Για το BBC ήταν πριν από κάποιους μήνες είδηση. «Το test που συνδέεται με την καρδιακή προσβολή και ελαττώνει τις εισαγωγές στα νοσοκομεία».

Η είδηση στηριζόταν σε μια μελέτη που αναφερόταν σε 6.300 ασθενείς και δημοσιεύθηκε στο ιατρικό περιοδικό «Lancet». Παράλληλα, το Βρετανικό Ιδρυμα Καρδιολογίας ανακοίνωσε ότι το test αυτό δίνει γρήγορα απαντήσεις σε σχέση με το εάν εξελίσσεται ένα οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, χωρίς η ταχύτητα της διάγνωσης να κινδυνεύει να οδηγήσει σε λάθη.

Το περίφημο αυτό test δεν είναι τίποτα άλλο από τον προσδιορισμό της τροπονίνης στο αίμα. Η τροπονίνη είναι μια πρωτεΐνη του μυοκαρδιακού κυττάρου η οποία απελευθερώνεται όταν υπάρχει για οποιονδήποτε λόγο καταστροφή του. Στην προκειμένη περίπτωση, όταν απότομα θρομβώνεται και φράζει μια αρτηρία της καρδιάς, συντελείται επεκταμένη καταστροφή κυττάρων λόγω του εξελισσόμενου εμφράγματος.

Αυτό είναι γνωστό σε όλους τους καρδιολόγους αφού αναφέρεται εδώ και πολλά χρόνια σε όλα τα πανεπιστημιακά συγγράμματα. Το νέο στοιχείο στην όλη ιστορία είναι κατά πόσον η αυξημένη ή μη τιμή της τροπονίνης στο αίμα επηρεάζει την απόφαση του ιατρού να εισαγάγει τον άρρωστο στο νοσοκομείο. Σύμφωνα με αυτή τη μελέτη, υποδιπλασιάζονται οι εισαγωγές στο νοσοκομείο όταν η τιμή της τροπονίνης δεν αυξάνεται στο αίμα και έτσι δεν κάνουν εισαγωγή οι μισοί περίπου άρρωστοι που προσέρχονται στα εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων.

Στην πράξη, δυο στοιχεία λαμβάνει υπόψη του ο ιατρός για να θέσει τη διάγνωση του εμφράγματος όταν ένας άρρωστος προσέλθει στο νοσοκομείο με πόνο ή σφίξιμο ή δυσφορία στο κέντρο του στήθους, με αντανάκλαση ή μη στον λαιμό, στην ωμοπλάτη, στο στομάχι ή τα χέρια.

Το πρώτο στοιχείο είναι η τροπονίνη και το δεύτερο η κινητικότητα, δηλαδή οι αλλαγές στο ηλεκτροκαρδιογράφημα. Οταν ένα σταθερό ηλεκτροκαρδιογράφημα αλλάζει την ώρα του προκάρδιου πόνου ο οποίος διαρκεί πάνω από 20 λεπτά, τότε η διάγνωση του εμφράγματος τεκμηριώνεται.

Αλλωστε υπάρχει πάντα η πιθανότητα ένα εργαστήριο να δώσει εσφαλμένα αυξημένη ή χαμηλή τιμή τροπονίνης (αυτό είναι το περίφημο εργαστηριακό λάθος). Στην περίπτωση αυτή το ηλεκτροκαρδιογράφημα βοηθά ουσιαστικά για να τεθεί η σωστή διάγνωση.

Παρ’ όλα αυτά, ο προσδιορισμός της τροπονίνης στο αίμα αποδεικνύεται απαραίτητος και για αυτό σήμερα γίνεται σε όλα τα νοσοκομεία και κέντρα υγείας της χώρας.