Παρακάμπτοντας την καλοκαιρινή ραστώνη, οι εκδόσεις Μικρή Άρκτος επιστρέφουν στην αγορά του βιβλίου, βγάζοντας στα ράφια των βιβλιοπωλείων τρία νέα έργα που κατατάσσονται στην κατηγορία της ποίησης.

Πρόκειται για το «Ελπηνώρ» του Νίκου Χρυσικόπουλου, το «Απερίσπαστος Πλοηγός» του Γιώργου Ανδρέου και το «Χωματουργικά» του Δημήτρη Πέτρου.

Στο «Ελπηνώρ», ο Νίκος Χρυσικόπουλος πλάθει με το δικό του τρόπο την ιστορία του αδικοχαμένου και σχεδόν απαρατήρητου πολεμιστή της Οδύσσειας μέσα από έξι ποιήματα –επεισόδια.

Αν και είναι η πρώτη ποιητική συλλογή του μόλις 23 ετών δημιουργού, καταφέρνει με ύφος άμεσο και ειλικρινές να δίνει τις περιπέτειες του συντρόφου του Οδυσσέα, σεβόμενος πάντα το μύθο.

Γιατί όμως ο ίδιος επέλεξε για πρωταγωνιστή των ποιημάτων του ένα σχετικά άγνωστο πρόσωπο της ελληνικής μυθολογίας; «Εμένα μου κεντρίζει περισσότερο το ενδιαφέρον ένα πρόσωπο το οποίο, έχοντας μείνει στο περιθώριο της αφήγησης, φαντάζει μυστηριώδες κι αινιγματικό. Κι αυτό για δύο λόγους. Πρώτον, με γοητεύει η ιδέα του κρυφού κόσμου ενός προσώπου, της ιστορίας που δεν έχει φανερωθεί, κι ο Ελπήνωρ μου το δημιούργησε αυτό περισσότερο από κάθε άλλο ομηρικό χαρακτήρα. Δεύτερον, μου αρέσει το γεγονός ότι μπορώ να αναπλάσω πιο ελεύθερα έναν χαρακτήρα για τον οποίο ο συγγραφέας δίνει λίγες, αλλά ενδιαφέρουσες, πληροφορίες», δηλώνει ο ίδιος στα «Νέα».

Στο βιβλίο, ο Χρυσικόπουλος παίζοντας με τις ισορροπίες ανάμεσα στην κωμικότητα και την τραγικότητα, περνάει καθαρά στον αναγνώστη του την μικρή περιπέτεια του ήρωά του. Πάντα σε κάποιο συσχετισμό με την αρχική ιστορία του στην Οδύσσεια. «Εχει ιδιαίτερη σημασία για το νόημα των ποιημάτων μου το δίπολο Ελπήνωρ –Οδυσσέας, το δίπολο δηλαδή που έχει απ’ τη μία έναν αφανή ‘αντιήρωα’, και απ’ την άλλη έναν λαμπερό ήρωα. Θέλησα να δώσω νέο νόημα σ’ αυτό το δίπολο εστιάζοντας στο γεγονός ότι η επιτυχία του Οδυσσέα να επιβιώσει συνέβη μερικές φορές εις βάρος χαρακτήρων όπως ο Ελπήνωρ, γεγονός που δημιουργεί ερωτηματικά όσον αφορά στον ηθικό ηρωισμό του Οδυσσέα» λέει με νόημα και συνεχίζει.

«Επιπλέον, θέλησα να παίξω με την ιδέα ότι πίσω απ’ την κακή εντύπωση που μπορεί ν’ αφήνει ένας φαινομενικά δειλός κι επιπόλαιος Ελπήνωρ απέναντι σε πρακτικούς και μη στοχαστικούς συντρόφους, μπορεί να κρύβεται ένας πολύ αξιόλογος και ενδιαφέρων άνθρωπος ο οποίος δεν έχει βρει ακόμη το χώρο και το χρόνο να εξελιχθεί και ν’ αναδειχθεί», καταλήγει.

Από την πλευρά του ο Γιώργος Ανδρέου, έχοντας υπογράψει μέχρι σήμερα δεκάδες τραγούδια στιχουργικά, θέλησε να αναμετρηθεί τώρα με την ποίηση, εκδίδοντας την πρώτη του συλλογή.

Στον «Απερίσκεπτο πλοηγό», 45 ποιήματα έρχονται για πρώτη φορά στο φως της δημοσιότητας, έπειτα από αρκετά χρόνια επεξεργασίας τους.

Πρωταγωνιστής των κειμένων, είναι ο δαίμονας Χρόνος που συνομιλεί με τον Απερίσκεπτο πλοηγό με όνειρα, εφιάλτες, βιώματα και ιστορίες. Φέρνοντας έτσι στην επιφάνεια αυταπάτες, επανενδύοντας αφηγήσεις ή αποκαλύπτοντας εκ νέου χαμένους ορίζοντες προκειμένου να οδηγήσει το ταξίδι μιας ζωής στην πορεία της συνείδησής της, δηλαδή στην βαθύτερη κατανόησή της.

Όπως δηλαδή κάνει συνήθως και ο Ανδρέου τα τραγούδια του συνήθως. «Η γλώσσα είναι «φυλακή», αφού κάθε λέξη της αφορά κάτι που υπάρχει στον κόσμο, υλικό ή άυλο. Η γλώσσα απειλεί με την κυριολεξία. Εκεί «επεμβαίνει» η ποίηση και με τη μεταφορικότητα, τους ελεύθερους και απρόβλεπτους συνειρμούς και την ηχώ του υποσυνείδητου (όλα δικά της «εργαλεία») απελευθερώνει τη γλώσσα και γεννά μια Τρίτη πραγματικότητα, την ποιητική θέση. Δύσκολη διαδρομή, όχι όπως της μουσικής –εκεί οι ήχοι «ερμηνεύονται» από τον ακροατή… κατά βούληση. Μιλάμε τελικά για ένα ζήτημα αποτύπωσης της δημιουργικής ελευθερίας», επισημαίνει ο ίδιος στα «Νέα».

Μετά την «Α’ Παθολογική» με την οποία συστήθηκε στο κοινό, ο Δημήτρης Πέτρου επιστρέφει με 25 νέα ποιήματά του.

Στα «Χωματουργικά» ο ποιητής κάνει με τους στίχους του μια περιπλάνηση στην υγρή μακεδονική γη. Διαμέσου ποταμών και άλλων υδάτων, διαπερνάει τις ακτογραμμές του Βορείου Αιγαίου, απολαμβάνοντας το ιδιαίτερο κάθε φορά τοπίο.

Με τον δικό του τρόπο, λοιπόν, αναδεικνύει την φύση σε βασικό πρόσωπο των δημιουργιών του. «Τη φύση την αντιλαμβάνομαι πρώτα ως δύναμη. Μια δύναμη που-συν τω χρόνω-έρχεται να σκεπάσει, να εκθεμελιώσεικάθε ανθρώπινη δραστηριότητα, ελπίδες και όνειρα, αλλά και κάθε ανθρώπινο πόνο. Από αυτή την άποψη είναι λυτρωτική Στα ποιήματά μου δεν θα τη δείτε να συμπαραστέκεται, να παρηγορεί. Η ομορφιά της είναι η αδιαφορία της. Όσο κι αν θέλουμε να της δώσουμε μεταφυσικές προεκτάσεις, εκείνη συνεχίζει το έργο της και συχνά μας θυμίζει πόσο πεπερασμένοιείμαστε. Όταν αποδεχτούμε αυτή τη σκληρότητα, τότε η φύση μπορεί να λειτουργήσει και σαν κρύπτη», δηλώνει στα «Νέα».