«Φιλοκαλούμεν τε γαρ μετ’ ευτελείας

και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας»*

ιατρός, ασθενής ή χασάπης, ο Φωκίων Καπνίδης είναι ένοικος του ιδρύματος για ψεκασμένους –κάθε μορφής και ποικιλίας που ακούει στο όνομα ΑΑΨΟΥ (Ασυλο Ανιάτως Ψεκασθέντων Ολικής Υστερήσεως). Τον παρακολουθούμε να δίνει διάλεξη ως Τρόφιμος της Χρονιάς ενώπιον ιατρικού, νοσηλευτικού και διοικητικού προσωπικού, συναδέλφων του ασθενών και συγγενών τους. Με νοητό συνομιλητή τον ψυχίατρό του, τον Τάκη Μπιλιλή (και δευτερευόντως την αδελφή του Δωροθέα), απευθύνεται στο μεγάλο κοινό, φορώντας μια λευκή ποδιά πάνω στην οποία ξεχωρίζουν κόκκινοι λεκέδες. Αυτός είναι ο σκηνικός ήρωας του Βασίλη Παπαβασιλείου.

O 66χρονος σήμερα σκηνοθέτης και ηθοποιός, ο οποίος ξεκίνησε να γίνει γιατρός αλλά τελικά στράφηκε στο θέατρο, ανήκει στους βασικούς ιδρυτές, μαζί με τον Λευτέρη Βογιατζή, της ιστορικής Σκηνής. Βαθιά σκεπτόμενος καλλιτέχνης και εξίσου βαθιά πολιτικό ον, ο Βασίλης Παπαβασιλείου συνεχίζει να δίνει συστηματικά το «παρών» στο θεατρικό μας γίγνεσθαι (αρχαίο δράμα, Γκολντόνι, μεταξύ άλλων). Σχεδόν κάθε χρόνο, μια παράσταση έχει την υπογραφή του στη σκηνοθεσία ενώ η δική του συμμετοχή τον τελευταίο καιρό αφορά κυρίως σε μονολόγους –«Ελένη» του Γιάννη Ρίτσου.

ΜΠΟΥΦΟΝΟΣ. Η περίπτωση του «Σιχτίρ ευρώ…» είναι διαφορετική. Εδώ, με όχημα το δικό του κείμενο ανεβαίνει στη σκηνή και μέσα σε περίπου εβδομήντα λεπτά αναδεικνύει όλη την παθογένεια της εποχής μας. Οχι, δεν πρόκειται για ένα επιθεωρησιακό νούμερο, ούτε για μια αυτάρεσκη επίδειξη υποκριτικής δεξιότητας. Σε ήπιους τόνους, χωρίς εξάρσεις, αλλά μέσα από έναν εσωτερικό παφλασμό μεταμορφώνεται σε έναν σαλτιμπάγκο, έναν μπουφόνο: μιλάει και σχολιάζει τόσα πολλά σε τόσο συμπυκνωμένο χρόνο, κάνοντας παράλληλα αναφορές στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.

Στην άδεια σκηνή της οδού Φρυνίχου, ένα τραπέζι και λίγα πλαστικά μπουκάλια με νερό αποτελούν το μοναδικό σκηνικό –λίγο αργότερα, 3-4 πλαστικές καρέκλες θα προσθέσουν κάποιες επιπλέον σκηνογραφικές νύξεις.

«Η πολλή Ελλάδα βλάπτει» είναι το σύνθημά του. «Είμαι Ελλην. Ως εκ τούτου, μου είναι αδύνατον να είμαι σοβαρός» είναι η ατάκα του. «Ο λαός πάντα λείπει» προσθέτει. Και συνδέει τον Κλίντον με τις καθαρίστριες, τα 2.500 χρόνια με τον μισθό των 2.500 ευρώ, το γράμμα Ητα με την ήττα και με τον Ηφαιστίωνα, τον νεκρό της Αμφίπολης με τους νεκρούς («που στην Ελλάδα είναι οι μόνοι που δεν πεθαίνουν»), τον ψεκασμένο με τον ψυχίατρο («τα 2 ψ»), τη δίψα με τη νύστα, τον πλανήτη με τον πλανητάρχη, το debate με το «ντεμπάτε…», το Οχι του ’40 με το Οχι που έγινε Ναι, τις 17 ώρες με τον ζητιάνο…

Είναι εντυπωσιακό πώς ο Βασίλης Παπαβασιλείου χώρεσε μέσα σ’ αυτό το κείμενο όλα αυτά που μας προβληματίζουν: με κριτική διάθεση και πνεύμα ειρωνείας, προκαλώντας γέλιο και μελαγχολία, πρόσωπα και πράγματα ορθώνονται μπροστά μας. Και ο Τσίπρας και ο Παπανδρέου, και ο Λεβέντης και ο Μπιλ Κλίντον. Και οι ζωντανοί και οι νεκροί.

Με την υποκριτική του και χωρίς υποκρισία, αυτοσχεδιάζει, παίζει, επικοινωνεί με τους θεατές, κατεβαίνει από τη σκηνή, μονολογεί, προκαλεί το γέλιο –και προβληματίζει. Με τικ, κινήσεις και εκφράσεις, ενσωματώνει τη σημερινή κατάσταση, κατανοεί τον ζητιάνο που δηλώνει «δεν δέχομαι βοήθεια ως ένδειξη αξιοπρέπειας» και αρνείται να πεθάνει παραμένοντας, σαν την Ελλάδα, αιώνια ζωντανός. Και με τον τίτλο της παράστασης επισημαίνει τελικά το δισυπόστατο της χώρας, ανάμεσα στην Ευρώπη και στην Ανατολή.

* ρητορική φράση του Περικλή από τον «Επιτάφιο», σύμφωνα με τον Θουκυδίδη

INFO

Κείμενο – σκηνοθεσία – ερμηνεία: Βασίλης Παπαβασιλείου, Βοηθός σκηνοθέτη: Νικολέτα Φιλόσογλου, Σκηνικά – κοστούμια: Μαρί Νοέλ Σεμέ, Καλλιτεχνική συνεργασία: Σωτήρης Χαβιάρας, Πού: Στο Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν – Οδού Φρυνίχου. Παραστάσεις έως 29/11: Πέμπτη – Παρασκευή – Σάββατο (21.15) και Κυριακή (20.00). Από 7/12 – 6/2/2016 Δευτέρα και Τρίτη (21.15).