Καλά μας τα λέτε, κυρά Εξουσία, κυρά Ευρώπη, κυρά Γερμανία, κυρά Ελληνική Πολιτική. Ομως εμείς πώς θα ζήσουμε; Πώς θα θρέψουμε τα παιδιά μας; Κάπως έτσι στάθηκε η «τάξη», ο Χορός εν προκειμένω εκείνων που στους ώμους τους έχουν το βάρος της θρέψης, των αποφάσεων για τη ζωή τους και τη ζωή των παιδιών τους, των αποφάσεων για το παραπέρα, απέναντι στην «τάξη» των βασιλιάδων και στον «σούπερ ήρωά» της, τον Οιδίποδα, στην τραγωδία του Σοφοκλή που ένωσε δύο ιστορικά θέατρα, το Εθνικό της Ελλάδας και το 95χρονο Βαχτάνγκοφ της Μόσχας, και τρεις – τέσσερις λαλιές: ελληνικά, ρωσικά, λιθουανικά και επικουρικά (ως διεθνή γλώσσα) αγγλικά.

Με κοστούμια και όχι με τους αρχαΐζοντες χιτώνες των βασιλέων και των παρατρεχάμενών τους. Χορός ρόλων, μονάδων, αλλά και συνόλου, δουλεμένος, σπουδαγμένος από τον συνθέτη, σκηνοθέτη και αναπληρωτή διευθυντή του Εθνικού Θοδωρή Αμπαζή. Εκείνος είχε την ιδέα να είναι 40χρονοι και 50χρονοι τα μέλη του Χορού. Οχι γέροντες. Γιατί αυτή η μέση ηλικία είναι που σηκώνει το βάρος. Την είπε στον λιθουανό σκηνοθέτη του ρωσικού θεάτρου Ρίμας Τούμινας κι εκείνος τη δέχτηκε με χαρά. Εχοντας ανοιχτά τα αφτιά και τις αισθήσεις του σε προτάσεις. Συνεργασίας και συνοδοιπορίας. Αυτό έκανε και ο Χορός που προετοίμασε δυόμισι μήνες («ποτέ άλλοτε δεν είχα τέτοια πολυτέλεια» μου είπε) ο Θοδωρής Αμπαζής. Κάνοντας την πρώτη από τις πολλές πολιτικές πράξεις που ενσωμάτωσε τούτος ο «Οιδίπους τύραννος» του Εθνικού και του Βαχτάνγκοφ, που χειροκροτήθηκε θερμά από πάνω από 9.500 θεατές (και μάλιστα την Παρασκευή κατέληξε σε τέσσερις «αυλαίες», με τη δεύτερη να συνδυάζει εναγκαλισμούς ελλήνων και ρώσων ηθοποιών με ηχητικό φόντο πανηγυρική μουσική).

«Δουλέψαμε, εμβαθύναμε, για να είμαστε διαθέσιμοι και ανοιχτοί στην ψυχή και στο μυαλό στον “άλλο” θίασο, τους Ρώσους, ώστε να αρχίσουμε πλέον στις τελικές πρόβες να παράγουμε από κοινού. Αυτό που βγήκε από αυτή τη συνάντηση ήταν το ουσιαστικό μάθημα για τους ηθοποιούς μας, που –πέρα από την Επίδαυρο –στις 15 Νοεμβρίου στη Μόσχα, στη γιορτή για τα 95χρονα του Βαχτάνγκοφ, θα αντιπροσωπεύσουν το ελληνικό θέατρο επί σκηνής».

Ο Χορός, σαν σύγχρονος Ελληνας, με τα μάτια ορθάνοιχτα από απορία και προσμονή για μια λύση στο πρόβλημά του (στην τραγωδία του Σοφοκλή είναι ο λοιμός, σήμερα η οικονομική κρίση), ήταν σαν να έλεγε στην τάξη των βασιλέων και στον «σούπερ ήρωά» τους, όπως γλαφυρά μου το περιέγραψε ο Θοδωρής Αμπαζής, «συγγνώμη, δεν καταλαβαίνω τι μου λες. Εχω πρόβλημα. Αύριο πεθαίνω». Δραματικά. Εξού και οι έλληνες ηθοποιοί δούλεψαν τον Χορό με τη σκέψη ότι κρατούν ένα μωρό, το μωρό τους, στην αγκαλιά που αύριο μπορεί και να πεθάνει αν δεν βρουν λύση. Πολιτική στάση και αυτή της παράστασης.

Το τρίτο πολιτικό στοιχείο ήταν η… έλευση των Ρώσων. Με τα ρωσικά τους. Σαν ακαταλαβίστικα για τον έλληνα Χορό. Σαν σκηνοθετικό εύρημα που ενίσχυσε ο Ρίμας Τούμινας. «Μπλεκόμαστε σε έναν κυκεώνα της εξουσίας που λέει και κάνει τόσα, τα οποία δεν τα καταλαβαίνει ο κόσμος που έχει το πρόβλημα και περιμένει σαστισμένος, σε απόγνωση. Αυτό σου φέρνει δάκρυα στα μάτια» όπως λέει ο Θοδωρής Αμπαζής, η ελληνική «γέφυρα» στην παράσταση «των Ρώσων».

Παρότι συνθέτης, ο ίδιος δεν εμβόλισε με μουσική υπόκρουση τον λόγο του Χορού (που για πρώτη φορά διαβάστηκε στους υπέρτιτλους της Επιδαύρου σε τρεις γλώσσες: αγγλικά, ελληνικά και ρωσικά). «Αυτή η πολύστομη φωνή, αρχικά α καπέλα, ήταν σαν να έβγαινε μέσα από το χώμα, τη γη. Ο καθαρός ελληνικός λόγος, η ελληνική γλώσσα. Σαν να μιλάει ο τόπος». Σαν να ρωτάει ο τόπος τους ισχυρούς, θα προσέθετα. Κι έπειτα έμπαινε η μουσική, με φόντο τον τεράστιο ζοφερό κύλινδρο του σκηνικού.

Με τέτοιες –βαθιά και ουσιαστικά πολιτικές εν τέλει –προθέσεις και σκηνικές πράξεις διαβάστηκε και, όπως φάνηκε, κατανοήθηκε από το κοινό της Επιδαύρου τούτος ο συμπαράγωγος «Οιδίπους τύραννος». Τόσο σημερινός όσο και τα ερωτήματα του (σημαντικού) Χορού. Αλλο αν επένδυσαν στον «σούπερ ήρωά» τους, που ποιητικά και όχι αιματηρά τον έχασαν. Σ’ αυτό το πολιτικό παιχνίδι υπάρχει κι αυτή η έκβαση. Το ‘χει πει η αρχαία τραγωδία –κι αυτό.