–Μαμά, πάω Κουφονήσια διακοπές.

Γιατί κορίτσι μου;

–Δεν ξέρω πώς να το απαντήσω αυτό.

Τι είναι τούτο το κουφονήσια και το κουφονήσια πχια;

–Δυο νησάκια, Ανω Κάτω Κουφονήσια.

Και Ανω Κάτω Κυψέλη υπάρχει, πάει κανείς διακοπές; Ανω κάτω έγινα πάλι.

–Τα Κουφονήσια είναι στις Κυκλάδες.

Από πότε;

–Απ’ τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους.

ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΘΑΙΝΩ ΤΩΡΑ;;;

–Σ’ το κρύβαμε μην ταραχτείς.

Ολα τελευταία τα μαθαίνω πχια; Και γιατί το λένε κουφονήσια τώρα αυτό;

–Τώρα που θα πάω θα ρωτήσω.

Ακούν οι κάτοικοι ή είναι κουφοί;

–Βέεεεβαια, όλοι τους, ρωτάς κάτι σου απαντάν στη νοηματική.

Γιατί παιδί μου δεν πας σ’ κάνα νησί πιο συσταζούμενο;

–Συσταζούμενο όταν λέμε;

Μια Ρόδο ξερωγώ. Μια Κρήτη, μια Κέρκυρα;

–Μια πάπια μια χήνα μια Κατερίνα.

Εκεί που πάν όοολοι οι νέοι του καλού του κόζμου.

–Να το τσεκάρω πρώτα με τον Πάρι Κασιδόκωστα;

Κι αυτό το πράμα το κουφονήσια έχει πολιτιζμό, νερό, ρεύμα;

–Ρεύμα ντιπ. Κάθε βράδυ τα παλικάρια του χωριού φέρνουν τις δάδες με τις φλόγες. Υστερις, εμείς οι μαυρομάτες και οι σμιχτοφρύδες πηδάμε του αϊ Γιαννιού του Λαμπαδάρη τις φωτιές. Χέρι χέρι με τη Μανταλένα, απ’ την Αντίπαρο, φωνάζουμε «κορίτσια ο Μπάρκουλης».

Ιδια ο πατέρας της ίδδδια.

–Τις δε νύχτες έρχεται ο Θανάσης Βέγγος και μας αφήνει τριαντάφυλλα στο κατώφλι.

Ο Βέγγος πέθανε.

–Και η κοινή λογική επίσης. Μαζί τα λένε τώρα, στη γειτονιά των αγγέλων.

Τι θα πάρεις μαζί να σιδερώσω;

–«Σιδερώσω» όταν λες;;;

Ε δε θα πας σε καμιά ζωοπανήγυρη;

–Πάτα μου λίγο το εμπριμέ για όταν σφάζω το μουσκάρι.

Ηλιοβασίλεμα καλό έχει;

–Οχι, το δάνεισαν στη Σαντορίνη να πάει μια βόλτα το τετράγωνο.

Πάντως έτσι άνθρωπος δεν παντρεύεται.

–Στη Φίνος Φιλμς μια χαρά παντρεύεται.

Ιδια ο πατέρας της ίδδδια.

–Εγώ θα πλένομαι γυμνή στη σκάφη, θα με ποθήσει ο γιος του τσέλιγκα, ο μπαμπάς του θα με πληρώσει να τον παρατήσω κι εγώ θα του πετάξω τα λεφτά στη μούρη, αμέ; Και στο φινάλε θα στεφανωθούμε με τον Φώσκολο κουμπάρο.

Ιδια ο πατέρας της ίδδδια.

–Σε σύγχυσα.

Απαπα μια δυσφορία, μια σκοτοδίνη άπαπα…

–Φεύγω τώρα.

Εσύ νοηματικά ξέρ’ς δεν ξέρ’ς.

–Νοηματικά, αγγλικά σπαστά, λατρεύω την ιππασία και παγκόσμια ειρήνη σε όλο τον κόσμο.

Ιδδδια όμως ίδδδια…

–Ννναι, μου κορνάρουν πρέπει να φύγω.

Ποιος είναι πάλι αυτός;

–Ποιος άλλος, μαμά; Ο Ανδρέας Μπάρκουλης με το σπορ αμάξι.

ΥΓ: Ο τίτλος, παράφραση της θρυλικής ατάκας της Μαίρης Αρώνη για το 60s Λαγονήσι: «α πα πα, δεν πάω σ’ ένα νησί γεμάτο λαγούς» απ’ την ταινία των Τσιφόρου – Βασιλειάδη «Μια τρελή, τρελή οικογένεια».

Παίρνω την άδειά μου απ’ την εφημερίδα. Καλό καλοκαίρι εντός ή εκτός των τειχών, ραντεβού τον Σεπτέμβριο. Καλά να περνάτε. Οσο γίνεται.