«Αξιοποιώντας το μεσογειακό κλίμα αλλά και το ειδυλλιακό τοπίο της Κεφαλονιάς, είναι το μοναδικό φεστιβάλ κινηματογράφου της Ελλάδας καθώς και ένα από τα μοναδικά παγκοσμίως στο οποίο οι προβολές των ταινιών δεν φιλοξενούνται σε κινηματογραφικές αίθουσες, αλλά σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους δίπλα στη θάλασσα». Αυτά αναγράφονται στην ιστοσελίδα του SeaNema. Οι λέξεις όμως απέχουν από την πραγματικότητα, κυρίως επειδή δεν αρκούν. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Οι «Ατίθασες» της Ντενίζ Γκάμζε Εργκιουβεν διαδραματίζονται σε ένα απομονωμένο χωριό της Τουρκίας, όπου πέντε αδελφές γυρνώντας από το σχολείο σταματούν για να παίξουν στη θάλασσα με τους συμμαθητές τους. Τα αθώα τους παιχνίδια κρίνονται ανάρμοστα και το σπίτι της γιαγιάς τους, όπου μεγαλώνουν, μετατρέπεται σταδιακά σε φυλακή (οι δουλειές του σπιτιού και τα μαθήματα μαγειρικής αντικαθιστούν το σχολείο και οι γάμοι των κοριτσιών κανονίζονται ο ένας μετά τον άλλο).

Θα έλεγε κανείς πως πρόκειται για μια τουρκική παραλλαγή του «Virgin suicides» της Σοφίας Κόπολα –στη νυχτερινή προβολή του φιλμ όμως, στον Πλατύ Γιαλό, αισθανόμουν πως το έβλεπα για πρώτη φορά. Δεν χρειάζεται να σκεφτώ το «γιατί» –η απάντηση έρχεται από μόνη της. Η παρθενική του, για μένα, προβολή έγινε στις δέκα το πρωί, στο κέντρο της Αθήνας, με τον χρόνο να μετρά αντίστροφα και τα γραφεία της δουλειάς σε απόσταση μόλις δέκα λεπτών.

Φυσικά, η δουλειά μας απαιτεί συγκέντρωση –και έχω δει αρκετές, σημαντικές ταινίες σε πολύ χειρότερες συνθήκες. Η προβολή της όμως στο SeaNema είναι αυτή που θα θυμάμαι. Για την απόλυτη σύμπνοια του κοινού, τον ήχο των κυμάτων που ποτέ δεν «έπνιγαν» το σάουντρακ του φιλμ (με κάποιο παράξενο τρόπο το ανέδειξαν κιόλας) αλλά και το «μετά», δηλαδή τις συζητήσεις με φίλους, γνωστούς και αγνώστους στην άμμο, παρακολουθώντας τους τεχνικούς να αποσυναρμολογούν τα μικρά κτίσματα για το επόμενο βράδυ. «Οι αυθεντικοί κινηματογραφόφιλοι φεύγουν μόνο όταν κατεβαίνει η οθόνη» ακούγεται από την παρέα. Τα παιδιά της διοργάνωσης με καλούν να παίξω μουσική σε ένα όμορφο μπαρ του Αργοστολίου –και το ρεύμα κόβεται μετά την πρώτη ώρα σε ολόκληρη την περιοχή. Κι όμως, κανείς δεν εγκαταλείπει το μαγαζί, παρά τη ζέστη και το σκοτάδι: όλοι κουβεντιάζουν για τα πάντα (δηλαδή, κυρίως για σινεμά) μέχρι το ξημέρωμα.

ΤΟ «SUNTAN». Στο μεταξύ, τα χάπενινγκ δεν σταματούν στις παραλίες: η μεταμεσονύκτια προβολή του «Suntan» του Αργύρη Παπαδημητρόπουλου (παρουσία του πρωταγωνιστή Μάκη Παπαδημητρίου) γίνεται στο γκαράζ ενός πλοίου στο λιμάνι, μια ιδέα που θα ζήλευαν πολλά φεστιβάλ διεθνούς ακτινοβολίας που αναζητούν το «γνήσιο» και το «εναλλακτικό» σε όλους τους λάθος δρόμους. Φέτος, επίσης, το SeaNema Open Air Film Festival εγκαινίασε ένα Εθνικό Διαγωνιστικό Πρόγραμμα Ταινιών Μικρού Μήκους, θέλοντας να υποστηρίξει τους νέους έλληνες κινηματογραφιστές, οι οποίοι διεκδικούν το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας που προσφέρει στον νικητή χρηματικό έπαθλο αξίας 1.000 ευρώ. Είναι πολλά; θα μου πείτε. Από τα βραβεία και τις «δωρεές» άλλων μεγάλων φεστιβάλ μικρού μήκους (που δεν λαμβάνονται ποτέ) είναι μάλλον προτιμότερα, αν αναλογιστούμε ξανά και τη ζημιά που άφησε πίσω της η απατηλή Ομίχλη (με την κατάργηση των Κρατικών Βραβείων). Το κοινό είναι εκεί και για τους μικρομηκάδες καθώς η διάταξη του φεστιβάλ εξυπηρετεί τους πάντες: οι προβολές χωρίζονται σε τρεις παραλίες για τις ταινίες μικρού μήκους, τις ταινίες τεκμηρίωσης και τις ταινίες μυθοπλασίας αντιστοίχως. Η δε προβολή της ταινίας «Γνήσιο αντίγραφο» (2010), αφιερωμένη στη μνήμη του ιρανού σκηνοθέτη Αμπάς Κιαροστάμι, αποδεικνύει και τα γρήγορα αντανακλαστικά του θεσμού.

Με άλλα λόγια: το ειδυλλιακό περιβάλλον μπορεί να προσφέρει έναν ωραιότατο καμβά, δεν είναι αυτός όμως που καθιστά το SeaNema το σημαντικότερο κινηματογραφικό γεγονός του καλοκαιριού εκτός Αθηνών. Πίσω από τη φαινομενικά «φολκλόρ» περιγραφή υπάρχει μια γνήσια αγάπη για τον κινηματογράφο και ένα βάθος σκέψης που απουσιάζει από τις περισσότερες ελληνικές διοργανώσεις τέτοιου τύπου (πιστέψτε μας, έχουμε δει αρκετά), ενώ το κλίμα, ειδικά στις προβολές των ταινιών τεκμηρίωσης μάς θύμισε τις μέρες του Eco Film Festival της αξέχαστης Λουκίας Ρικάκη. Με άλλα λόγια, είτε μας καλέσουν είτε όχι, του χρόνου θα είμαστε πάλι εδώ.