Θα μπορούσε κανείς να αφηγηθεί τη ζωή του Πύρρου Δήμα σαν αριστερό μελόδραμα. Το φτωχό παιδί. Ο οικονομικός μετανάστης που ξεφεύγει από τη μοίρα του. Ομως, ο Δήμας εδώ και καιρό είχε πάψει να αποτελεί πρόσφορη ύλη για αριστερές αφηγήσεις. Το γεγονός ότι από συριζαϊκής πλευράς εκτοξεύεται τώρα και ο υπαινιγμός ότι μάλλον δεν άξιζε τα μετάλλιά του, δεν θα έπρεπε να σοκάρει. Δεν είναι διαφορά ουσίας. Είναι διαφορά κλίμακας στις μισαλλόδοξες επιθέσεις εναντίον του.

Το περιεχόμενο του όρου «αριστερό» έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια. Οπως και το περιεχόμενο του όρου «εθνικό». Ο Δήμας κατηγορείται ότι δεν έμεινε «εθνικός». Και όντως. Δεν κρατήθηκε ασφαλισμένος στο πάνθεον. Ούτε διαχειρίστηκε τον εαυτό του ως εθνικό σύμβολο. Αντιθέτως, μπήκε στην πολιτική στην πιο εύφλεκτη στιγμή της, ρισκάροντας το συμβολικό του κεφάλαιο.

Η επιλογή του να πολιτευτεί με εκείνη την πλευρά που –για να το πούμε κομψά –δεν υποσχόταν προοπτική πολιτικής καριέρας, αντιμετωπίζεται σαν παράπτωμα. Τον κατηγορούν ότι διεκδίκησε την «αποκατάστασή» του οι ίδιοι που τον κατηγορούν ότι δεν πήγε με το ρεύμα.

Δεν πήγε με το ρεύμα ούτε στο δημοψήφισμα. Τάχθηκε υπέρ του Ναι χρησιμοποιώντας ως επιχείρημα τον εαυτό του. Η σύντομη αυτοβιογραφία του –«δεν φοβάμαι για μένα, εγώ τα έχω περάσει αυτά» –δεν ήταν πια ένα «αριστερό», αλλά ένα «μενουμευρωπαϊκό» παραμύθι. Είχε πάψει να είναι «εθνικός», γιατί είχε στρατευτεί «με αυτούς που μας έφεραν ώς εδώ».

Η αλήθεια είναι ότι θα μπορούσε κανείς να διαβάσει έτσι τον Δήμα. Ως ιστορικό υποκείμενο που ενσαρκώνει αυτό το συκοφαντημένο «ώς εδώ». Το «εδώ» στο οποίο μια ασταθής δημοκρατία της Βαλκανικής κατάφερε να φτάσει έπειτα από σαράντα χρόνια οικονομικής ανάπτυξης και θεσμικής ομαλότητας. Το ευρωπαϊκό «εδώ» μιας χώρας, που παρά τη δίνη της τελευταίας εξαετίας, παρέμενε στα μάτια τού μετανάστη από τη Χειμάρρα ο τόπος που μπόρεσε να εγγυηθεί την επιβίωσή του, την ευημερία και την ελευθερία του.

Τα εθνικά σύμβολα αλλάζουν όπως αλλάζει το εθνικό φαντασιακό. Κάποτε, για να ολοκληρώσουμε το greek dream, διορίζαμε τους ήρωές μας στο Δημόσιο. Οι σημερινοί ολυμπιονίκες δεν έχουν δείξει ούτε την προπατορική γκρίνια ότι η πατρίδα τους χρωστάει, ούτε την οίηση ότι το «DNA» τους τούς προορίζει μόνο για νίκες. Οι σημερινοί πρωταθλητές –η Κορακάκη, ο Πετρούνιας, ο Γιαννιώτης –διαχειρίστηκαν τη νίκη τους σαν να είχαν αφομοιώσει την εθνική περιπέτεια.

Αν προετοίμασε κάποιος αυτό το μεταηρωικό ήθος, είναι εκείνος που έριξε τις δάφνες του στη φωτιά της κρίσης.