Mε ποιον μοιάζει ο Μπόρις Τζόνσον; Εύκολο. Ολα –το μαλλί, η δημαγωγική γλώσσα, το τηλεοπτικό θράσος –θυμίζουν Ντόναλντ Τραμπ. Κι όμως, αν άκουγε κανείς προσεκτικά τον κήρυκα του Brexit στο τελευταίο μεγάλο ντιμπέιτ πριν από την κάλπη της Πέμπτης, μπορεί να έκανε άλλους συνειρμούς.
Ο Τζόνσον υποσχόταν ότι η Πέμπτη 23η Ιουνίου του 2016 θα είναι η «ημέρα Ανεξαρτησίας του έθνους μας». «Οι άλλοι μιλούν μόνο για φόβο… Αν ορθώσουμε το ανάστημά μας για τη δημοκρατία θα μιλάμε και για λογαριασμό εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων σε ολόκληρη την Ευρώπη που συμφωνούν μαζί μας, αλλά δεν έχουν φωνή».
Ανεξαρτησία. Εθνική κυριαρχία. Εθνική δημοκρατία. Το κάλεσμα του Τζόνσον ήταν πολύ οικείο στα ελληνικά αφτιά. Αλλά όχι από κάποια ομιλία του Τραμπ. Ο αντίλαλος έφθανε από αλλού. «Δεν θα ζητήσουμε την άδεια από τον κ. Σόιμπλε και τον κ. Ντεϊσελμπλούμ να προφυλάξουμε, να διαφυλάξουμε τη δημοκρατία στον τόπο όπου γεννήθηκε». «Εχουμε υποχρέωση πάνω απ’ όλα να υπερασπιστούμε το ελληνικό Σύνταγμα, τη λαϊκή κυριαρχία και την εθνική ανεξαρτησία». Κι ακόμη, το πιο κλασικό: «Το μόνο που έχει να φοβηθεί σήμερα ο ελληνικός λαός μετά από τόσα χρόνια λεηλασίας είναι ο ίδιος ο φόβος».
Ο αντίλαλος έφθανε από τη συνεδρίαση του ελληνικού Κοινοβουλίου, ακριβώς έναν χρόνο πριν, στις 28 Ιουνίου 2015. Από την ομιλία με την οποία ο Αλέξης Τσίπρας υπερασπιζόταν το δικό του δημοψήφισμα.
Οι συνέπειες του ελληνικού δημοψηφίσματος δεν μπορούν βέβαια να συγκριθούν με εκείνες του βρετανικού. Ο κίνδυνος ακρωτηριασμού της Ευρώπης που απετράπη πέρυσι στην Αθήνα, συντελείται φέτος στο Λονδίνο. Κι όμως. Παρά τις τεράστιες διαφορές στα μεγέθη, το ελληνικό δημοψηφισματικό πείραμα φαίνεται σήμερα σαν μικρή πρόβα του Brexit. Σαν προείκασμα της ιστορικής πληγής που άνοιξε από χθες με την ψήφο των Βρετανών.
Αντιευρωπαϊσμός διά πάσαν νόσον
Η κριτική περί δημοκρατικού ελλείμματος της Ευρώπης είναι τόσο παλιά όσο και η Ενωση. Ο ευρωσκεπτικισμός δαιμονοποιούσε πάντα τις Βρυξέλλες ως ένα μακρινό, γραφειοκρατικό μόρφωμα αποκομμένο από τους πολίτες των χωρών που μετέχουν στο εγχείρημα.
Ομως το φύραμα του σύγχρονου αντιευρωπαϊσμού είναι πολύ πιο σύνθετο. Στην αντιευρωπαϊκή ψήφο χωράνε όλων των ειδών οι ανασφάλειες. Η Ευρώπη είναι η μεγάλη οθόνη πάνω στην οποία προβάλλονται όλα τα «αντί»: η αντιπαγκοσμιοποίηση, ο αντινεοφιλελευθερισμός, η ξενοφοβία.
Ξημερώματα Παρασκευής, ζωντανά στο στούντιο του BBC, η Εμιλι Θόρνμπερι, βουλευτίνα των Εργατικών και υπέρμαχος του Remain, προσπαθούσε να απαντήσει γιατί ψήφισε όπως ψήφισε το εκλογικό σώμα. Η μαρτυρία της ακούγεται πολύ οικεία. Μια ψηφοφόρος τής είπε: «Εχω δύο γιους ενηλίκους. Μένουν κι οι δύο μαζί μου στο σπίτι. Κανένας από τους δύο δεν είναι σε θέση να συντηρήσει το δικό του σπίτι. Γι’ αυτό θα ψηφίσω να βγούμε από την Ευρωπαϊκή Ενωση».
Τα πέντε συστατικά
Οι περισσότεροι αναλυτές πάντως συμφωνούν ότι το πρόβλημα δεν περιορίζεται στη δυσπιστία προς τις Βρυξέλλες. Το νέο ρεύμα είναι η ριζική αμφισβήτηση όλων των ηγεσιών, εθνικών και υπερεθνικών –όλου του establishment, που στα ελληνικά το αποδίδουμε ως «σύστημα». Τέκνο αυτού του αντισυστημισμού είναι και ο Ντόναλντ Τραμπ. Μόνο που εκεί, αντί των Βρυξελλών, ο εχθρός είναι το «σύστημα» της Ουάσιγκτον.
Πρόκειται για μια αντιπαράθεση που έχει υποκαταστήσει τη διαίρεση Δεξιά – Αριστερά. Και φαίνεται έτσι να υποσκάπτει το μοντέλο της δυτικής δημοκρατίας, όπως αναπτύχθηκε μετά τον πόλεμο. Γι’ αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι εκφράζεται μέσα από τα δημοψηφίσματα –με μια διαδικασία αντικειμενικά ανταγωνιστική προς την αντιπροσωπευτικότητα και τον κοινοβουλευτισμό.
Το νέο δίπολο είναι σύστημα – αντισύστημα. Ή σύμφωνα με έναν άλλον ορισμό σύστημα εναντίον λαϊκιστών. Προσπαθώντας να περιγράψει αυτό το νέο τοπίο ο βρετανός ιστορικός Νάιαλ Φέργκιουσον κατέστρωσε πρόσφατα –μιλώντας τον Μάιο στο συνέδριο Zeitgeist Minds της Google –μια «συνταγή του λαϊκισμού». Σύμφωνα με τον Φέργκιουσον, τα συστατικά που καθιστούν εφικτή την ανάδυση του φαινομένου είναι πέντε: Πρώτον, αυξημένα μεταναστευτικά ρεύματα –που διεγείρουν τα αντίστοιχα ξενοφοβικά αντανακλαστικά. Δεύτερον, μεγάλες οικονομικές ανισότητες –που κάνουν ένα μέρος του πληθυσμού να αισθάνεται αποκλεισμένο. Τρίτον, η διαδεδομένη αντίληψη περί διαφθοράς –στη μορφή ότι οι «επάνω» δεν υπηρετούν πια τα συμφέροντα των «κάτω». Τέταρτον, μια μεγάλη οικονομική κρίση –ένα σοκ όπως αυτό του 2008. Και έσχατο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, το πρόσωπο. Ο καλός ποιμένας. Ενας ικανός δημαγωγός.
Ο Φέργκιουσον εμπνεύστηκε τη συνταγή του από την περίπτωση Τραμπ. Δεν είναι όμως δύσκολο να εντοπίσει κανείς τα συστατικά του και στην Ευρώπη –στην Ελλάδα της ατέρμονης ύφεσης, αλλά και στην Αυστρία, που παρ’ ολίγον να εκλέξει τον περασμένο Μάιο τον πρώτο ακροδεξιό της πρόεδρο. Στην Ισπανία της αθεράπευτης ανεργίας, αλλά και στη Γερμανία που βλέπει τους λαϊκιστές του AfD, του ευρωσκεπτικιστικού και ξενοφοβικού κόμματος, να μπαίνουν στα τοπικά Κοινοβούλια με διψήφια ποσοστά.
Η εύλογη απορία είναι πώς μπορεί κανείς να συγκρίνει μήλα με πορτοκάλια; Πώς μπορεί να βάζει στο ίδιο τσουβάλι την ευημερούσα Βρετανία και την άτρωτη Αυστρία με τις χειμαζόμενες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου;
Η απάντηση είναι ότι ο γερμανός συνταξιούχος που βλέπει τις αποταμιεύσεις του να καθηλώνονται στην εποχή των μηδενικών επιτοκίων δεν είναι λιγότερο ανασφαλής από τον έλληνα συνταξιούχο. Ο μικρομεσαίος στην Αυστρία που νιώθει ότι το κράτος του νοιάζεται περισσότερο για τους πρόσφυγες –ή για τους «σπάταλους Ελληνες» –δεν είναι λιγότερο θυμωμένος από τον ισπανό άνεργο.
Pasokification. Pasokisierung. Pasokisación
Το πόσο ισχυρός είναι αυτός ο πανικός δεν φαίνεται μόνο από τη ρητορική των λαϊκιστών που τον εκμεταλλεύονται. Φαίνεται και από τη στρατηγική αυτών που υποτίθεται ότι αναγνωρίζουν τον λαϊκισμό ως αντίπαλο. Οταν, τον περασμένο Απρίλιο, η Χίλαρι Κλίντον ανακοίνωνε την υποψηφιότητά της για την προεδρία των ΗΠΑ με ένα βίντεο, απευθύνθηκε στους «καθημερινούς Αμερικανούς» –τους «everyday Americans» –αποφεύγοντας συνειδητά να μιλήσει για μεσαία τάξη. Το σκεπτικό ήταν ότι ο όρος «μεσαία τάξη» δεν είναι πια ταυτισμένος με τη σταθερότητα και την οικονομική ασφάλεια.
Στην πορεία, η καμπάνια της Χίλαρι αναθεώρησε την επιλογή. Ωστόσο και μόνο το γεγονός ότι ο όρος που άλλοτε ήταν ταυτισμένος με το μεταπολεμικό οικονομικό θαύμα φέρει πλέον αρνητικές συνδηλώσεις αρκεί για να εξηγήσει την ιστορική καμπή.
Η μεσαία τάξη δεν αισθάνεται πια μεσαία. Και δεν εκφράζεται πολιτικά στον μεσαίο χώρο. Φάνηκε από την ασύμμετρη επιρροή που είχε η ρητορική της εθνικής αναδίπλωσης στο βρετανικό εκλογικό σώμα. Φαίνεται παντού στην Ευρώπη από τη βύθιση της σοσιαλδημοκρατίας, οι ψηφοφόροι της οποίας παροχετεύονται ακατάσχετα προς τα άκρα –βύθιση που ορίζεται πλέον διεθνώς σύμφωνα με το ελληνικό υπόδειγμα της Pasokification.
Λένε ότι η Ευρώπη είναι μια σοσιαλδημοκρατική ήπειρος, με την έννοια ότι οι ιδέες πάνω στις οποίες χτίστηκε, οι ιδέες του κοινωνικού κράτους, των ανοιχτών συνόρων, της αλληλεγγύης και της υπέρβασης των εθνικισμών είναι σοσιαλδημοκρατικής προέλευσης. Αν είναι έτσι, η Ευρώπη είναι πια μια σοσιαλδημοκρατική ήπειρος χωρίς σοσιαλδημοκράτες.
Η νίκη του Μπόρις Τζόνσον, η νίκη του Φάρατζ, είναι η πρώτη μεγάλη επικράτηση που καταφέρνει η Διεθνής του αντισυστημικού λαϊκισμού. Μέχρι τώρα η απειλή δεν είχε δικαιωθεί. Το Brexit είναι το πρώτο ενθαρρυντικό μήνυμα προς τις φίλιες δυνάμεις –όπως η Λεπέν ή ο Τραμπ –ότι όντως μπορούν να γυρίσουν το ρολόι. Μπορούν να γυρίσουν την Ιστορία. Την Ιστορία που εκ των υστέρων φαίνεται ότι έκανε την πρώτη της πρόβα πέρυσι στην Ελλάδα.