Να λοιπόν που ο Αλέξης Τσίπρας αναγκάζεται να υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις τις οποίες, εδώ και χρόνια, όφειλαν να πραγματοποιήσουν τα παραδοσιακά αστικά κόμματα. Οι ιδιωτικοποιήσεις, για καθαρά πραγματιστικούς (και όχι ιδεολογικούς) λόγους, είναι κάτι παραπάνω από ζωτικές για την οικονομική ανάπτυξη. Το ασφαλιστικό σύστημα έπρεπε να καταστεί βιώσιμο. Βεβαίως, στην πρώτη κυβερνητική θητεία του ο νυν Πρωθυπουργός ήταν παγιδευμένος στις ιδεοληψίες του. Θεωρούσε τα αναγκαία, ανάθεμα. Ο Τσίπρας δικαίως χρέωνε το «αποτυχημένο κράτος» (failed state), που βούλιαξε τη χώρα, στα δύο κυρίαρχα κόμματα της μεταπολίτευσης. Αυτά το έχτισαν για πελατειακούς λόγους. Oμως και ο ίδιος επεδίωκε να το συντηρήσει για ιδεολογικούς λόγους.
Η απαξίωση των δύο κομματικών πυλώνων της μεταπολίτευσης και κυρίως η αποτυχία τους στη διαχείριση της οικονομικής κρίσης προσέφεραν στον Τσίπρα την ευκαιρία να εκτοξευθεί εκλογικά. Ο Γιώργος Παπανδρέου διέθετε γενικώς και αορίστως μεταρρυθμιστικά ένστικτα. Στην πράξη όμως ήταν χαοτικός και ανερμάτιστος. Το κόμμα του είχε σαπίσει. Ο Σαμαράς ήταν ο πρώτος που άνοιξε την πόρτα του αντιπολιτευτικού λαϊκισμού. Ηταν στα χνάρια του που περπάτησε ο Τσίπρας. Ως πρωθυπουργός ο Σαμαράς σταθεροποίησε κάπως δημοσιονομικά την οικονομία. Ηταν όμως αντιμεταρρυθμιστής, ενώ τελικά επέστρεψε στο λαϊκιστικό DNA του. Τα δώρα του στον Τσίπρα περιελάμβαναν επίσης την υπερδεξιά στροφή της ΝΔ, που πήρε διαζύγιο από τον μεσαίο χώρο.
Αναφέρομαι διαρκώς στον Τσίπρα, διότι πολύ απλά αυτός είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Αποτελεί επίσης «φαινόμενο», διότι εκτόξευσε ένα κόμμα του 4% και πέτυχε τέσσερις εκλογικές νίκες. Ηταν ο καταλύτης για το γκρέμισμα των παθογενών κομματικών πυλώνων της μεταπολίτευσης. Σάρωσε τον μεσαίο χώρο, αν και δήλωνε «αριστερός». Οι ψηφοφόροι τον επέλεξαν βεβαίως όχι ως «αριστερό», αλλά ως κάτι διαφορετικό και φρέσκο. Λίγοι πίστεψαν τις προεκλογικές υποσχέσεις του. Επικρατώντας τον Ιανουάριο του 2015 διέθετε όλες τις προϋποθέσεις για μακροχρόνια κυριαρχία, αρκεί να άκουγε τη ρεαλιστική συμβουλή των περισσοτέρων ψηφοφόρων που τον επέλεξαν: «Διαπραγματεύσου σκληρά, αλλά κάνε τις περισσότερες υποχωρήσεις. Διότι οι εταίροι έχουν τους περισσότερους άσους». Δεν τους άκουσε όμως. Με τον ανεκδιήγητο Βαρουφάκη, μία ολέθρια επιλογή, έφθασε ένα βήμα πριν από την καταστροφή της χώρας και τη δική του αυτοκαταστροφή. Αναδιπλώθηκε σωτήρια. Με πρόσθετο κόστος όμως για την κοινωνία.
Κέρδισε καθαρά και τις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Αυτή όμως ήταν η μισή εικόνα. Η άλλη μισή ήταν ο σοβαρός πολιτικός αυτοτραυματισμός του. Σώθηκε τελικά από τη χειρότερη εικόνα των «παλαιών». Ενώ το βαρύτερο τραύμα του έχει ως εστία τη μεγαλύτερη εκλογική επιτυχία του: Το δημοψήφισμα! Καθώς, εκ των υστέρων, συντριπτικά ποσοστά το προσέλαβαν ως λάθος. Και δεν του συγχώρησαν ότι τους κατέστησε συνενόχους στο λάθος αυτό.
Ο Τσίπρας κινδυνεύει μόνο αν αυτοκαταστραφεί. Ομως, κάθε στοιχειωδώς αντικειμενικός παρατηρητής βλέπει πως διαρκώς μαθαίνει και εξελίσσεται. Εστω και επίπονα. Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ στρατηγικά και βουβά διολισθαίνει προς την Κεντροαριστερά. Εκεί άλλωστε υπάρχει και η πλειοψηφία των ψηφοφόρων. Ποια θα είναι λοιπόν η πορεία του Τσίπρα; Υπάρχουν στην πολιτική διαυγή και θολά σκηνικά. Στα διαυγή σκηνικά μπορούσα να μιλήσω, μετά τις εκλογές του 2012, για πύρρειο νίκη της ΝΔ. Ηταν επίσης εφικτό να ξεκινήσω, ένα χρόνο πριν από τις εκλογές του 2015, το βιβλίο μου «Η μεγάλη τιμωρία» με σενάριο μια νίκη Τσίπρα. Τώρα όμως το σκηνικό είναι πολύ πιο θολό.
ΥΓ: Τα βιβλία μου για την κρίση είναι τα: «Ο δρόμος προς την άβυσσο» (2011), «Πού οδηγείται η Ελλάδα» (2012), «Η μεγάλη τιμωρία» (2015), «Η νέα πράξη της ελληνικής τραγωδίας» (2016), από τις εκδόσεις Καστανιώτη.