Ενώπιον του ήλιου δεν είμαστε όλοι ίσοι. Οι καστανοί και οι μελαχρινοί διαθέτουν ένα φυσικό πλεονέκτημα σε σχέση με τους ξανθούς και όσους έχουν κόκκινα μαλλιά, των οποίων το ανοιχτόχρωμο δέρμα περιέχει πολύ λιγότερες ποσότητες μελανίνης και κατ’ επέκταση κινδυνεύουν περισσότερο από ένα πιθανό ηλιακό έγκαυμα βραχυπρόθεσμα, αλλά και τη φωτογήρανση και την εκδήλωση κάποιου τύπου καρκίνου του δέρματος μακροπρόθεσμα.
Κάθε φωτότυπος έχει ορισμένα λεπτά ασφαλούς έκθεσης στον ήλιο καθημερινά, πάντα με αντηλιακό και τις σωστές ώρες.
Για να συνειδητοποιήσουμε πόσο κινδυνεύουμε από τον ήλιο χρειάζεται να βρούμε ποιός είναι ο φωτότυπός μας. Ο φωτότυπος καθορίζεται από το χρώμα του δέρματος, των μαλλιών και των ματιών του κάθε ανθρώπου και έτσι έχουμε χωριστεί σεέξι φωτότυπους.
Οι Έλληνες ανήκουμε κυρίως στον τρίτο ή τον τέταρτο φωτότυπο, πράγμα που σημαίνει ότι αντιμετωπίζουμε μικρότερο κίνδυνο για ηλιακά εγκαύματα, αφού περισσότερο κινδυνεύουν οι φωτότυποι 1 ή 2 στους οποίους ανήκουν όσοι έχουν δέρμα που μαυρίζει καθόλου ή ελάχιστα, κόκκινα μαλλιά η ξανθά μαλλιά και ανοιχτόχρωμα μάτια
Ο γενικός κανόνας είναι πως πρέπει να αποφεύγουμε τον ήλιο τις επικίνδυνες ώρες (12.00–16.00) και να χρησιμοποιούμε αντηλιακό τόσο στο πρόσωπο όσο και στο σώμα στα μέρη που εκτίθενται στον ήλιο ακόμη και όταν κινούμαστε στην πόλη .
Επιλέγουμε αντηλιακό με υψηλό δείκτη προστασίας αν έχουμε φωτότυπο 1 και 2 πάνω από 25 τους χειμερινούς μήνες και 50 τους καλοκαιρινούς. Οι φωτότυποι 3 και 4 μπορούν να χρησιμοποιούν τους ίδιους δείκτες όταν όμως μαυρίσουν μπορούν πέσουν σε δείκτη 30 ή 20.
Το αντηλιακό πρέπει να χρησιμοποιείται σε ιδανική ποσότητα για να «πετύχουμε» το δείκτη προστασίας που αναγράφει. Επίσης πρέπει να το ανανεώνουμε κάθε 2-4 ώρες αν ιδρώνουμε και μετά το κολύμπι.
Οι ενήλικες πρέπει να χρησιμοποιούν μεικτά αντηλιακά στην παραλία, γιατί τα φυσικά φίλτρα είναι ανθεκτικά στο νερό. Στην πόλη μπορούμε να χρησιμοποιούμε μόνο χημικά φίλτρα γιατί απλώνονται καλύτερα.
Επειδή το ηλιακό έγκαυμα μπορεί να προκύψει ακόμα και κάτω από την ομπρέλα ή όταν κολυμπάμε στη θάλασσα, γι’ αυτό και πρέπει να βάζουμε πάντα αντηλιακό, ενώ το καπέλο και τα γυαλιά είναι απαραίτητα .
Η ποσότητα του αντηλιακού που πρέπει να χρησιμοποιούμε για να ισχύει ο δείκτης προστασίας είναι μια συσκευασία των 50 mlτο μήνα για πρόσωπο και λαιμό και των 200 mlγια το σώμα.
Οι ποσότητες βέβαια είναι ανάλογες του μεγέθους του καθενός μας. Αυτό που πρέπει να προσέχουμε επίσης στα αντηλιακά είναι η υφή και για ποια περιοχή του σώματος το θέλουμε.
Τα αντηλιακά – όπως και όλες οι κρέμες – είναι ευαίσθητα στις υψηλές θερμοκρασίες, για αυτό δεν τα αφήνουμε στο αμάξι και τα προφυλάσσουμε από τον ήλιο στην παραλία.
Τα παιδιά
Τα παιδιά πρέπει να προσέχουν περισσότερο τον ήλιο, αφού έχουν περισσότερες πιθανότητες να πάθουν κάποιο ηλιακό έγκαυμα από έναν ενήλικο με τον ίδιο φωτότυπο.
Έρευνες έχουν αποδείξει ότι εγκαύματα σε παιδιά κάτω των 18 ετών πολλαπλασιάζει τον κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο του δέρματος στην ενήλικη ζωή τους και μάλιστα την πιο επιθετική μορφή το κακόηθες μελάνωμα.
Παιδιά (αλλά και ενήλικες) με πολλές ή επικίνδυνες ελιές στο σώμα τους, ανοιχτόχρωμο δέρμα, μαλλιά και μάτια και οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του δέρματος που οφείλεται στον ήλιο πρέπει να αποφεύγουν ακόμη περισσότερο την έκθεση στον ήλιο.
Τα μωρά μέχρι έξι μηνών δεν πρέπει να κάθονται στον ήλιο και δεν συνίσταται η χρήση αντηλιακού.
Τα παιδιά πρέπει να αποφεύγουν τον ήλιο από τις 11 το πρωί μέχρι τις 4 το απόγευμα και να χρησιμοποιούν αντηλιακά με φυσικά φίλτρα έως την ηλικία των 2 ετών.
Τα μεγαλύτερα παιδιά χρειάζονται αντηλιακά με φυσικά και χημικά φίλτρα, διότι τα χημικά προφυλάσσουν καλύτερα από την υπεριώδη Α, η ένταση της οποίας είναι σχεδόν η ίδια όλη την διάρκεια της ημέρας.
Ειδικές περιπτώσεις
Τα άτομα με ακμή πρέπει να προτιμούν ειδικά, μη λιπαρά αντηλιακά ή αυτά που είναι σε μορφή γέλης.
Τα μεγαλύτερης ηλικίας άτομα χρειάζονται πιο πλούσιες υφές κρέμας που βοηθούν το δέρμα τους να παραμένει πιο ενυδατωμένο και ελαστικό.
Αν πρόκειται να κάνουμε χρήση σε αραιωμένο τριχωτό κεφαλής ή σε άνδρες με αυξημένη τριχοφυΐα τότε τα σπρέι είναι πιο κατάλληλα.
Η Κατερίνα Λαμπρινοπούλου είναι δερματολόγος-αφροδισιολόγος