Οταν ο Ουμπέρτο Εκο έγραφε τον Σεπτέμβριο του 1990 στην εφημερίδα «Espresso» ότι δεν υπάρχουν ειδήσεις τον Αύγουστο, δεν εννοούσε βέβαια, όπως ο ίδιος άλλωστε είχε επισημάνει, ότι λόγω κάποιας συμπαντικής συνωμοσίας δεν συμβαίνουν γεγονότα τον συγκεκριμένο μήνα. Η φράση όμως χρεώθηκε το τίμημα της επιτυχίας της, δηλαδή την υπεραπλούστευση που μεταλλάσσει τη σκέψη και τη ρήση σε σλόγκαν. Ωστόσο, το πιο διάσημο από τα αποφθέγματα του θείου Ουμπέρτο, ενταγμένο στο πλαίσιο εκείνης της εποχής, αναφερόταν κυρίως στην αναμετάδοση των ειδήσεων μέσω των ΜΜΕ και στον τότε διατυπωμένο επικοινωνιακό αφορισμό ότι το μήνυμα είναι το ίδιο το μέσον. Και όταν τα μέσα υπολειτουργούν λόγω διακοπών, διακόπτονται και οι ειδήσεις. Από τότε όμως έχουν μεσολαβήσει μία αιωνιότητα, είκοσι έξι χρόνια και ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ. Και αν όντως το μήνυμα ήταν κάποτε το μέσον, πλέον είναι ο αποδέκτης του. Η είδηση δηλαδή υπάρχει όσο περισσότερο αναπαράγεται από το Διαδίκτυο και τα σόσιαλ μίντια. No shares, no likes, no news. Ετσι τον Αύγουστο όχι μόνο υπάρχουν ειδήσεις, αλλά είναι και οι πιο «ταξιδεμένες».

Να τες λοιπόν οι αυγουστιάτικες ειδήσεις που έρχονται να μας συναντήσουν, τους περισσότερους σε διακοπές, με μπούσουλα το σκρολάρισμα της οθόνης, κι άσε τον Καββαδία να αναρωτιέται αν είναι ο μπούσουλας που στρέφει ή το καράβι. Η μεγαλύτερη, η καλύτερη μέχρι τώρα, η Αννα Κορακάκη και τα απρόσμενα μετάλλιά της, που ξεσήκωσε μια ήσυχη νύχτα του Αυγούστου και έδωσε τροφή στις μέρες του. Συγκολλητική ουσία για εθνική ανάταση και εθνική γκρίνια συγχρόνως. Αίσθημα ανικανοποίητου το λένε αυτό στην ψυχανάλυση, αλλά δεν είναι η εποχή για ντιβάνια. Οι δυσκολίες, τα κυβερνητικά συγχαρητήρια, τα λαϊκά δικαστήρια του Διαδικτύου που δεν θέλουν τους πολιτικούς δίπλα στο κορίτσι «μας», το ψεύτικο προφίλ, τα μπράβο και τα ανάθεμα συγχρόνως, το «πού είναι το κράτος» και το «γιατί είναι εδώ το κράτος» στην ίδια παράγραφο, το παράπηγμα που γκρέμισε ο δημοτικός μικροαστισμός «για να μη δει ο κόσμος τις μπομπές μας» –αθάνατη Ελλάδα, γεια σου, με τα ωραία εμμονικά σου… Και κάπως έτσι, η ανατροπή πέρασε μάλλον απαρατήρητη. Ηταν το αφοπλιστικό, πραγματιστικό και αδιαπραγμάτευτο «σε μένα και την οικογένειά μου μόνο» που απάντησε η νεαρή αθλήτρια όταν τη ρώτησαν πού αφιερώνει το χρυσό της μετάλλιο. Σαν να πάτησε τη σκανδάλη σκοπεύοντας εκείνο το «για την Ελλάδα, ρε γαμώ το» που πλανιόταν εδώ και περίπου είκοσι πέντε χρόνια πάνω από τα κεφάλια μας, λες και ήταν το φάντασμα του εθνικού μας ψυχαναγκαστικού μεγαλοϊδεατισμού. Σαν να έκλεισε οριστικά την πόρτα στην εποχή τού «η Ελλάδα είναι μαγκιά» (για να μην αδικώ την Πατουλίδου –παιδί της γενιάς που πίστεψε ότι θα άλλαζε τη χώρα -, η κουβέντα που είπε πάνω στην έξαψή της δεν θα γινόταν σύνθημα αν εμείς δεν ήμασταν σαν έτοιμοι από καιρό).

Δεν ξέρω αν η Αννα –παιδί της γενιάς των Μνημονίων -, που δεν φασκιώθηκε μετά τη νίκη της με την ελληνική σημαία, έχει διαβάσει ποτέ τη φράση του Βολταίρου ότι οι άνθρωποι με ικανότητες δεν έχουν ανάγκη από προγόνους (μόνο από γονείς που τους στηρίζουν, λέω εγώ). Μοιάζει όμως σαν να της κλείνει το μάτι. Γιατί θέλει να γράψει τη δική της ιστορία. Την προσωπική. Δεν φαίνεται να την ενδιαφέρει να γίνει μέρος της διδακτέας ύλης. Ισως γιατί γνωρίζει, με το καλοδουλεμένο ένστικτο του αθλητή, ότι η Ιστορία έρχεται και σε βρίσκει μόνη της. Αν της κλείσεις ραντεβού, κατά κανόνα σε στήνει. Χρήσιμη, αν και άβολη, είδηση αυτή και για τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργο Κυρίτση που τον έπιασε η φούρια για το πώς θα τον αναφέρει ο ιστορικός του μέλλοντος, λες κι έχουμε καπαρώσει το έργο και το μόνο που μας απασχολεί είναι το σκηνικό.

…Η παρέα στην καλοκαιρινή ταβέρνα, ανάμεσα στον ντοματοκεφτέ και την αθερίνα, συζητά για το αν και τι είδους ειδήσεις υπάρχουν τον Αύγουστο. Εγώ πάλι αναρωτιέμαι αν πλέον υπάρχει Αύγουστος…