«Σε όποιο είδος θεάτρου κι αν πας, ακόμα και επιθεώρηση, όταν χτυπάει ένα κινητό κατά τη διάρκεια της παράστασης δημιουργεί πρόβλημα» λέει ο ηθοποιός Τάσος Ιορδανίδης όταν τον καλούμε να θυμηθεί την κυρίαρχη εντύπωσή του ως θεατής του φετινού καλοκαιριού. Η δική του άποψη, όπως και άλλων καλλιτεχνών που κατεβαίνουν από τη σκηνή για να περάσουν στις θέσεις των θεατών, έχει ενδιαφέρον καθώς μεταφέρει εντυπώσεις από την αντίστροφη πλευρά. «Οι θεατές είναι ένας ζωντανός οργανισμός. Κάποιους μπορεί να τους ενοχλεί όταν σχολιάζουν οι θεατές κατά τη διάρκεια της παράστασης. Δεν είναι ό,τι πιο ευχάριστο, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το κοινό έρχεται εκείνη την ώρα σε επικοινωνία, οπότε η σκηνική δράση φέρνει και την αντίδραση από την πλευρά του κοινού. Σε αυτό είμαι δεκτικός. Υπάρχουν και κάποια χαριτωμένα πράγματα που τα κάνουν οι πιο ηλικιωμένοι άνθρωποι, που πολλές φορές μπορεί να σχολιάσουν λίγο πιο έντονα και δυνατά τα σκηνικά τεκταινόμενα».

Η Αμαλία Μουτούση θυμάται επίσης παραστάσεις όπου το κοινό ασχολείται με το κινητό του. «Αν δω ανθρώπους να μην είναι δηλαδή συνδεδεμένοι στο παρόν και με αυτό που παρακολουθούν, πρέπει να κάνω πολύ μεγάλη προσπάθεια, γιατί με κόβει και μου αποσπά την προσοχή. Η παράσταση είτε ανεβαίνει σε ανοιχτό είτε σε κλειστό χώρο, σε μικρό θέατρο ή στην Επίδαυρο, πρέπει να λειτουργήσει σαν ένα μουσικό έργο –σαν συμφωνία μουσικών οργάνων. Αρα όταν ακούς ένα κονσέρτο, μια μουσική δωματίου ή έγχορδα, δεν ακούς κάτι άλλο. Οπότε θέλει μια σιωπή».

Ο ηθοποιός ως κριτής. «Ως εμπλεκόμενος στον χώρο του θεάτρου είναι δύσκολο να σταθώ ως “παρθένος” θεατής στην παρακολούθηση μιας παράστασης» λέει ο ηθοποιός Γιώργος Γάλλος, που φέτος συμμετείχε στον Χορό του «Οιδίποδα τυράννου» του Ρίμας Τούμινας. «Παρ’ όλα αυτά σε κάποιες περιπτώσεις –σπάνια δυστυχώς –συμβαίνει να παύω να παρατηρώ τις “ραφές” της κατασκευής, τη γωνία της δέσμης των φώτων ή να κρίνω την απόδοση των συναδέλφων μου. Οταν ένα θέαμα αρχίζει και λειτουργεί στο σύνολό του, ξεχνάς τα επιμέρους στοιχεία του. Το κριτικό πνεύμα αναστέλλεται για δύο ώρες και αφήνει χώρο για να λειτουργήσει η αθώα σχέση θεάματος – θεατή».

Από την πλευρά της η Κόρα Καρβούνη όταν είναι θεατής πηγαίνει πάντα χωρίς προκαταλήψεις. «Αν η παράσταση καταφέρει να με “ανεβάσει” δεν πρόκειται να σκεφτώ τίποτα το τεχνικό. Εάν όμως βλέπω το αντίθετο, τότε δυσανασχετώ πολύ, διότι αρχίζω και βλέπω όλα τα τεχνικά λάθη, της υποκριτικής, τα σκηνοθετικά κ.ά. Αν όμως είναι μια πολύ καλή παράσταση, τότε δεν προλαβαίνω να δω τίποτα το τεχνικό –και εκεί είναι η επιτυχία –από αυτά που θα βλέπαμε εμείς οι επαγγελματίες ηθοποιοί. Οταν είναι τέτοιου είδους παράσταση πολλές φορές έχω νιώσει μεγάλη ζήλεια που δεν είμαι μέρος της και δεν παίζω».

Οταν ο Τάσος Ιορδανίδης βλέπει μια παράσταση που δεν του αρέσει, μπορεί να αποστασιοποιηθεί και να την παρακολουθήσει μέχρι το τέλος της. «Οταν όμως βλέπω μια παράσταση που μου αρέσει και με παίρνει μαζί της, αφήνομαι, ταξιδεύω και όταν τελειώνει αρχίζω και ζηλεύω. Σχεδιάζω πατώντας και ενδεχομένως κλέβοντας κάποια από τα πράγματα τα οποία είδα».

Για την Αμαλία Μουτούση σημασία έχει όχι μόνο αυτό που περιμένει από την παράσταση, αλλά και από τον εαυτό της ως θεατής. «Μπορεί να πάω σε μια παράσταση και το ενδιαφέρον μου να στραφεί αποκλειστικά στο πώς παίζουν οι ηθοποιοί. Βλέπω πώς μιλάει κάποιος, γιατί έχει αυτόν τον τόνο η φωνή του, γιατί κάνει αυτή την κίνηση, αν είναι αναγκαία να γίνει ή όχι, δηλαδή βλέπω πράγματα της δουλειάς μου. Η άλλη εκδοχή είναι αυτό που με ξεκουράζει: όταν πηγαίνω σαν παιδί. Ακόμα και αν ξέρω το έργο να είναι σαν να μην το ξέρω καθόλου, ακόμα και αν ξέρω τους ηθοποιούς να είναι σαν να μην τους έχω ξαναδεί ποτέ. Να μπορώ να κρατήσω μια αθωότητα και όχι οικειότητα σε αυτό το πράγμα που βλέπω για να είμαι αυθόρμητη και να το παρακολουθήσω με την καρδιά μου, χωρίς να μπαίνουν σκέψεις μέσα. Γιατί μόνο σε αυτή την περίπτωση μπορώ να ευχαριστηθώ, επειδή επικοινωνώ κατευθείαν με το έργο».

Οι θεατές. «Αυτό που με ενοχλεί είναι όταν κάποιος δεν σέβεται όχι μόνο τους θεατές επί σκηνής αλλά και τους υπόλοιπους θεατές» λέει η Κόρα Καρβούνη. «Οταν δηλαδή ενώ το αντικείμενο της προσοχής είναι ο ηθοποιός, προσπαθεί να γίνει εκείνος αντικείμενο προσοχής ενοχλώντας τους γύρω και διακόπτοντας την παράσταση. Είναι προτιμότερο να φύγει κανείς παρά να διακόψει μια παράσταση, γιατί έτσι διακόπτει και την εμπειρία των υπολοίπων και αυτό είναι πολύ άσχημο». «Η ενέργεια των θεατών παίζει καθοριστικό ρόλο, όχι μόνο για τον ηθοποιό αλλά και για τους υπόλοιπους θεατές» συμπληρώνει η Μουτούση. «Εξαρτάται από τον τρόπο που είναι παρόντες οι άνθρωποι. Αν αισθάνεσαι ότι οι άνθρωποι που είστε μαζί, δεν είστε μαζί στ’ αλήθεια».