Το είδα, ή μάλλον το άκουσα, προχθές στην απονομή του χρυσού μεταλλίου στον Λευτέρη Πετρούνια. Το μουσικό θέμα του Ζορμπά να αντηχεί στο Μαρακανά και μάλιστα να προκαλεί στερεοτυπικά ρίγη συγκίνησης στον ρεπόρτερ της ΕΡΤ που εκείνη τη στιγμή έπαιρνε συνέντευξη από τον πρωταθλητή μας. Η ξεσηκωτική, πομπώδης μουσική του Θεοδωράκη έχει γίνει ένα είδος άτυπου εθνικού ύμνου αφού παραπέμπει στον γραφικό ήρωα του Καζαντζάκη έτσι όπως τον αποτύπωσε ο κινηματογραφικός φακός του Κακογιάννη. Εναν κυκλοθυμικό λεβέντη, μπεσαλή αλλά σαματατζή, φωνακλά και καβγατζή που δεν μπορεί να κουμαντάρει σώμα, αισθήματα και διάθεση, ανυπότακτο ακόμη και σε στοιχειώδεις κανόνες. Εναν τύπο που δρα με οδηγό το ένστικτο και εκφράζεται λιγότερο με τα λόγια και περισσότερο χορεύοντας συρτάκι –χορός που, άλλωστε, επινοήθηκε για τη συγκεκριμένη ταινία. Ενας εμβληματικός χαρακτήρας με ιδιαίτερο δραματουργικό ενδιαφέρον που αλωνίζει εξαιρετικά μέσα σε ένα μυθιστόρημα αλλά αμφιβάλλω για την τύχη του στην πραγματική ζωή. Και που, στην προκειμένη περίπτωση, ουδεμία σχέση έχει με την αυτοπειθαρχία του μικρόσωμου αθλητή που τον έφερε στην κορυφή του βάθρου.

Δεν ξέρω πόσο τιμητικό και αποδοτικό είναι, στην εποχή μας, να μας ταυτίζουν με τον καζαντζακικό ήρωα, να μας θεωρούν δηλαδή έναν λαό που στα δύσκολα κλείνει τα μάτια, γέρνει πίσω το κεφάλι, ανοίγει τα χέρια και χορεύει. Αυτό όμως για το οποίο είμαι σίγουρη είναι ότι πολλοί από εμάς, παγιδευμένοι στο σύνδρομο του καθρέφτη, όταν αντικρίζουμε το είδωλό μας, βλέπουμε συνήθως τον Ζορμπά, αγνοώντας ότι, απόντος του Καζαντζάκη, εύκολα ο Ζορμπάς μετατρέπεται σε Καραγκιόζη…