωκεάνιου φλοιού κάτω από μια άλλη ηπειρωτικού ή ωκεάνιου φλοιού, όπως στην περιοχή του ελληνικού Ηφαιστειακού Τόξου που ξεκινά από τα Μέθανα, συνεχίζεται στη Μήλο-Αντίμηλο και στη Σαντορίνη για να καταλήξει στη Νίσυρο.
Οι ειδικοί λένε πως η μελέτη του εσωτερικού ενός υποθαλάσσιου ηφαιστείου βασίζεται είτε σε υποθαλάσσιες φωτογραφίες του πυθμένα από υποβρύχια οχήματα, είτε από γεωλογικά, χημικά ή βιολογικά δείγματα, τα οποία προέρχονται από τον κρατήρα του ηφαιστείου. Το 2006, πραγματοποιήθηκε ωκεανογραφική έρευνα στην περιοχή του Κολούμπου με το ωκεανογραφικό σκάφος RV POSEIDON λόγω της αυξημένης σεισμικότητας που παρουσιάζει η περιοχή. Από τα δεδομένα που συγκεντρώθηκαν στο πλαίσιο εκείνης της αποστολής, προέκυψαν τα σημερινά αποτελέσματα και η ιστορία της τμηματικής δημιουργίας του ηφαιστείου του Κολούμπου.