Ομολογουμένως, δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει. Οι τροπολογίες της τελευταίας στιγμής είναι συνήθης παθολογία ή προσφιλής πρακτική –διαλέγετε και παίρνετε –των εν Ελλάδι κυβερνήσεων. Αλλο θέμα, βέβαια, ότι η πρώτη φορά Αριστερή διακυβέρνηση αυτοδιαφημιζόταν ως άλλο –υγιές και ανόθευτο –μοντέλο εξουσίας ακόμη και σε θέματα κοινοβουλευτισμού. Μόνο που αυτές τις διαβεβαιώσεις τις πάτησαν οι ΠΝΠ στις οποίες είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς οι κυβερνώντες. Κι ας τις καυτηρίαζαν ως αντιπολιτευόμενοι.

Τελικά, το να έρχεσαι στην εξουσία στην Ελλάδα –από όποιο κόμμα κι αν προέρχεσαι –σημαίνει να κάνεις ως κυβέρνηση τα ακριβώς αντίθετα από αυτά που έλεγες όταν ήσουν στην αξιωματική αντιπολίτευση. Παρ’ όλ’ αυτά, το θερινό έπος τροπολογιών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έχει κάποιες ιδιομορφίες. Δεν είναι μόνο η πρωτοτυπία Κατρούγκαλου ο οποίος υπερασπίστηκε τροπολογία προτού αυτή κατατεθεί. Είναι –πέρα από τους συνήθεις ψυχαναγκασμούς των φωτογραφικών ή μη διευθετήσεων –ένα κλίμα πρεμούρας που φαίνεται να έχει καταλάβει τη συμπολίτευση. Μια προσπάθεια για γρήγορες εμβαλωματικές λύσεις στα κοινωνικά μέτωπα και για κινήσεις εντυπωσιασμού σε πεδία όπως η παιδεία.

Για όποιον μπορεί να διακρίνει καθαρά, όλα αυτά ιχνογραφούν την προσπάθεια της κυβέρνησης να αντιδράσει στην αποσυσπείρωση των οπαδών των κομμάτων που την απαρτίζουν. Η αποσυσπείρωση έπεται της απογοήτευσης από τη διακυβέρνηση και της αποστράτευσης των υποστηρικτών της. Προηγείται ελαφρά της αποστροφής –που, όταν επέλθει οριστικά, τότε μια κυβέρνηση έχει περάσει το σημείο της μη επιστροφής. Δηλαδή δεν μπορεί να ανακάμψει.

Φυσικά, με τροπολογίες, κορδέλες και τα γνωστά φύκια δεν γίνεται δουλειά. Η χώρα θέλει κατεύθυνση και όραμα –αλλά πώς να τη βρει από τη δρακογενιά που γέρασε προώρως στα λατομεία των Μνημονίων όπου κυνηγάει φαντάσματα και φαντασιώνεται συνωμοσίες;