Οι συμβολισμοί είναι το ψωμοτύρι της Ιστορίας. Εξάλλου, όπως έχει εύστοχα διατυπωθεί, η πολιτική είναι διαχείριση συμβόλων. Από τον Ομηρο μας έρχεται η έννοια της Αγοράς Λαού, που δεν σημαίνει παρά τον χώρο όπου συγκεντρώνεται ο λαός για να συζητήσει, να ακούσει, να αγοράσει, να πουλήσει τα προϊόντα της γης του και του επιτηδεύματός του. Η Αγορά είναι ένας τόπος συναλλαγής, επικοινωνίας, ανταλλαγής ιδεών, οραμάτων, θρήνων, προϊόντων, αντιπαλότητας και ομοφροσύνης. Στην Αρχαία Αγορά των Αθηνών ακούστηκαν τα σημαντικότερα πράγματα που ανέδειξε η ελληνική γλώσσα. Από τον Σόλωνα έως τον Περικλή και από τον Ισοκράτη έως τον Σωκράτη, τον Δημοσθένη. Η Αγορά είναι το σκηνικό των «Αχαρνέων» του Αριστοφάνη και η Αγορά ο τόπος όπου μονομάχησαν δύο θεατρικοί δημαγωγοί στους «Ιππής» του. Στην Αγορά το βήμα των ρητόρων ήταν στην Πνύκα, δίπλα στον Αρειο Πάγο, και ο Αρειος Πάγος ήταν ο πρώτος μέγας δημοκρατικός θεσμός, αφού με απόφαση του Σόλωνος συγκροτήθηκε ένα σώμα πολιτών που δίκαζε εγκλήματα αίματος, αφαιρώντας πλέον αυτό το προνόμιο από το θείον.

Σ’ αυτό λοιπόν το βήμα όπου λειτούργησε ο ελεύθερος διάλογος, η ουσία της Δημοκρατίας στους αιώνες τιμήθηκε πολλές φορές. Και βεβαίως εκεί στην Πνύκα, δίπλα στον Αρειο Πάγο και μέσα στην Αρχαία Αγορά, ο Απόστολος Παύλος απευθύνθηκε στους Αθηναίους της αδιέξοδης πλέον ιδεολογικά εποχής, στην κατείδωλον Αγορά των Αθηνών, για να τους φέρει το μήνυμα του Ψαρά της Ιουδαίας.

Αλλά και σ’ αυτόν τον Αρειο Πάγο και στην Πνύκα μίλησε ο Κολοκοτρώνης στους νέους της μετεπαναστατικής εποχής. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς, που στις Πράξεις Αποστόλων καταθέτει τη μαρτυρία της ομιλίας του Παύλου στην Πνύκα, γράφει πως ούτε σ’ εκείνη τη συνάθροιση έλειψε το κλασικό ιστορικό σύνδρομο των αθηναίων πολιτών. Η διαφωνία, η διαίρεση, η ειρωνεία και η αμφιβολία. Οταν ο Απόστολος τελείωσε την ομιλία του, τον πλησίασαν οι φιλοσοφικές λέσχες της Αθήνας (πλατωνικοί, αριστοτελικοί, πυθαγόρειοι, εριστικοί, επικούρειοι, στωικοί κ.τ.λ.) και ρωτούσαν, απορούσαν, ζητούσαν διευκρινίσεις και ορισμούς και πυρήνες σκέψης. Και όταν άκουσαν πως ο Απόστολος κήρυττε Χριστόν γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, τέκνον Παρθένου, υιόν Θεού, που πέθανε και ανεστήθη, οι περισσότεροι δύσπιστοι έφυγαν χλευάζοντας. Αλλά έμειναν οι στωικοί με τον πνευματικό τους πατέρα, τον Αρεοπαγίτη Διονύσιο. Ακουσαν, πίστεψαν και με πρώτο επίσκοπο εκείνον συγκρότησαν την πρώτη χριστιανική εκκλησία της Αθήνας.

Σ’ αυτόν λοιπόν το συμβολικά σημασμένο χώρο της ανταλλαγής των ιδεών και του διαλόγου μίλησε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης προς τη νεολαία του έθνους. Και τους μίλησε για ενότητα, για γόνιμη ανταλλαγή απόψεων, για ζύμωση ιδεών, για πατριωτική ευθύνη και αποσκοράκισε τη διχόνοια, τον διχασμό, το εμφύλιο μίσος, τον αδελφοκτόνο πόλεμο.

Ο ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ. Και ο στρατηγός, απόστρατος πλέον, αντί να αναπαύεται στις δάφνες του, φοβάται, τρέμει γιατί είδε και έπαθε, έχει πάνω στο πετσί του τις βαθιές χαρακιές της προδοσίας, της έχθρας και της ενδοφυλετικής έριδας. Ο άνθρωπος που παρέλαβε έναν συρφετό και πρώτος αυτός στην ιστορία της Ευρώπης οργάνωσε λογικά τον ανορθόδοξο πόλεμο για να αντιμετωπίσει πάνοπλους και εξοπλισμένους με σύγχρονα μέσα στρατούς, διώχτηκε από τους συναγωνιστές του, καταδικάστηκε σε θάνατο από τις πολιτικές φατρίες, αποξενώθηκε από τους στρατιώτες του την πλέον κρίσιμη ώρα του αγώνα. Στην καμπή.

Οταν πια είχε περάσει η μπόρα και γενναιόδωρος ξεχνάει τα φυλετικά, πολιτικά και κοινωνικά μίση, στρέφεται στη νέα γενιά για να τους μεταδώσει το μήνυμα που ουρλιάζουν οι πληγές του και η πείρα του. Για να τους νουθετήσει ως αυθεντικός πατέρας του έθνους και να τους αποτρέψει από τις κληρονομικές αρρώστιες της φυλής. Πόσο βαθιές στον χρόνο. Από την πρώτη γραπτή μαρτυρία της ελληνικής αφηγηματικής παράδοσης, αφού ο πρώτος στίχος της «Ιλιάδας» μιλάει για την «μήνιν», την οργή του Αχιλλέα όχι απέναντι στους Τρώες, αλλά στην έριδά του με τον Αγαμέμνονα. Και έκτοτε συνεχίζεται η σκυταλοδρομία διχασμών, η κατάρα αυτού του τόπου.

Ηταν λοιπόν καίρια η πρωτοβουλία του Σταμάτη Κραουνάκη να επαναφέρει στη μνήμη των νεοτέρων, σε μια πάλι εποχή διχασμών και ερίδων, τον λόγο του Κολοκοτρώνη προς τους νέους την 8η Οκτωβρίου 1838 στην Πνύκα.

Τον λόγο αυτό τον διασώζει ο μεγάλος Ελληνας Τερτσέτης, ο δικαστής που αθώωσε τον κατάδικο Κολοκοτρώνη αλλά και ο λόγιος στον οποίο οφείλουμε δύο σωσίβια. Από τη μια ώθησε μαζί με τον Σπυρίδωνα Τρικούπη τον Διονύσιο Σολωμό να γράψει ελληνικά την ποίησή του και από την άλλη έγραψε καθ’ υπαγόρευσιν τα απομνημονεύματα του Κολοκοτρώνη, ωθώντας και τη ζήλεια του Μακρυγιάννη να γράψει τα δικά του!.. Αλλά και άλλους αγωνιστές να απευθυνθούν σε «γραμματικούς» και να έχουμε σήμερα ένα έξοχο κόρπους μαρτυριών.

Ο Κραουνάκης είχε την έμπνευση να παρουσιάσει τον λόγο του Κολοκοτρώνη στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου για να επαναφέρει στη μνήμη μας τον κοινό λόγο των αγωνιστών του Εικοσιένα, που λημεριάζοντας συχνά στα αρχαία ερείπια τόνιζαν: «Γι’ αυτά πολεμάμε»!

Ακουσα κάποιες ανόητες αντιρρήσεις γιατί ο Κραουνάκης δεν επέλεξε έναν αρειμάνιο ηθοποιό με περικεφαλαία να εκφωνήσει τον λόγο και μας χάρισε τη χαρά να τον απολαύσουμε από τη χαρισματική παρουσία και την ώριμη φωνή της Ελένης Ουζουνίδου. Μα γιατί, ευλογημένοι, ο λόγος του Γέρου του Μοριά είναι στην ουσία λόγος θηλυκός. Προσοχή: Μητρικός. Ο πόλεμος, η αμάχη, οι αντιπαλότητες είναι ανδρικές, πανάρχαιες, αλλά όχι διαιώνιες αμαρτίες. Οι μεγάλοι αιώνες της προϊστορίας είναι τα χρόνια που κυβέρνησαν οι ειρηνικές γυναίκες, της γέννας και του νανουρίσματος. Οχι της σάλπιγγας και του κουρνιαχτού.

Η Ουζουνίδου ως Μητέρα Πατρίδα (τι φοβερή, αμετάφραστη σε άλλη γλώσσα, έννοια! Μητέρα Πατρίδα!..) με λόγο μεστό, με έξοχο ρυθμό, με ελεγχόμενο πάθος, με τρυφερότητα, αλλά και πειθώ αυστηρή εκφώνησε τη νουθεσία του Γέροντα Αγωνιστή.

Αλλά ο Κραουνάκης δεν περιορίστηκε στον έξοχο λόγο, παρών στη σκηνή με το πιάνο του και έναν λιτό παίκτη μπουζουκιού έγραψε εξαίσια μελωδία για να τραγουδηθούν από μια θαυμάσια ασκημένη ομάδα συνεργατών του (Γεροντίδης, Καραθανάσης, Μπουγιώτης, Στιβανάκης, Φλέουρας –μπουζούκι ο Πράπας) αποσπάσματα από τον «Θούριο» του Ρήγα Βελεστινλή. Μεγάλη συμβολική πράξη, αφού για να καρποφορήσουν οι ιδέες που εκφράζει ο Γέρος χρειάζονται το αίμα των μαρτύρων ως θεμέλιο.

Μουσική σύνθεση και διδασκαλία:

Σταμάτης Κραουνάκης

Εικαστική εγκατάσταση:

Γιώργος Ξένος

Φωτισμοί:

Κώστας Μπλουγουράς

Ηχος:

Δημήτρης Σωτηρόπουλος

Μπουζούκι:

Βάιος Πράπας

Ερμηνείες:

Ελένη Ουζουνίδου, Χρήστος Γεροντίδης, Σάκης Καραθανάσης, Κώστας Μπουγιώτης, Γιώργος Στιβανάκης και Χάρης Φλέουρας

Μπουζούκι: Βάιος Πράπας