Οταν το μέλος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος και πρώην πρωθυπουργός του κρατιδίου Βάδης-Βυρτεμβγέργης Κουρτ Γκέοργκ Κίζινγκερ έγινε καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας το 1966, λίγοι θυμούνταν το ναζιστικό παρελθόν του και ακόμα λιγότεροι στα κόμματα και τις εφημερίδες ήταν διατεθειμένοι να ασχοληθούν με αυτό. Βέβαια δεν εθεωρείτο πρώτης γραμμής Ναζί, από εκείνους που καταδικάστηκαν για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, ήταν όμως λιγότερο μακριά από το επίπεδο αυτό απ’ ό,τι νομιζόταν. Και ήταν πια καγκελάριος. Ανάμεσα στους ελάχιστους διανοούμενους που αντέδρασαν τότε ήταν ο συγγραφέας Γκίντερ Γκρας και ο φιλόσοφος Καρλ Γιάσπερς. Ο τελευταίος έγραψε χαρακτηριστικά: «Το γεγονός ότι πρώην Ναζί καταφέρνουν να καταλαμβάνουν υψηλά, ακόμα και πολιτικά, αξιώματα ήταν σχεδόν αναπόφευκτο. Ηταν αδύνατον να λειτουργεί το κράτος, η παιδεία, η οικονομία αποκλειστικά από μη Ναζί, διότι αυτοί ήταν πολύ λίγοι. Αλλά όταν ένας πρώην εθνικοσοσιαλιστής διευθύνει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία, αυτό σημαίνει ότι από δω και πέρα το γεγονός ότι ήταν εθνικοσοσιαλιστής δεν έχει σημασία. Οταν ορίστηκε πρωθυπουργός της Βάδης – Βυρτεμβέργης κανείς δεν έφερε αντίρρηση. Ομως, καγκελάριος; Αυτό είναι πολύ διαφορετικό…».
Εκεί κάπου ανέλαβε την υπόθεση ένα πολύ ιδιαίτερο ζευγάρι. Ο Γάλλος Σερζ Κλάρσφελντ και η Γερμανίδα σύζυγός του Μπεάτε, που ζούσαν στο Παρίσι. Είχαν γνωριστεί στην αποβάθρα του παρισινού μετρό, εκείνος δικηγόρος ρουμανοεβραϊκής καταγωγής, εκείνη βέρα γερμανίδα καθολική που μόλις είχε φύγει από την κατεστραμμένη μεταπολεμική Γερμανία για να σπουδάσει στο Παρίσι, εργαζόμενη ταυτόχρονα ως εσωτερική σε σπίτι Γάλλων και ασχολούμενη με τα παιδιά της οικογένειας.
σε δεύτερη μοίρα
Ενωσαν τις τύχες τους, έκαναν δική τους οικογένεια, ζυμώθηκαν μεταξύ τους πνευματικά: ο ένας με πατέρα εξοντωμένο από τους Ναζί, εκείνη με συνείδηση ανθρώπου που ήθελει να έρθει απευθείας αντιμέτωπος με το παρελθόν της χώρας του ώστε τίποτα να μην κρυφτεί κάτω απ’ το χαλί. Δύο άρθρα που έγραψε η Μπεάτε εναντίον του Κίζινγκερ στη γαλλική εφημερίδα «Combat» τής στοίχισαν τη θέση της ως γραμματέα στο Γαλλογερμανικό Γραφείο για τη Νεολαία, που είχε συσταθεί σε μια προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων των δύο χωρών. Τότε ήταν που οι δύο τους, σε ένα μπιστρό της οδού Σοσέ, αποφάσισαν να βάλουν όλα τα άλλα –καριέρα, οικογένεια –σε δεύτερη μοίρα και να κάνουν το κυνήγι των Ναζί δεύτερη φύση τους.
Ο Σερζ πήγε στο Πότσνταμ όπου φυλάσσονταν σημαντικά αρχεία της εποχής των Ναζί και οι Ανατολικογερμανοί δεν τον εμπόδισαν να τα ερευνήσει. Ο φάκελος που έφτιαξε είχε πολλά ράμματα για τη γούνα του καγκελάριου: ο Κίζινγκερ είχε υπηρετήσει σε προπαγανδιστική υπηρεσία, ανταγωνιστική προς εκείνη του Γκέμπελς. Επρόκειτο για σημαντικό πόστο στο υπουργείο Εξωτερικών του Ρίμπεντροπ με αντικείμενο την προπαγάνδα μέσω ραδιοφωνικών σταθμών στη Γερμανία, κυρίως όμως στις κατακτημένες χώρες. Ανέβηκε γρήγορα στην ιεραρχία και έγινε διευθυντικό στέλεχος των υπηρεσιών ραδιοφωνίας, υπεύθυνος για τους σταθμούς εξωτερικού και τη μετάδοση της αντιεβραϊκής προπαγάνδας.
αλλά δεν πτοήθηκε
Αν όμως ο Σερζ ήταν εκείνος που συγκέντρωσε τα περισσότερα στοιχεία εναντίον του Κίζινγκερ, η Μπεάτε διεθνοποίησε το θέμα: στις 7 Νοεμβρίου του φοβερού έτους 1968, στη διάρκεια του συνεδρίου του CDU, δηλαδή του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, στο Παλαί ντε Κονγκρέ του Δυτικού Βερολίνου, στο Τιργκάρτεν, κατάφερε να εισχωρήσει στην αίθουσα και να χαστουκίσει τον καγκελάριο, φωνάζοντας «Ναζί! Ναζί!» και ενώ ο συνεννοημένος φωτογράφος του περιοδικού «Stern» τραβούσε την επίμαχη φωτογραφία. Συνελήφθη, βέβαια, αλλά δεν πτοήθηκε. Θα μπορούσε κάλλιστα να έχει πυροβοληθεί από την ασφάλεια, αν η τελευταία δεν φοβόταν μήπως τραυματίσει τον καγκελάριο ή τους υπουργούς του που ήταν δίπλα του. Αργότερα θα καταφέρει να οργανώσει και διαδήλωση εναντίον του Κίζινγκερ στις Βρυξέλλες και να τον απαξιώσει στα μάτια της διεθνούς κοινής γνώμης, κάνοντας την καριέρα του να τελειώσει πρόωρα.
Κάπως έτσι δρούσαν οι Κλάρσφελντ και στις επόμενες δράσεις τους. Κυνήγησαν Ναζί σε όλη την υφήλιο. Εβγαλαν από την κρυψώνα του στη Λα Πας τον Κλάους Μπάρμπι, γνωστό και ως Χασάπη της Λυών (που ζούσε εκεί ως Αλτμαν και παρείχε υπηρεσίες στους βολιβιανούς δικτάτορες). Σε μια στιγμή ευκαιρίας που η Βολιβία δεν είχε χούντα, πέτυχαν μάλιστα την έκδοσή του με τη βοήθεια του Μιτεράν που είχε σύμβουλο τον φιλόσοφο – συγγραφέα Ρεζίς Ντεμπρέ, ο οποίος δέκα χρόνια πριν είχε συμμετάσχει σε αποτυχημένη απόπειρα απαγωγής του Μπάρμπι.
Στα ίχνη του Γιόζεφ Μένγκελε
Εντόπισαν επίσης τα ίχνη του διαβόητου Γιόζεφ Μένγκελε (του επονομαζόμενου και Αγγελου του Θανάτου, που έκανε «ιατρικά» πειράματα σε ανθρώπους) στην Παραγουάη, όπως και τα ίχνη του Αλόις Μπρούνερ (βοηθού του Αϊχμαν), υπεύθυνου για φριχτά εγκλήματα στη Γαλλία και, βέβαια, στη Θεσσαλονίκη, όπου οδήγησε 42.000 Ελληνοεβραίους στον χαμό. Ο Μπρούνερ προστατευόταν μέχρι τέλους στη Συρία από το καθεστώς Ασαντ.
INFO
Η Μπεάτε και ο Σερζ Κλάρσφελντ θα βρίσκονται τη Δευτέρα 18 Ιανουαρίου στις 19.00 στο Γαλλικό Ινστιτούτο για την παρουσίαση του βιβλίου τους «Απομνημονεύματα». Κεντρικός ομιλητής: Σερζ Κλάρσφελντ. Συντονιστής: Νίκος Μπακουνάκης. Παρέμβαση: Σταύρος Ζουμπουλάκης
Beate
& Serge Klarsfeld
Απομνημονεύματα
Κυνηγώντας τους ναζί
Μτφ. Καρίνα Λάμψα
Εκδ. Καπόν, 2015, Σελ., 496
Τιμή: 24,50 ευρώ