Ο Ζαν-Ζακ Ρουσό ήταν μια ιδιότυπη περίπτωση διανοουμένου. Γεννημένος στη Γενεύη το 1712, έχασε τη μητέρα του πολύ νωρίς και εγκαταλείφθηκε από τον πατέρα του σε ηλικία δέκα ετών. Κατέφυγε στη Σαβοΐα, όπου γνωρίστηκε με μια ελβετογαλλίδα ευγενή, η οποία τον ανέλαβε υπό την προστασία της και τον εισήγαγε στη λογοτεχνία και τη μουσική. Τη φώναζε Maman. Υστερα δούλεψε σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις, για να καταλήξει στο Παρίσι όπου παντρεύτηκε μια αμόρφωτη πλύστρα με την οποία έκανε πέντε παιδιά, προσπαθώντας ταυτόχρονα να μπει στα λογοτεχνικά σαλόνια. Χωρίς επιτυχία: αν ο Ντιντερό, ο Μοντεσκιέ και ο Βολταίρος πίστευαν ότι η ατομική ελευθερία επιτυγχάνεται με την αύξηση του πλούτου και την άσκηση του πνεύματος, εκείνος θεωρούσε ότι αυτές οι «αστικές» αξίες εμποδίζουν την προώθηση της ισότητας, της ηθικής, της αξιοπρέπειας και της ελευθερίας. Αν οι φιλόσοφοι του Διαφωτισμού διακήρυσσαν τον εκπολιτιστικό και απελευθερωτικό χαρακτήρα της προόδου, εκείνος πίστευε ότι η πρόοδος οδηγεί σε νέες μορφές υποδούλωσης. Και αν εκείνοι θεωρούσαν ότι ελευθερία είναι να κάνεις αυτό που θέλεις, ο Ρουσό έγραφε στις «Ονειροπολήσεις» του ότι ελευθερία είναι να μην κάνεις αυτό που δεν θέλεις.

Πολλοί τον έχουν χαρακτηρίσει πνευματικό πατέρα του φασισμού. Ο ινδός συγγραφέας Πάνκαζ Μίσρα, πάλι, τον αποκαλεί στο «Νιου Γιόρκερ» προάγγελο των Brexiters και του Τραμπ. Οι επιθέσεις του εναντίον των κοσμοπολίτικων ελίτ –γράφει ο Μίσρα –μοιάζουν σήμερα να δικαιώνονται.

Ο μεγαλύτερος χαμένος από αυτή την εξέλιξη είναι η φιλελεύθερη Αριστερά, η σοσιαλδημοκρατία δηλαδή, που βλέπει ένα κομμάτι της παραδοσιακής της βάσης –τη χαμηλόμισθη εργατική τάξη –να στρέφεται προς ακροδεξιά και εθνικιστικά σχήματα. Οι αντιδράσεις της είναι κυρίως κοινωνικοοικονομικού τύπου: προστασία του Εθνικού Συστήματος Υγείας (βρετανοί Εργατικοί), καθιέρωση κατώτατου μισθού (γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες), αλλά και θέσπιση του γάμου των ομοφυλοφίλων ή προώθηση μέτρων κατά των κλιματικών αλλαγών (γάλλοι Σοσιαλιστές). Στο μεταξύ, χάνει όλους εκείνους τους ψηφοφόρους της που έχουν ζημιωθεί από την παγκοσμιοποίηση, ανησυχούν για τη μετανάστευση, προτιμούν τα σύνορα από την ελεύθερη μετακίνηση και είναι έτοιμοι να θυσιάσουν την ατομική ελευθερία έναντι της κοινωνικής τάξης.

Πώς θα τους φέρει πίσω; Πώς θα αντισταθεί σε μια νομοτελειακή, σχεδόν, τάση συρρίκνωσης, απαξίωσης και εντέλει εξαφάνισης, πώς θα αποδείξει ότι όχι μόνο έχει ακόμη λόγο ύπαρξης, αλλά είναι η μόνη που μπορεί να προστατεύσει τους αδύναμους και τους αδικημένους; Ολες οι βεβαιότητες στους κόλπους της Αριστεράς έχουν καταρρεύσει. Αλλοι επιμένουν ότι η λύση είναι περισσότερη Ευρώπη, άλλοι πιστεύουν ότι είναι απαραίτητο ένα διάλειμμα. Οι κοσμοπολίτες ονειρεύονται έναν πολυπολιτισμικό κόσμο όπου κυριαρχούν «αναγκαστικά» οι δυτικές αξίες, οι συντηρητικοί θέλουν τη μεταρρύθμιση του κοινωνικού κράτους ώστε να ευνοεί τους εγχώριους πληθυσμούς έναντι των μεταναστών. Οι πρώτοι έχουν αλλεργία με τα σύνορα, οι δεύτεροι απαντούν ότι τα σύνορα προστάτευαν ανέκαθεν τους αδύνατους, όχι τους ισχυρούς.

Το επίγραμμα του τελευταίου βιβλίου του Ζαν-Ζακ Ρουσό είναι το ίδιο μ’ εκείνο του πρώτου: «Είμαι πάντα ένας βάρβαρος, γιατί δεν με καταλαβαίνει κανείς». Η προσέγγιση και κατανόηση του Ρουσό, να μια πνευματική πρόκληση για τον αυριανό αρχηγό της σύγχρονης, προοδευτικής, φιλελεύθερης ελληνικής Κεντροαριστεράς.