Κι αν η λύση στις αμερικανικές εκλογές βρίσκεται στον τρίτο άνθρωπο –ή μάλλον στους τρίτους ανθρώπους; Ο ένας είναι ο Γκάρι Τζόνσον, ηγέτης του Ελευθεριακού Κόμματος. Ο άλλος είναι η Πράσινη Τζιλ Στάιν. Οι δυο τους εμφανίζονται στις δημοσκοπήσεις με ποσοστά που, αν και μονοψήφια, θα μπορούσαν να παίξουν ρόλο ρυθμιστή στη μάχη για τον Λευκό Οίκο ανάμεσα στη Χίλαρι Κλίντον και τον Ντόναλντ Τραμπ. Σύμφωνα με τις μετρήσεις του Ινστιτούτου RealClearPolitics, ο Γκάρι Τζόνσον είδε τις τελευταίες εβδομάδες να ανεβαίνει η αποδοχή του στην κοινή γνώμη από το 4,5% στο 7,2%. Η Τζιλ Στάιν πήγε στο 3,5% στην πρόθεση ψήφου από 2,5% που είχε.

Κανένας από τους δύο δεν φτάνει το 15% που είναι απαραίτητο για να εξασφαλιστεί η συμμετοχή τους στα τηλεοπτικά ντιμπέιτ. Επομένως, δύσκολα θα καταφέρουν να αυξήσουν τα ποσοστά τους χωρίς πρόσβαση στο μεγάλο κοινό. Οι αναλυτές επισημαίνουν επίσης ότι όσο πλησιάζουν οι εκλογές τόσο οι ψηφοφόροι θα συσπειρώνονται γύρω από τους δύο βασικούς υποψηφίους: Θα προτιμήσουν έναν υποψήφιο που δεν συμπαθούν –την Κλίντον ή τον Τραμπ –με την ελπίδα ότι δεν θα βγει ο άλλος που μισούν.

Το ιστορικό προηγούμενο. Πολλών το μυαλό, ωστόσο, πηγαίνει στο ιστορικό προηγούμενο: ο Μπιλ Κλίντον εξελέγη το 1992 πρόεδρος χάρη στις ψήφους που έκοψε από τον Τζορτζ Μπους πατέρα ο συντηρητικός δισεκατομμυριούχος Ρος Περό. Ενώ στις εκλογές του 2000 ο Αλ Γκορ έχασε από τον Τζορτζ Μπους υιό για μια χούφτα ψήφους στη Φλόριδα. Ο τρίτος άνθρωπος τότε ήταν ο οικολόγος και προστάτης των καταναλωτών Ραλφ Νάντερ. Ο ανεξάρτητος υποψήφιος πήρε αρκετές ψήφους σε διάφορες πολιτείες. Αλλά εκείνο το λιγότερο από 2% των ψήφων που πήρε στη Φλόριδα ήταν αρκετό για να χαρίσει τον Λευκό Οίκο στον Μπους.

Σε αυτές τις εκλογές ποιος έχει λόγους να φοβάται τους ανεξάρτητους υποψηφίους; Θεωρητικά, ο Ντόναλντ Τραμπ. Κι αυτό επειδή ο Γκάρι Τζόνσον έχει και πολιτική εμπειρία (ήταν κυβερνήτης επί σειρά ετών στο Νέο Μεξικό) και αρέσει στους συντηρητικούς. Επειτα, ο Τζόνσον έχει κοινό στις διαφιλονικούμενες πολιτείες, όπως είναι η Φλόριδα, το Οχάιο και η Πενσιλβάνια, τις οποίες ο Τραμπ καίγεται να κερδίσει δεδομένου ότι μεγάλες πολιτείες, όπως η Νέα Υόρκη και η Καλιφόρνια, θα πάνε σίγουρα στους Δημοκρατικούς. Οι δημοσκόποι διακρίβωσαν επίσης ότι ενώ στους Ρεπουμπλικανούς το ποσοστό εκείνων που δηλώνουν ότι μπορεί και να ψηφίσουν κάποιον άλλον υποψήφιο φτάνει στο 17%, στους Δημοκρατικούς είναι μόλις 4%.

«Ανώμαλες εκλογές». Οι αναλυτές σημειώνουν, ωστόσο, ότι αυτές οι προεδρικές εκλογές είναι ανώμαλες. Οι φαν του Μπέρνι Σάντερς, για παράδειγμα, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα ψηφίσουν την Κλίντον. Είναι κάτι που φάνηκε από το συνέδριο των Δημοκρατικών στη Φιλαδέλφεια, όπου η Χίλαρι έπεσε θύμα αποδοκιμασιών από τους ψηφοφόρους του Σάντερς παρά το γεγονός ότι ο γερουσιαστής του Βερμόντ είχε προσφέρει τη στήριξή του στην υποψήφια πρόεδρο του κόμματος. «Δεν είναι έντιμη, δεν μπορούμε να την ψηφίσουμε και δεν μας νοιάζει εάν αυτό φέρει στην εξουσία τον Τραμπ» έλεγαν οι πιο φανατικοί απ’ αυτούς στους εκπροσώπους των μέσων ενημέρωσης.

Ενδεχομένως η άποψη αυτή να είναι περιθωριακή ανάμεσα στους υποστηρικτές του Σάντερς. Μπορεί, όμως, να είναι αρκετή για να σχηματιστεί ένα μικρό αλλά όχι αμελητέο ρεύμα υπέρ της Πράσινης Στάιν ή του υπερφιλελεύθερου Τζόνσον και εις βάρος της Χίλαρι Κλίντον. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι τρίτοι άνθρωποι δεν θα ήταν η λύση των αμερικανικών εκλογών, αλλά εκείνοι που θα άνοιγαν την πόρτα στον εφιάλτη του πιο ακατάλληλου ανθρώπου για να γίνει πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ.