Τις τελευταίες δεκαετίες η κουλτούρα του βινυλίου είχε υποχωρήσει καθώς οι μεγάλοι δίσκοι βγήκαν ηττημένοι στη μάχη της αγοράς και παραμερίστηκαν από την ανάδειξη του ψηφιακού CD. Παρ’ όλα αυτά, το ενδιαφέρον για τις 33 στροφές φαίνεται να ξαναφουντώνει –σαν φοίνικας που αναγεννάται από τις στάχτες του. Και αναγκάζει μια γενιά που σχεδόν αγνοούσε λέξεις όπως «πικάπ», «βελόνα» και «σκρατς» να γίνουν θαυμαστές των αναλογικών μέσων αποθήκευσης ήχου. Δεν είναι τυχαίο πως οι εκδηλώσεις αφιερωμένες στο βινύλιο στη χώρα μας πολλαπλασιάζονται. Η πιο χαρακτηριστική απ’ αυτές, το «Vinyl is back», ύστερα από πέντε συνεχείς χρονιές στην Τεχνόπολη φέτος μεταφέρεται στο Cine Κεραμεικός από τις 11 έως τις 13 Δεκεμβρίου λόγω της αυξημένης επισκεψιμότητας.
Το δικό της λιθαράκι στην αναβίωση του βινυλίου έβαλε και η Giraffe Pressings, η μοναδική εταιρεία παραγωγής βινυλίων στην Ελλάδα που δραστηριοποιείται στον χώρο από τον Απρίλιο του 2013. «Οντας συλλέκτης δίσκων από το 1987, δεν μου άρεσε που για να κόψει κάποιος ένα βινύλιο έπρεπε ν’ απευθυνθεί σε κάποια εταιρεία στο εξωτερικό, να το παραγγείλει και να κάνει όλη αυτή τη χρονοβόρα διαδικασία μέχρι να έρθει στα χέρια του. Ετσι κατέληξα πως έπρεπε ν’ ασχοληθώ μ’ αυτό επαγγελματικά» αναφέρει ο Σπύρος Ρουχωτάς, ιθύνων νους της εταιρείας. Σημαντικό ρόλο στην απόφασή του αυτή έπαιξε και το κενό που είχε δημιουργηθεί στον χώρο της παραγωγής βινυλίων, μια και η Columbia και η Fabel Sound, οι δύο ελληνικές εταιρείες που έκοβαν δίσκους, έχουν κλείσει εδώ και αρκετά χρόνια.
Η κρίση, ωστόσο, του βινυλίου παγκοσμίως δημιούργησε πρόβλημα στο άνοιγμα της εταιρείας, μια και ο Σπύρος χρειάστηκε αρκετά χρόνια μέχρι να εξασφαλίσει τον κατάλληλο εξοπλισμό. «Τα εργοστάσια των μηχανών κατασκευής βινυλίου έκλεισαν το 1974. Οπότε φανταστείτε πόσο δύσκολο ήταν να βρω μια πρέσα που να είναι λειτουργική. Μου πήρε δέκα χρόνια αλλά τα κατάφερα και τώρα έχω δύο, μια χειροκίνητη που βγάζει πολύχρωμα σχέδια και μια αυτόματη για μονόχρωμους δίσκους» τονίζει ο ίδιος. Στήνοντας τα δύο εργαστήριά του στην Αργολίδα και στο Κεντ της Αγγλίας, έχει κάνει μέχρι σήμερα 53 παραγωγές, οι περισσότερες εκ των οποίων είναι ελληνικές παραγγελίες αλλά και κάποιες του εξωτερικού από χώρες όπως οι Ιαπωνία, Γερμανία, ακόμα και το Περού. «Πελάτες μου είναι σχεδόν όλες οι σύγχρονες ελληνικές δισκογραφικές εταιρείες, μουσικά περιοδικά και οι ιδιώτες με μπάντες και τραγουδοποιούς» δηλώνει.
ΑΥΞΗΜΕΝΗ ΖΗΤΗΣΗ. Ως γνώστης της μουσικής βιομηχανίας, ο Σπύρος Ρουχωτάς παρατηρεί μια στροφή του ελληνικού κοινού προς το βινύλιο. «Στην Ελλάδα τα τελευταία δύο με τρία χρόνια υπάρχει αυξημένη ζήτηση. Το οξύμωρο είναι πως ζητάνε να κόψουν βινύλια μπάντες που μπορεί να μην έχουν καν πικάπ για να τ’ ακούσουν» υπογραμμίζει. Γιατί όμως να προτιμήσει κάποιος τις 33 στροφές από το σύγχρονο ψηφιακό CD; «Ο ήχος του βινυλίου όντας αναλογικός είναι πιο ζεστός και πιο οικείος στ’ αφτί μας. Το CD είναι πιο ξερό. Από τεχνικής άποψης το βινύλιο έχει πιο σκαστό ήχο απ’ τον φλαταριστό ήχο που βγαίνει στο CD. Οπότε η αναπαραγωγή του έχει πιο καλές δυναμικές. Συν τοις άλλοις, είναι και κάτι που θεωρείται από πολλούς φετίχ. Χαράζεται και μένει, δεν είναι σαν το CD που θα κοπεί και σε πέντε χρόνια μπορεί να σου αρχίσει τα προβλήματα. Είναι κάτι που το έχεις για πάντα, αρκεί να το προσέξεις» τονίζει.
Παρ’ όλα αυτά, το βινύλιο έχει ένα μειονέκτημα: την ακριβή τιμή του. «Το βινύλιο είναι μια επίπονη χρηματικά λύση. Σε μια απλή προσφορά, οι 300 δίσκοι κοστίζουν 1.000 ευρώ. Κι από εκεί και πέρα, έγκειται στις απαιτήσεις του πελάτη το πόσο ψηλά μπορεί να φτάσει» λέει ο Ρουχωτάς. Μόλις δοθεί η παραγγελία, η Giraffe Pressings θα χειριστεί όλες τις λεπτομέρειες της παραγωγής των δίσκων. «Από το εσώφυλλο, το εξώφυλλο, την ποιότητα του χαρτιού που θα εκτυπώσουμε στα εξώφυλλα, το λαμινάρισμα μέχρι και τισέρτ. Αν θέλει κάποιος μια ειδική κατασκευή μέσα στον δίσκο ώστε να ανοίγει το εξώφυλλο κάπως ιδιαίτερα ή βιβλιαράκια, τα κάνουμε κι αυτά» δηλώνει ο ιδιοκτήτης της εταιρείας. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι η παραγγελία θα είναι από 100 βινύλια και πάνω. «Αυτή είναι η ελάχιστη χρέωση. Γιατί δεν συμφέρει η πρώτη ύλη, το βινύλιο. Για να τεθεί σε λειτουργία η μηχανή έχει μίνιμουμ κόστος 130 ευρώ» παραδέχεται ο Σπύρος.
Στην Ελλάδα της κρίσης, οι περισσότερες παραγωγές από εγχώριους πελάτες που βγαίνουν από τα εργοστάσια της Giraffe Pressings έχουν τιράζ 200-300 τεμαχίων. Αν και το νούμερο δεν είναι εντυπωσιακό όπως στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, παρ’ όλα αυτά ικανοποιεί τις ανάγκες ενός πιο ευαίσθητου κοινού. Αλλωστε, στα καλά της μικρής παραγωγής είναι και ο μειωμένος χρόνος αναμονής μέχρι την ικανοποίηση της παραγγελίας, που εδώ φτάνει έως και τους δύο μήνες, τη στιγμή που τα αντίστοιχα περιορισμένα εργοστάσια του εξωτερικού χρειάζονται έως και έξι μήνες.