Η αυστριακή κυβέρνηση ήταν αποφασισμένη να κάνει τα πάντα προκειμένου να διασφαλίσει την επίτευξη μιας ιστορικής συμφωνίας στη Βιέννη όσον αφορά στο ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα.
Προσπάθησε λοιπόν -διηγείται στη Guardian ο Τζούλιαν Μπόρτζερ- να κάνει τη ζωή των διαπραγματευτών στο πολυτελές ξενοδοχείο Palais Coburg όσο το δυνατόν πιο άνετη. Και ήταν εκείνη που κάλυπτε όλα τα έξοδα –τόσο για τη διαμονή όσο για τα πλούσια καθημερινά γεύματα και τους μπουφέδες.
Παρά τις ανέσεις στο Coburg, όμως, οι 18 ημέρες των διαπραγματεύσεων ήταν μια βαριά δοκιμασία για τους διαπραγματευτές.
Οι περισσότεροι άλλωστε είναι άνω των 60 χρόνων, κάποιοι έχουν κλονισμένη υγεία, άλλοι κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν έκτακτα περιστατικά. Και ο καιρός ήταν ζεστός, τόσο που το σύστημα κλιματισμού του ξενοδοχείου δυσκολευόταν να αντεπεξέλθει. Από καιρό σε καιρό, λοιπόν, τα πνεύματα άναβαν.
Κάποια στιγμή, ο ιρανός υπουργός Εξωτερικών, Μοχαμάντ Τζαβάντ Ζαρίφ, απηύδησε με τις ηθικολογίες των ανδρών και γυναικών που ήταν καθισμένοι γύρω από το τραπέζι. «Θα έπρεπε να σας πάω όλους στο διεθνές δικαστήριο για τη στήριξή σας στον Σαντάμ Χουσεΐν!», φώναξε.
Αναφερόταν στον πόλεμο Ιράν-Ιράκ, τρεις δεκαετίες νωρίτερα. Ο Σαντάμ, που υποστηριζόταν από τη Δύση, έκανε ευρείας κλίμακας χρήση χημικών όπλων εναντίον των Ιρανών, με έως και 100.000 θύματα. Ακόμη και έπειτα από αυτό, ωστόσο, ο φετφάς του αγιατολάχ Χομεϊνί εναντίον των όπλων μαζικής καταστροφής παρέμεινε σε ισχύ και το ιρανικό πρόγραμμα χημικών όπλων διακόπηκε.
Η εμπειρία εκείνη καθόρισε το Ιράν. Ο Ζαρίφ επέμενε πως η χώρα του δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται άλλο ως απείθαρχο κράτος από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Αξίωνε άρση όχι μόνο των οικονομικών κυρώσεων αλλά και του εμπάργκο όπλων και των πυραυλικών περιορισμών.
Από την άλλη πλευρά, όμως, το Ιράν εφοδιάζει με όπλα τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο και ενισχύει με δύναμη πυρός το καθεστώς Άσαντ στη Συρία. Η Δύση αρνούνταν να εξετάσει το ενδεχόμενο άρσης του εμπάργκο όπλων. Στη Βιέννη, ένα αδιέξοδο γύρω από τα συμβατικά όπλα απειλούσε να τορπιλίσει μια ιστορική συμφωνία για τα πυρηνικά όπλα.
Η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Φεντερίκα Μογκερίνι, προειδοποίησε πως οι δυτικοί διαπραγματευτές θα αποχωρούσαν. Συναισθανόμενος πως η απειλή ήταν κενή, ο Ζαρίφ απάντησε: «Κάντε το, αλλά μην απειλείτε έναν Ιρανό». «Και μην απειλείτε έναν Ρώσο», έσπευσε να προσθέσει ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, που στήριζε τον Ζαρίφ στο θέμα του εμπάργκο.
Τα επίμαχα σχόλια διέρρευσαν γρήγορα στον Τύπο, εξυπηρετούσαν άλλωστε και τους Ιρανούς και τους Ρώσους όσον αφορά τα εγχώρια ακροατήριά τους. Η Μογκερίνι θέλησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις:
«δεν περιμένει κανείς από έναν Ιρανό και μια Ιταλίδα να διαπραγματεύονται με ψυχρό τρόπο», δήλωσε στο CNN. «Είναι, θα ‘λεγε κανείς, μέρος της κουλτούρας μας… Υπάρχει όμως πάντα αμοιβαίος σεβασμός».
Την ίδια αυτή έκφραση, «αμοιβαίος σεβασμός», επαναλάμβαναν πολλοί από τους υπουργούς και τους διπλωμάτες στη Βιέννη. Στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων στο Coburg, στο πέρας των διετών εντατικών διπλωματικών διαβουλεύσεων που ακολούθησαν την εκλογή του μεταρρυθμιστή Χασάν Ροχανί στην ιρανική προεδρία, η προσπάθεια σύνταξης μιας συμφωνίας τους ένωνε σε έναν κοινό αγώνα απέναντι στις επιθέσεις σκληροπυρηνικών από τις ΗΠΑ, το Ιράν και το Ισραήλ.
Και οι διπλωμάτες μπορούσαν να αγνοήσουν τις φωνές των σφοδρότερων επικριτών τους –οι ηγέτες τους όμως, όχι. Τόσο ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν, Αλί Χαμενεΐ, όσο και ο αμερικανός πρόεδρος, Μπαράκ Ομπάμα, επιδίδονταν σε ασκήσεις ισορροπίας που περιελάμβαναν ενίοτε απευθείας παρεμβάσεις στις διαπραγματεύσεις. Η ομιλία που έβγαλε ο Χαμενεΐ στις 23 Ιουνίου, παρουσιάζοντας τις κόκκινες γραμμές του, έδεσε τα χέρια του Ζαρίφ σε ορισμένα ζητήματα. Αντιστοίχως –επισημαίνει ο Μπόρτζερ στη Guardian επικαλούμενος ανώτερο ιρανό αξιωματούχο – η αμερικανική διαπραγματευτική ομάδα, υπό τον υπουργό Εξωτερικών Τζον Κέρρυ, βγήκε την περασμένη Τετάρτη από μία τηλεδιάσκεψη με τον Ομπάμα και την ομάδα εθνικής ασφάλειάς του έχοντας σκληρότερη διαπραγματευτική γραμμή σε ορισμένα ζητήματα.
Οι 18 ημέρες της διαπραγμάτευσης στη Βιέννη αποδείχθηκαν ένας από τους πιο δύσκολους διπλωματικούς μαραθώνιους της σύγχρονης εποχής.
Και η περίπλοκη ιστορία της πόλης συχνά δεν βοηθούσε: η πλατεία όπου βρίσκεται το Coburg φέρει το όνομα του πατέρα του Σιωνισμού, Θίοντορ Χερτζλ, μια δυσάρεστη σύμπτωση για την ιρανική αντιπροσωπεία∙ και στο ξενοδοχείο όπου διέμενε ο Τζον Κέρρυ, το Imperial, περίπου 100 μέτρα από το Coburg, είχε καταλύσει κάποτε ο Χίτλερ, μια ατυχής σύμπτωση δεδομένης της εκστρατείας του ισραηλινού πρωθυπουργού, Μπενιαμίν Νετανιάχου, να παρουσιαστεί η πυρηνική συμφωνία ως προδοσία των εβραίων.
Άλλοι παράγοντες όμως χαλιναγώγησαν τη νευρικότητα Αμερικανών και Ιρανών. Πέραν της γενναιοδωρίας των Αυστριακών, η Βιέννη είναι η έδρα της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας, η οποία θα πρέπει να αναλάβει ρόλο διαιτητή όσον αφορά την εφαρμογή της συμφωνίας.
Στο πέρας του μαραθωνίου, λοιπόν, το πρωί της Τρίτης 14 Ιουλίου του 2015, υπουργοί και διπλωμάτες βγήκαν εξουθενωμένοι αλλά ικανοποιημένοι στο φως της ημέρας. Άφησαν πίσω μεγάλους λογαριασμούς για την αυστριακή κυβέρνηση. Αλλά όπως συχνά αρέσει στους διπλωμάτες να λένε, παρότι οι ειρηνικές διαπραγματεύσεις έχουν συχνά μεγάλο κόστος, είναι πολύ πιο συμφέρουσες από την εναλλακτική λύση.