Εργαστήριο και σπίτι ήταν σύνηθες να συνυπάρχουν στη ζωή μου. Στο παλιό μου σπίτι μάλιστα, στο ίδιο κτίριο όπου έμενε και ο Ασαντούρ Μπαχαριάν, στο τέρμα της Χαριλάου Τρικούπη, ζωγράφιζα στο σαλόνι ώσπου γεννήθηκε η μικρή μου κόρη κι έπρεπε να της παραχωρήσουμε την τρίτη κρεβατοκάμαρα. Από εκεί φύγαμε ως οικογένεια σαν τους τρελούς το 1999 λόγω του σεισμού. Ομως εγώ, παρά τις ρωγμές και το γεγονός ότι το κτίριο είχε κηρυχθεί ακατάλληλο, εξακολουθούσα να το χρησιμοποιώ ως ατελιέ. Πήγαινα ολομόναχος και ζωγράφιζα. Εκεί μέσα ολοκλήρωσα τη «Νέκυια» (σ.σ.: ένα σύνολο έργων στα οποία απεικονίζονται συγγενικά ή φιλικά πρόσωπα του ζωγράφου που δεν βρίσκονται εν ζωή). Δεν φοβόμουν για τον εαυτό μου. Φοβόμουν κάποιες φορές μη συμβεί κάτι, μην έχουν δίκιο αυτοί που έλεγαν ότι το κτίριο έχει πρόβλημα, και καταστραφούν οι ζωγραφιές που είχα μέσα.

Κάποια στιγμή αναγκάστηκα να το αφήσω, διότι δεν ήταν δικό μου. Και ήρθα εδώ, στο ισόγειο του οικογενειακού σπιτιού που χτίσαμε στην περιοχή του Γκύζη. Το εργαστήριο, όπως και το σπίτι, σχεδιάστηκε από έναν φίλο μου βάσει των αναγκών μου. Κι έτσι επέστρεψα στη συνθήκη συνύπαρξης σπιτιού κι εργαστηρίου, η οποία δεν είναι καταπιεστική για μένα. Αν ήταν δεν θα το έφτιαχνα έτσι. Αλλωστε το πιο δύσκολο είναι το πάνω σπίτι, όχι το κάτω, το εργαστήριο.

Η μετάβαση από τον ένα χώρο στον άλλο δεν ήταν εύκολη. Χρειάζεται χρόνος για αγαπήσεις και να βιώσεις έναν χώρο. Στην αρχή το μοναδικό σημείο που χρησιμοποιούσα ήταν το πατάρι. Είναι πιο μικρό και μου επέτρεπε να έχω εποπτεία, με βοηθούσε να καταλάβω τον χώρο. Τώρα συνήθως δουλεύω σε μια γωνιά που έχει ενδιαφέρον φως, κάτω από ένα παράθυρο που βρίσκεται ψηλά στον τοίχο. Δεν εξαρτώμαι όμως από τον φυσικό φωτισμό, διότι πολλές φορές ξεκινώ ένα έργο το πρωί και συνεχίζω να το δουλεύω έως το βράδυ.

Το εργαστήριο για μένα είναι ένας χώρος στον οποίο μένεις μόνος, ησυχάζεις. Εδώ μέσα προσπαθώ όσο γίνεται να ηρεμώ. Περνάω εδώ μέσα πολλές ώρες. Οταν δεν δουλεύω, διαβάζω, λύνω σταυρόλεξα. Κόσμος όμως πολύς δεν έρχεται εδώ. Τον καφέ μου ή το τσίπουρό μου τα πίνω λίγο πιο κάτω σε έναν γείτονα που μας μαζεύει όλους στο παλιό του μαραγκούδικο, που το έχουμε μετατρέψει σε καφενείο της γειτονιάς πηγαίνοντας ο καθένας μας ό,τι πίνει.

Προτιμώ να δουλεύω στο εργαστήριό μου, αλλά όταν οι ανάγκες το επιβάλλουν μπορώ να δουλέψω οπουδήποτε. Αλλωστε δεν είχα πάντα εργαστήριο, ούτε πάντοτε το ίδιο. Ποτέ δεν είναι οι στιγμές όπως θα τις ήθελα, οπότε θα προσπαθήσω μέσα στα δεδομένα που έχω να κάνω αυτό που μπορώ και με ενδιαφέρει.

Το έργο δεν το έχω στο μυαλό μου ολοκληρωμένο πριν το ξεκινήσω. Σκέφτομαι ότι θα ήταν ωραία να ζωγραφίσω αυτό ή εκείνο το θέμα κι αρχίζω να το φτιάχνω. Τότε είναι που αρχίζει και η δυσκολία. Τότε αναρωτιέμαι πώς πρέπει να ζωγραφιστεί το καθετί. Βρίσκομαι σε μια διαρκή αναζήτηση απαντήσεων.

Ενας πίνακας είναι έτοιμος να τον δείξω όταν δεν μπορώ να κάνω πάνω του τίποτε άλλο. Αυτό δεν σημαίνει ωστόσο ότι τον έχω τελειώσει. Μου έχει τύχει αρκετές φορές έργα που τα έχω δείξει σε εκθέσεις ύστερα από ένα διάστημα να τα ξαναδουλεύω.

Λίγους πίνακές μου έχω καταστρέψει, κυρίως εκείνα που ήταν πολύ χοντρά ζωγραφισμένα και τα ίχνη τους ήταν τόσο έντονα που δεν μπορούσα να ζωγραφίσω κάτι άλλο από πάνω. Γενικά δεν δένομαι με τα αντικείμενα, μόνο με τους ανθρώπους και με τα ζώα, με ό,τι έχει ζωή δηλαδή.