Ο τότε βασιλιάς Γεώργιος Β’, οι πρίγκιπες, ο Ιωάννης Μεταξάς, μέλη του διπλωματικού σώματος αλλά και ο γιος του ιταλού συνθέτη Αντόνιο Πουτσίνι με τη σύζυγό του. Αυτοί ήταν οι επίσημοι προσκεκλημένοι στην πρεμιέρα της «Μαντάμα Μπατερφλάι» στην ιστορική παράσταση της 25ης Οκτωβρίου 1940, στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου που τότε αποτελούσε την έδρα της Λυρικής. Και ήταν ιστορική για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή δόθηκε τρεις ημέρες πριν από την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Δεύτερον, επειδή θεωρείται η πρώτη όπερα που παρουσιάστηκε από τη νεοϊδρυθείσα τότε Εθνική Λυρική Σκηνή (είχε προηγηθεί μόνο η οπερέτα «Νυχτερίδα» του Στράους). Το έργο σε τρεις πράξεις γράφτηκε το 1904 και ήρθε στην Ελλάδα το 1919, χάρη στις παραστάσεις του «Γ’ Ελληνικού Μελοδράματος». Ενσωματώθηκε αργότερα στο ρεπερτόριο της Λυρικής κατά την περιοδεία του θιάσου στο θερινό Βασιλικό Θέατρο της Θεσσαλονίκης στις 4 Σεπτεμβρίου και ακολούθησε το αθηναϊκό ανέβασμα. Οπως επιβεβαιώνει ο Γιάννης Μπαστιάς, γιος του τότε διευθυντή της Λυρικής Κωστή Μπαστιά, στο βιβλίο «Κωστής Μπαστιάς – δημοσιογραφία, θέατρο, λογοτεχνία», στην πρεμιέρα έδωσαν το «παρών» τα πιο σημαντικά πρόσωπα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής της χώρας.
Εκτοτε η όπερα έχει ανεβεί σε 37 από τις 76 καλλιτεχνικές περιόδους της Λυρικής Σκηνής στην Ελλάδα. Η νεότερη εκδοχή της είναι αυτή του Νίκου Πετρόπουλου, την ερχόμενη εβδομάδα στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Τις παραστάσεις διευθύνουν οι Λουίς Φερνάντο Μαλέιρο και Ηλίας Βουδούρης, ενώ στους βασικούς ρόλους το κοινό θα συναντήσει τους μονωδούς Τσέλια Κοστέα, Ραφαέλα Αντζελέτι, Ντάριο ντι Βιέτρι, Δημήτρης Πακσόγλου και Διονύσης Σούρμπης.
Κατά τη διάρκεια της ιστορικής παράστασης του 1940 εξελισσόταν στο παρασκήνιο μια άγνωστη ώς εκείνη τη στιγμή διπλωματική μάχη. Εκείνη που ανάγκασε τελικά τις πρωταγωνίστριες Ζωή Βλαχοπούλου και Αννα Ρεμούνδου –είχαν εναλλάξ τον κεντρικό ρόλο υπό τη διεύθυνση του Λεωνίδα Ζώρα –να μην ολοκληρώσουν τη σειρά των εμφανίσεών τους, αφού οι Ιταλοί εξαπέλυσαν επίθεση εναντίον της Ελλάδας.
Η συγκυρία της λαμπρής πρεμιέρας με το πολιτικό παρασκήνιο δεν πέρασε απαρατήρητη από τον τότε ιταλό πρεσβευτή στην Αθήνα Εμανουέλε Γκράτσι που παρακολούθησε από τις πρώτες σειρές την όπερα κι έγραψε στο βιβλίο του «Η αρχή του τέλους»: «Αισθανόμουν να μου σφίγγεται η καρδιά και το πρόσωπό μου να κοκκινίζει στη σκέψη ότι, ενώ εδίδετο μια θαυμάσια γιορτή προς τιμήν της ιταλικής τέχνης, είχε ήδη ωριμάσει στην Ιταλία το σχέδιο να μαχαιρώσουν τη φτωχή εκείνη χώρα».
Παραβλέποντας τις ενστάσεις του, ο Γκράτσι συνέχισε τις διπλωματικές του κινήσεις, δίνοντας την επομένη της πρεμιέρας και μετά τη δεύτερη παράσταση της «Μπατερφλάι» δεξίωση προς τιμήν του ζεύγους Πουτσίνι και των καλλιτεχνών της Λυρικής. Ετσι, ήλπιζε ότι θα σπάσει τον πάγο που είχε δημιουργηθεί ανάμεσα στις δύο χώρες μετά τον τορπιλισμό της «Ελλης». Από αργά όμως το απόγευμα είχε αρχίσει να φτάνει σε τμήματα το τηλεγράφημα που περιείχε το ιταλικό τελεσίγραφο. Οταν ξεκίνησε η δεξίωση κι ενώ συνεχιζόταν από ιταλικής πλευράς η αποκρυπτογράφηση του τηλεγραφήματος, οι ιταλοί αξιωματούχοι διακατέχονταν από νευρικότητα και οι υπάλληλοι της πρεσβείας δεν σταματούσαν να μετακινούνται συνεχώς στους ορόφους του κτιρίου.
Οι περίεργες αυτές συμπεριφορές έγιναν αντιληπτές από τον Μπαστιά, ο οποίος πλησιάζοντας τον Γκράτσι τού είπε, σύμφωνα με τη βιογραφία του, «κύριε πρέσβη, βλέπω πως καταπονείστε πολύ σ’ αυτήν την πρεσβεία και τη νύχτα ακόμα». Αμέσως μετά εγκατέλειψε τη δεξίωση, δίνοντας μάλιστα εντολή να τον ακολουθήσουν και όλα τα μέλη της Λυρικής που παρευρίσκονταν στη γιορτή. Τα ξημερώματα της επόμενης βραδιάς, ο Γκράτσι θα χτυπούσε την πόρτα του Μεταξά για να του επιδώσει το ιταλικό τελεσίγραφο πολέμου. Οι παραστάσεις της Λυρικής διακόπηκαν λόγω των περιστάσεων αλλά συνεχίστηκαν από τον Μάιο έως τον Ιούλιο του 1941 στο θερινό θέατρο Παρκ στην Αθήνα με την ίδια σύνθεση.

«Μαντάμα Μπατερφλάι» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών – Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη,

17, 20, 22, 23, 24και 27 Ιανουαρίου. Εισιτήρια: 12-70 ευρώ