Το πρώτο: Βιώνουμε κυριολεκτικά δίπλα μας τον καλπασμό της Ιστορίας με τη μορφή κατακλυσμιαίων γεγονότων και τη δυναμική στρατηγικών ανατροπών. Σε ώρες όμως –δυστυχώς –αδυσώπητης εθνικής καχεξίας.

Οπότε και αποβαίνουμε περιθωριακοί εν πολλοίς δέκτες γεωπολιτικών διαμορφώσεων που εξελίσσονται «στην αυλή μας». Χωρίς δυνατότητες ουσιαστικών παρεμβολών. Είτε για αισθητή δηλαδή επενέργεια. Εάν αυτή επιβάλλεται. Είτε για αποτροπή. Εάν απαιτείται για διασφάλιση εθνικών συμφερόντων. Καθώς η χρεοκοπική κατολίσθηση αποδομεί δυνατότητες και καθηλώνει αντιστάσεις.

Το δεύτερο: Θα πρέπει ήδη να έχουμε αντιληφθεί ότι όσα συνέβησαν στην Τουρκία (και κυρίως αυτά που μετεξελίσσονται δυνάμει) συναποτελούν απλώς αφετηριακή τομή όσων ακόμη πιο σημαντικών κυοφορούνται. Και που με βεβαιότητα θα αναπαραχθούν. Αλλάζοντας τον περιφερειακό στρατηγικό χάρτη. Με τις παραδοσιακά δυτικόστροφες επιρροές να διαφοροποιούνται. Και τις ισορροπίες να αναδιατάσσονται. Καθώς πίσω από τα τοπικά γεγονότα συγκρούονται μείζονες σχεδιασμοί και συμφέροντα υπερδυνάμεων. Με τον «ατλαντισμό» ειδικότερα να βλέπει πάγια ερείσματά του να διολισθαίνουν, αλληθωρίζοντας προς άλλες κατευθύνσεις. Οπότε και οι θεμελιώδεις αρμοί της νατοϊκής στρατηγικής, που στηρίζονταν στην τουρκική εμπροσθοφυλακή, «ρέπουν προς αναίρεσιν». Εκτός και αν επανεξαγορασθούν ακριβά. Ως συνήθως.

Το τρίτο: Μπορεί μεν μια «εν τοις πράγμασι» αποδυναμωμένη Τουρκία να βολεύει την Ελλάδα (από κοντά και την Κύπρο) με όρους στρατηγικής. Το προδήλως αυτονόητο. Αλλά τέτοιες απλουστεύσεις εκφεύγουν μιας ρεαλιστικής προσέγγισης και ερμηνείας όσων (εκτός εμβέλειας και ελέγχου μας) εξελίσσονται. Και μπορεί να αποβούν καθαυτό αίολες. Καθώς πέραν των άλλων, διέπονται από σύνδρομα ευσεβοποθισμού. Κατανοητά μεν. Πλην άκαιρα και εν πολλοίς επικίνδυνα, εάν εκτρέψουν από τον αναγκαίο πραγματισμό. Με όρους διαχείρισης διακρατικών σχέσεων και κρίσιμων παραμέτρων που τις διέπουν. Και που ως διαφορές, συχνά υποτρέπονται.

Ο,τι λοιπόν και να συμβαίνει, αυτή τουλάχιστον τη στιγμή, το μόνο που εθνικά προκρίνεται υπό τις περιστάσεις ασύμφορο είναι μια εν πολλοίς ανεξέλεγκτη υποτροπή της τουρκικής κρίσεως, που θα οδηγούσε σε ασύμμετρη αναπαραγωγή αστάθειας. Τέτοια που μπορεί να ενεργοποιήσει εξίσου απρόβλεπτες τουρκικές επιλογές.

1. Εξάγοντας (το πιθανότερο) εσωτερικές τριβές και προβλήματα, με στόχο την παρόξυνση και εκμετάλλευση πάγιων εθνικιστικών συνδρόμων, για επιβολή όσων διαγκωνίζονται για την εξουσία. Και τέτοια μεθόδευση θα στοχοποιεί ασφαλώς τον «ευχερέστερο εξωτερικό εχθρό». Που πρώτος και «πρόχειρος» στον τουρκικό κατάλογο είναι η Ελλάδα. Και η Κύπρος. Στην οποία ήδη εκδηλώνονται νέες επιδρομικές διαθέσεις, με αφορμή την ΑΟΖ.

2. Ακυρώνοντας διαδικασίες για λογική διευθέτηση διαφορών και ζητημάτων. Και αντιθέτως οξύνοντας κάποια προβλήματα στο έπακρο. Ακόμη και τα «εκ του μη όντος». Οπότε και θα επαναπροκύψουν επικίνδυνες υποτροπές. Των οποίων η έκβαση δεν μπορεί να είναι καθόλου βέβαιη. Οπωσδήποτε όμως δεν θα είναι καθόλου θετική.

Αυτά δεν αποτελούν παρά μόνο μία πτυχή αυτών που εγκυμονούνται. Ως χώρα, πρέπει να δούμε (και να αποτιμήσουμε) τη θέση μας στο ευρύτερο περιφερειακό περιβάλλον, που διέπεται από δυναμικές κινούμενης άμμου. Και που αποσαθρώνεται κυριολεκτικά, τείνοντας ακόμη και να ανακατανεμηθεί! Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και σημαίνει πολλαπλότητα ενδεχομένων. Ακόμη και εθνικών ακρωτηριασμών! Την ίδια ώρα που ως χώρα δεν βρισκόμαστε «στα καλύτερά μας». Βρισκόμαστε, αντιθέτως, στα χειρότερα. Οπότε και καθετί που προκαλεί περιφερειακές αναστατώσεις και που αναπαράγει περιπλοκές (στις οποίες μπορεί εκόντες ή άκοντες να εμπλακούμε) εμπεριέχει δυνητικούς κινδύνους. Πολύ συγκεκριμένους. Και μείζονες.

Κατακλείδα: Να προσέξουμε λοιπόν. Γιατί καθώς μας περισπούν οι αδυσώπητες συνθήκες της έως και βάναυσης χρεοκοπικής ολίσθησης, δεν μπορούμε να επικεντρωθούμε στα προδήλως (και ιστορικώς) κρίσιμα. Που ενεργοποιούν γεγονότα με δυναμικές τετελεσμένων. Και τα οποία –αν δεν προαποτραπούν με αποτελεσματικές στρατηγικές –θα αποβούν μη αναστρέψιμα.