Ο πρώτος δίσκος που αγόρασα ήταν από ένα δισκάδικο στην αρχή της Πατησίων το 1965, από εκείνα με τα μισά τηλέφωνα. Παντού εκείνη την εποχή άκουγες Beatles και Καζαντζίδη. Το δισκάδικο ήταν γεμάτο κόσμο που άκουγε από τα μισά τηλέφωνα και ύστερα τα ξανάβαζε πίσω σε μια τρύπα. Εχω εικόνες να βολτάρει, να ξανακούει, να κουβεντιάζει με τον δισκά. Κάποια στιγμή με ρωτάει ο πατέρας μου «θες κάτι;» και του απαντώ «τίκε του ράι». Ηταν το φρέσκο τότε «Ticket to ride», με μια ροζ μοβ ροζέτα. Ο δίσκος έγραφε επάνω PARLOPHONE. Τον έχω ακόμα κι ας είναι σκαμμένος από τη βελόνα του πικάπ.

Μέσα μου έγινε μια έκρηξη! Πιο παλλόμενο, ζωντανό ήχο δεν είχα ξανακούσει! Εκείνο που μετράει όμως είναι ότι ακόμα ύστερα από τόσα χρόνια ακούγεται στα αφτιά μου το ίδιο συναρπαστικό, το ίδιο γοητευτικό. Δεν θυμάμαι καθόλου πόσα χρήματα στοίχισε εκείνο το 45άρι εκείνο τον καιρό.

Εχω αρκετούς δίσκους, αλλά ποτέ δεν μπήκα στη διαδικασία να τους μετρήσω. Είναι περίπου ο ίδιος αριθμός των CD και των δίσκων. Τους αγόραζα έναν έναν, ποτέ πολλούς μαζί, γιατί δεν προλάβαινα να χωνέψω, μου έπεφτε πάντα βαριά η ποσότητα! Τώρα πια ομολογώ πως δεν αγοράζω σχεδόν από πουθενά –Internet, δισκοπωλεία, παλαιοπωλεία. Επίσης δεν είμαι από αυτούς που πάνε μακριά για να αποκτήσουν πράγματα, είμαι κυνηγετικός τύπος, περιμένω να περάσει το πουλί από τον ουρανό για να το πιάσω.

Στους αγαπημένους μου δίσκους, τόσο από συλλεκτική όσο και από συναισθηματική άποψη, είναι το «Abbey road» (το ενδέκατο άλμπουμ των Beatles). Εχω μία κόπια από την πρώτη κοπή στην Αγγλία μόλις είχε κυκλοφορήσει, το ’69, βαρύ βινύλιο. Ηταν σαν να βλέπεις μια παλιά σου αγάπη να μεγαλώνει και να σε ξαφνιάζει με την ομορφιά και τη γοητεία της.

Στα πολύ αγαπημένα μου είναι το «Tubular bells» του Μάικ Ολντφιλντ, το «Exile on main st.» των Rolling Stones, το «Thick as a brick» των Jethro Tull και εκείνο με τα κλειδιά του Βασίλη Τσιτσάνη. Φυσικά και υπάρχει μια άλλη χάρη του βινυλίου των 33 στροφών. Δεν μπορώ να πω ότι συμπάθησα ποτέ τις 78 στροφές, εκτός από την αξία που έχουν σαν παλιές λίγο καμένες φωτογραφίες, οι οποίες καταγράφουν μια προγονική μορφή μουσικής ζωής.

Ως μουσικός, μπαίνω πίσω από τον δίσκο για να φανταστώ το κλίμα της ηχογράφησης. Εχω διαβάσει βιβλία, περιοδικά, άρθρα για τεχνικές, δωμάτια, κόλπα ηχογραφήσεων κι ακόμα ψάχνω. Εχω όμως καταλήξει ότι τίποτα δεν ξεπερνά την ενέργεια που δίνουν οι μουσικοί εκείνη την ώρα που ηχογραφούν. Δεν μπήκα ποτέ στη διαδικασία να τους ψηφιοποιήσω. Get a life που λένε κι οι Αγγλοσάξονες! Εχω ακόμα ένα δισκάκι 78 στροφών πορτοκαλί χρώμα με τον Μίκι Μάους στη ροζέτα και μου θυμίζει μια εποχή που δεν θυμάμαι καθόλου. Απλώς όταν το κοιτάω λέω ήμουν κάποτε κι εγώ «σπόρος».