Ρώσοι επιστήμονες ανησυχούν ότι η θανατηφόρος ευλογιά μπορεί να επιστρέψει, επειδή λειώνουν οι πάγοι κοντά σε μία περιοχή όπου έχουν ταφεί οι σωροί εκατοντάδων ανθρώπων που πέθαναν πριν από έναν αιώνα από αυτήν.

Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1890 ξέσπασε μεγάλη επιδημία ευλογιάς σε μία πόλη κοντά στον ποταμό Κολύμα στην ανατολική Σιβηρία.

Το 40% του πληθυσμού της πόλης πέθανε και οι σωροί ετάφησαν γρήγορα κάτω από το μονίμως παγωμένο χώμα.

Το εφετινό καλοκαίρι όμως ορισμένα τμήματα της Σιβηρίας λειώνουν με ρυθμό τριπλάσιο από τον συνηθισμένο εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής και τα νερά από τις πλημμύρες του Κολύμα έχουν αρχίσει να διαβρώνουν τις όχθες του.

Αυτό έχει ως επακόλουθο να αρχίζουν να έρχονται στην επιφάνεια τα σώματα των θυμάτων της ευλογιάς και οι ειδικοί φοβούνται για τις δυνητικές συνέπειες του φαινομένου.

Τις ανησυχίες τους εντείνει μία επιδημία άνθρακα που εξελίσσεται τις τελευταίες εβδομάδες στη χερσόνησο Γιαμάλ στη βόρειο Σιβηρία.

Η επιδημία έχει μολύνει τουλάχιστον 24 άτομα, κοστίζοντας τη ζωή σε ένα παιδί, ενώ αφάνισε περισσότερους από 2.300 ταράνδους και τοπικοί αξιωματούχοι πιστεύουν ότι το λιώσιμο των πάγων επέτρεψε στο φονικό βακτήριο του άνθρακα να βγει από το χώμα έπειτα από επτά δεκαετίες απουσίας από την περιοχή.

Η πηγή του άνθρακα πιθανώς ήταν οι σωροί ανθρώπων ή ταράνδων που είχαν κάποτε πεθάνει από αυτόν.

Όπως δήλωσε στην εφημερίδα The Siberian Timesο δρ Μπόρις Κερσενγκόλτς, αναπληρωτής διευθυντής Έρευνας στο Ινστιτούτο Βιολογικών Προβλημάτων της Κρυολιθοζώνης (IBPC) στο Γιακούτσκ, την εποχή της επιδημίας του 1890, οι σωροί είχαν ταφεί κάτω από την ανώτατη στοιβάδα των μόνιμων πάγων της Σιβηρίας και κοντά στις όχθες του ποταμού Κολύμα οι οποίες έχουν αρχίσει πλέον να διαβρώνονται.

Τους τάφους έχουν ήδη επισκεφθεί ειδικοί στα λοιμώδη νοσήματα από τον Κλάδο Σιβηρίας της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, είπε ο δρ Σεργκέι Νετέσωφ, καθηγητής Μοριακής Ιολογίας στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Νοβοσιμπίρσκ.

Όπως διαπίστωσαν, οι σωροί φέρουν εμφανή σημάδια πληγών που μοιάζουν με αυτές που προκαλούσε η ευλογιά, ενώμολονότι δεν εντοπίστηκε ο ιός που την προκαλεί, βρέθηκαν τμήματα του DNA του.

Οι έρευνες στην περιοχή συνεχίζονται.