Υπάρχουν πράγματα στην πολιτική που λέγονται και δεν γίνονται, όπως και πράγματα που γίνονται και δεν λέγονται. Αναρωτιέται κανείς αν το Προσφυγικό εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία. Τέθηκε υπό έλεγχο –έστω και αν δεν αναγνωρίζεται ρητά –χάρη στο αυθαίρετο κλείσιμο των συνόρων της Ελλάδας προς βορράν από τους βαλκάνιους γείτονές μας. Αυτό αποθάρρυνε σχετικά γρήγορα όσους ζητούσαν δίοδο προς την Ευρώπη. Και καδραρίστηκε με μια συμφωνία της ΕΕ με την Τουρκία που δέχθηκε, όχι χωρίς ανταλλάγματα, να «φιλοξενούνται», επιστρέφοντας ή παραμένοντας στο έδαφός της, οι πρόσφυγες μέχρι να αποφασιστεί η μοίρα τους –αν δηλαδή θα γίνουν δεκτοί στην Ευρώπη. Είναι όμως ορατός πλέον ο κίνδυνος όσα ελέχθησαν ή, τέλος πάντων, συνομολογήθηκαν μεταξύ ΕΕ και Αγκυρας να είναι εξ αυτών που δεν γίνονται.

Είναι το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου που τα άλλαξε όλα. Υπήρξε αποτέλεσμα αστάθειας και –το χειρότερο –έχει αυξήσει δραματικά την πολιτική αβεβαιότητα στη γειτονική χώρα. Κάτι που δεν αφήνει τίποτε ανεπηρέαστο. Ολα αυτά, ενώ ο ρεβανσισμός της πλευράς Ερντογάν και οι συνακόλουθες παραβιάσεις του κράτους δικαίου και των ατομικών δικαιωμάτων δημιουργούν αυτομάτως προστριβές με την ΕΕ. Πώς είναι δυνατόν να λειτουργήσει –πόσω μάλλον να ευδοκιμήσει –η συμφωνία της Αγκυρας με την Ευρώπη για το Προσφυγικό μέσα σε ένα τέτοιο ναρκοπέδιο; Οι οιωνοί δεν είναι ευχάριστοι. Η δε Αθήνα μπορεί να είχε Plan X για επιστροφή στη δραχμή αλλά δεν φαίνεται να είχε –ή να έχει –Plan B για το Προσφυγικό, επαφιόμενη στις πρωτοβουλίες του Βερολίνου.

Με την τρομοκρατία όμως να έχει χτυπήσει την πόρτα της Γερμανίας και τη δημοτικότητα της Ανγκελα Μέρκελ σε πτώση –ακριβώς λόγω του Προσφυγικού –τι ακριβώς μπορεί να περιμένει η Αθήνα; Πόσω μάλλον που στη χώρα του Ρήνου, όπως και στην επίσης τραυματισμένη βαριά από την τρομοκρατία Γαλλία, το 2017 είναι έτος εκλογών. Ας ελπίσουμε ότι το Προσφυγικό δεν θα είναι άλλη μια επιβεβαίωση ότι για τους νυν κυβερνώντες η εξουσία είναι αυτοσκοπός χωρίς να συνοδεύεται από αίσθηση καθήκοντος για τις τύχες της χώρας.