Ο Ζιλ Κεπέλ είναι ένας από τους κορυφαίους γάλλους ειδικούς στο Ισλάμ, καθηγητής μέχρι χθες στο Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού, τη φημισμένη Sciences Po, από την οποία μόλις αποχώρησε για να μετακομίσει σε μια άλλη πολύ σπουδαία για τη Γαλλία σχολή, την Ecole Normale Supérieure, η οποία προετοιμάζει ανώτερα στελέχη της Δημόσιας Διοίκησης. Τον τελευταίο καιρό μετά τα αλλεπάλληλα τρομοκρατικά χτυπήματα φανατικών ισλαμιστών, ο επιστημονικός κλάδος τον οποίο υπηρετεί ήρθε στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Συναντήσαμε τον Ζιλ Κεπέλ σε πρόσφατο πέρασμά του από την Αθήνα, όταν ήρθε να δώσει διάλεξη στο Γαλλικό Ινστιτούτο, προσκεκλημένος της Εταιρείας Σπουδών της Σχολής Μωραΐτη. Προσπαθήσαμε μαζί του να φωτίσουμε τα βαθύτερα αίτια όχι μόνο της δράσης της λεγόμενης «τρίτης γενιάς τζιχαντιστών» στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, αλλά και των πολέμων σε Ιράκ και Συρία, του προσφυγικού ζητήματος και του ρόλου που παίζει σε όλα αυτά ο «μαύρος χρυσός».
Εξέγερση κατά των ελίτ
«Οι αλλαγές στον αραβικό κόσμο άρχισαν να γίνονται ορατές ήδη από τη δεκαετία του 1970» λέει ο Κεπέλ. «Σήμερα υπάρχει εξέγερση των νεότερων γενεών που δεν έχουν γνωρίσει αποικιοκρατία. Πρόκειται με άλλα λόγια για μια εξέγερση εναντίον, κατά κύριο λόγο, των αραβικών ελίτ που πήραν την εξουσία μετά την απελευθέρωση των χωρών τους από την αποικιοκρατία. Ενδεχομένως κατηγορούν τις ελίτ αυτές και για συμπαιγνία με τη Δύση, αλλά αυτό είναι δευτερεύον. Το πιο σημαντικό είναι η εσωτερική σύγκρουση στους κόλπους των μουσουλμάνων για την εξουσία και την κατανομή του πλούτου καθώς στις περισσότερες μουσουλμανικές χώρες η κακοδιαχείριση και η διαφθορά κλείνουν τον κοινωνικό ορίζοντα για τις μεγάλες μάζες των νέων, με εξαίρεση τα κράτη-ραντιέρηδες που διαθέτουν πετρέλαιο. Παρότι σήμερα και αυτό ακόμη τίθεται υπό αμφισβήτηση. Αν το πετρέλαιο πρόκειται να παραμείνει σε μόνιμη βάση πέριξ των 30 δολαρίων το βαρέλι, τότε βαίνουμε προς μια κοινωνική και πολιτική έκρηξη άνευ προηγουμένου στην Αραβική Χερσόνησο, από όπου προέρχεται και η βασική χρηματοδότηση του σαλαφισμού και του τζιχαντισμού. Γιατί ο μουσουλμανικός κόσμος και ιδίως η Μέση Ανατολή στηρίζουν τη θέση και τη σημασία τους στον έλεγχο μεγάλου μέρους των υδρογονανθράκων, τους οποίους και εξάγουν. Διατρέχει με άλλα λόγια ο μουσουλμανικός κόσμος τον κίνδυνο να βρεθεί περιθωριοποιημένος λόγω της ανάπτυξης τη νέας, ψηφιακής, μεταενεργειακής οικονομίας» λέει.
Και συνεχίζει: «Μια τέτοια έκρηξη στη Μέση Ανατολή θα έχει οπωσδήποτε οξείες συνέπειες για την Ευρώπη, τον γείτονά της. Βλέπουμε ήδη τα σημάδια που το προαναγγέλλουν: τις τζιχαντικές τρομοκρατικές ενέργειες σε Γαλλία και Βέλγιο, από τη μια, και τις προσφυγικές ροές από Ιράκ, Αφγανιστάν και αλλού από την άλλη, οι οποίες πιέζουν ιδίως την Ελλάδα και τα Βαλκάνια. Κάτι τέτοιο θα έμοιαζε με ένα είδος επανάληψης της Ιστορίας, μια νέα επέκταση του αραβικού κόσμου προς την παλιά οθωμανική Ρούμελη, όχι βέβαια πια από γενίτσαρους αλλά από αυτούς που το σκάνε για να σωθούν από τους πολέμους και, επίσης, λόγω της δημογραφικής διαφοροποίησης: η Μέση Ανατολή και η Βόρεια Αφρική έχουν μεγάλο πληθυσμό άνεργων νέων, ενώ η Ευρώπη μετατρέπεται σε ένα τεράστιο, αραιοκατοικημένο γηροκομείο».
Σύγκρουση με τον Ρουά
Φέρνουμε την κουβέντα στις διαφορές ερμηνείας με τον Ολιβιέ Ρουά, που συχνά αποκτούν διαστάσεις βιαιότητας. Ο Ζιλ Κεπέλ είναι ευθύς: «Κατά τον Ολιβιέ Ρουά, οι τρομοκρατικές ενέργειες στη Γαλλία είναι απλώς η έκφραση μιας ισλαμοποίησης του ριζοσπαστισμού. Με άλλα λόγια είναι το νέο πρόσωπο του προ τεσσαρακονταετίας φαινομένου μιας νεολαίας ριζοσπαστικοποιημένης και μηδενιστικής, που οδήγησε στη δημιουργία οργανώσεων όπως οι Ερυθρές Ταξιαρχίες ή η 17 Νοέμβρη. Σε ό,τι με αφορά είμαι επιφυλακτικός απέναντι σε τέτοιες συγκρίσεις. Οπως έγραψα και στο πρόσφατο βιβλίο μου “Terreur sur l’ Hexagone”, νομίζω ότι ένα τόσο μαζικό φαινόμενο δεν εξηγείται παρά αν λάβει κανείς υπόψη τη ραγδαία ανάπτυξη της σαλαφιστικής ιδεολογίας στον σουνιτικό μουσουλμανικό κόσμο. Μιας ιδεολογίας που αρχικά πριμοδοτήθηκε από τη Σαουδική Αραβία, η οποία ήθελε έτσι να νομιμοποιήσει το καθεστώς της και την ιδιοποίηση των εσόδων από το πετρέλαιο, την ώρα που υποτίθεται ότι θα ήταν ο λίντερ ενός συνόλου χωρών στο οποίο θα λάμβανε χώρα αναδιανομή πλούτου.
Σήμερα, αυτή η σαλαφιστική ιδεολογία εξηγεί την ολική ρήξη ανάμεσα σε δύο θεωρούμενους διαφορετικούς κόσμους: τον κόσμο των αληθινών μουσουλμάνων, από τη μια, και των απίστων ή και των κακών μουσουλμάνων, των “αποστατών”, από την άλλη. Και κάθε φορά που αυξάνονται οι πολιτικές εντάσεις, ο σαλαφισμός ρέπει προς τον τζιχαντισμό. Είναι μια ιδεολογία που αναλαμβάνει δράση με βίαιο χαρακτήρα τόσο κατά των “απίστων” όσο και κατά των “αποστατών”, γεγονός που εξηγεί ότι δεν διστάζουν να χτυπήσουν και μέρη στα οποία συχνάζουν και μουσουλμάνοι. Οσο δεν κατανοούμε τη δυναμική του σαλαφισμού δεν κατανοούμε καθόλου το εύρος του σημερινού φαινομένου, που σε καμία περίπτωση δεν είναι ριμέικ του φαινομένου δημιουργίας των Ερυθρών Ταξιαρχιών».
Ο Ζιλ Κεπέλ δίνει τη δική του απάντηση και σε άλλες ερμηνείες του φαινομένου που έχουν δοθεί: «Υπάρχουν και άλλες αναλύσεις που λένε ότι αυτά που συμβαίνουν σήμερα έχουν να κάνουν με την εποχή της αποικιοκρατίας, θέλοντας να οικοδομήσουν μια αποικιοκρατική ενοχή. Την ανάλυση αυτή κάνουν παλαιοί τριτοκοσμιστές, που εξαφανίστηκαν από την πραγματική κοινωνία, αλλά είναι πάντα παρόντες στο πολύ συντηρητικό πανεπιστήμιο. Δεν βλέπω σε τι ο πόλεμος στη Συρία σήμερα συνδέεται με την αποικιοκρατική κυριαρχία.
Η σύγκρουση στη Συρία που γίνεται για την κυριαρχία στη Μέση Ανατολή, αντιπαραθέτει έναν άξονα σουνιτικό που περιλαμβάνει την Τουρκία και τα πετρελαϊκά βασίλεια της χερσονήσου και έναν άξονα σιιτικό που διευθύνεται από το Ιράν και στηρίζεται επίσης στο σιιτικό καθεστώς της Βαγδάτης, στο αλαουίτικο καθεστώς Ασαντ, στη Χεζμπολά του Λιβάνου και στους Χούτι της Υεμένης. Ο πόλεμος αυτός έχει κεντρικό διακύβευμα τον έλεγχο του Περσικού Κόλπου και των υδρογονανθράκων. Το Ιράν είναι μια μεγάλη χώρα με πληθυσμό 80 εκατ., με μια μορφωμένη μεσαία τάξη και έχει επιβιώσει από τις επαναστατικές αναταράξεις και πλέον έχει επανενταχθεί στη διεθνή κοινότητα. Πρόκειται για κράτος που μπορεί να αμφισβητήσει την ισχύ της Σαουδικής Αραβίας, η οποία μέχρι πρόσφατα διέθετε τη στήριξη των ΗΠΑ. Ομως οι ΗΠΑ δεν θα συγχωρήσουν ποτέ στους Σαουδάραβες την 11η Σεπτεμβρίου, ενώ σήμερα τους θεωρούν υπόπτους για υποστήριξη του ριζοσπαστικοποιημένου σαλαφισμού. Και σκέφτονται ότι το Ιράν, απαλλαγμένο από τα τελευταία υπολείμματα της ισλαμικής εξέγερσης, θα μπορούσε να γίνει ξανά αντίβαρο. Το παράδοξο είναι ότι Ρωσία και ΗΠΑ, έστω και σε διαφορετική δοσολογία, υποστηρίζουν και οι δύο, κατά κάποιο τρόπο, τον ιρακινό άξονα και μοιάζουν από αυτή την άποψη να βρίσκονται στο ίδιο στρατόπεδο. Για όλους αυτούς τους λόγους, η δυτική αποικιοκρατία άλλων εποχών δεν μου φαίνεται να μπορεί να ερμηνεύσει τα πάντα. Οι εντελώς απολιθωμένοι τριτοκοσμιστές μοιάζουν ανίκανοι να πάρουν υπόψη τα πραγματικά πολιτικά υποκείμενα, που μάχονται για την τοπική και περιφερειακή εξουσία της Μέσης Ανατολής» καταλήγει.
Το καμπανάκι για την Ελλάδα
Για την παρουσία πυρήνων ισλαμικού εξτρεμισμού σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις αλλά και για το πέρασμα ορισμένων ακραίων ισλαμιστών από την Ελλάδα, ο Ζιλ Κεπέλ ζητεί να είμαστε σε επαγρύπνηση: «Ενα από τα προβλήματα της Ελλάδας είναι ότι ανάμεσα στους πρόσφυγες κρύβονται και μερικοί τζιχαντιστές, όπως αυτοί που έκαναν τις τρομοκρατικές ενέργειες στο Παρίσι. Οι τζιχαντιστές εντοπίζουν κράτη όπου η αστυνομία έχει υπερβολικά πολλά προβλήματα να λύσει και εγκαθιστούν συνδέσμους. Ο Αμπαούντ, κεντρικός οργανωτής των χτυπημάτων στο Παρίσι, είχε εντοπιστεί στην Αθήνα. Το ίδιο συνέβη με το Βέλγιο όπου οι διαιρέσεις Φλαμανδών και Βαλόνων μειώνουν αισθητά την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών ασφαλείας. Αυτό ίσως εξηγεί ότι το Βέλγιο έγινε ο Νο 1 τόπος συγκέντρωσης τζιχαντιστών στην Ευρώπη. Δημιουργήθηκε λοιπόν στο Μολεμπέκ ένας ισχυρός πυρήνας που χρηματοδοτήθηκε από το λαθρεμπόριο ναρκωτικών. Μερικά κράτη είχαν την αυταπάτη ότι αν έδιναν άσυλο στους φανατικούς δεν θα γίνονταν τα ίδια στόχος. Ωστόσο η μετατροπή του Λονδίνου σε Λοντονιστάν δεν εμπόδισε –το αντίθετο –τις τρομοκρατικές ενέργειες του 2005 και του 2007. Ενώ και το Βέλγιο χτυπήθηκε με τη σειρά του όταν όσοι απέμειναν από τους τζιχαντιστές που χτύπησαν το Παρίσι, βλέποντας ότι θα αποκαλυφθούν και αυτοί, αποφάσισαν να δράσουν άμεσα στο Βέλγιο πριν ο πυρήνας τους διαλυθεί».