Παλαιότερα, η αποτυχία μιας πολυδάπανης παραγωγής μπορούσε να οδηγήσει στη χρεοκοπία ενός στούντιο. Οπως δηλαδή συνέβη με την «Πύλη της Δύσης» του πρόσφατα εκλιπόντος Μάικλ Τσιμίνο ή με το «Νησί των κουρσάρων» του Ρένι Χάρλιν, ταινίες που οδήγησαν στον χαμό τη United Artists και την Carolco αντίστοιχα. Σήμερα, το μαζικό promotion δεν επιτρέπει τέτοιες μνημειώδεις καταστροφές, καθώς οι λογιστές του Χόλιγουντ δείχνουν να έχουν τελειοποιήσει τη φόρμουλα: μια ταινία οφείλει να φέρει πίσω στα ταμεία, αρχικά, το διπλάσιο του προϋπολογισμού της για να έχει ένα κάποιο κέρδος.

Τα παλαιότερα χρόνια, όταν δηλαδή οι απολαβές έρχονταν μονάχα από τα ταμεία των κινηματογράφων, οι παραγωγοί δυσκολεύονταν. Τώρα πια, όχι και τόσο: τηλεοπτικά δικαιώματα (που χωρίζονται σε αυτά της «προσβάσιμης» τηλεόρασης και της καλωδιακής), μεταπωλήσεις σε DVD και Blu-ray, gadgets και πλήθος εμπορεύσιμου υλικού έχουν επιστρατευθεί για να ισοσκελίζουν τις όποιες απώλειες.Σαν να λέμε ότι η ταινία σταματά στην προβολή της, αλλά το κέρδος συνεχίζεται έξω από την αίθουσα.

Οπως θα καταλάβατε, το τελευταίο που ενδιαφέρει τα μεγάλα κεφάλια των φιλμικών πολυεθνικών είναι η ποιότητα του προϊόντος που εν τέλει προσφέρουν. Το προηγούμενο Σαββατοκύριακο έκανε την έξοδό της στις αμερικανικές αίθουσες άλλη μια ταινία βασισμένη σε κόμικ: το άνοιγμα του «Suicide Squad» ξεπέρασε τα 267 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως, βοηθώντας την ταινία να «ρεφάρει» κόντρα σε όλες τις αρνητικές κριτικές που δέχθηκε το φιλμ από κινηματογραφικά περιοδικά και επιδραστικές ιστοσελίδες. Αλλά ενώ η ταινία του Ντέιβιντ Αϊερ έφαγε ένα άνευ προηγουμένου θάψιμο, κανείς κριτικός δεν μπορεί πραγματικά να «βλάψει» μια τέτοια ταινία: Τα geeks, οι αφοσιωμένοι οπαδοί των κόμικς με άλλα λόγια, είναι διατεθειμένοι να δουν κυριολεκτικά οτιδήποτε κυκλοφορεί στις αίθουσες υπό το γενικό brand name της Marvel ή της DC Comics. Το απέδειξε άλλωστε η εμπορική επιτυχία του φρικτού «Batman Vs Superman: Dawn of Justice».

To πρόβλημα των στούντιο σε ό,τι αφορά αυτές τις ογκώδεις παραγωγές έχει να κάνει με το δεύτερο Σαββατοκύριακο κυκλοφορίας τους, όπου η πτώση είναι συνήθως εντυπωσιακή. Το «Suicide», εν προκειμένω, έπεσε εισπρακτικά κατά 41%, όταν άρχισε να λειτουργεί το word of mouth και όταν ικανοποιήθηκε η περιέργεια των θεατών για τον Τζόκερ – Τζάρεντ Λέτο. Η αναγνωρισιμότητα του brand name, βλέπετε, δίνει ένα σημαντικό σπρώξιμο αλλά μέχρι εκεί. «Το κοινό», γράφει ο Μπέντζαμιν Λι στην βρετανική «Γκάρντιαν», «χρειάζεται κάτι παραπάνω για να διατηρήσει το ενδιαφέρον του από τις απανωτές συνέχειες με τους ίδιους χαρακτήρες». Το μοντέλο «Avangers», δηλαδή, δεν πουλάει. Ετσι, η Warner δείχνει να αγωνιά για την τύχη των επόμενων παραγωγών της: «Wonder Woman» και «Justice League» θα τεστάρουν την αφοσίωση των θαυμαστών τους αλλά και την ικανότητα του στούντιο να προβλέπει τις καταστροφές και να μαθαίνει από τα λάθη του.

Η παράμετρος Κίνα

Την ίδια στιγμή, η αυξανόμενη επιρροή της κινεζικής αγοράς είναι ικανή να εξασφαλίσει κέρδη που κανείς παραγωγός δεν θα φανταζόταν πριν από μερικά χρόνια. Για παράδειγμα, το «Warcraft», η μεταφορά του εξαιρετικά δημοφιλούς βιντεοπαιχνιδιού, απέφερε στα αμερικανικά ταμεία κέρδη μόλις 47 εκατομμυρίων δολαρίων, έχοντας κοστίσει 160 εκατ. Μιλάμε για αποτυχία, σωστά; Ελα όμως που μέτρησε εισπράξεις 220 εκατομμυρίων μόνο στην Κίνα! Γι’ αυτό και οι κινέζοι ηθοποιοί, έστω και σε δεύτερους ρόλους, κάνουν πλέον και χολιγουντιανή καριέρα. Θυμηθείτε το σίκουελ του «Ημέρα Ανεξαρτησίας» αλλά και το «Now You See Me 2» που γυρίστηκε, κατά μεγάλο ποσοστό, στο Μακάο. Τώρα, το να προσθέτεις έναν διεθνή χαρακτήρα στη συχνά βαρετή ομοιομορφία της αμερικανικής υπερπαραγωγής δεν είναι κάτι το επιλήψιμο, μόνο που οι αποφάσεις αυτές δεν ξεκινούν από δημιουργικές παρορμήσεις.Το ίδιο ισχύει και με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Που εργαλειοποιήθηκαν από τη χολιγουντιανή μηχανή για να δικαιολογηθούν τα ριμέικ κλασικών blockbuster όπως το «Ghostbusters».

Οι «ανεξάρτητες» ταινίες

H ειρωνεία είναι πως εδώ και δεκαετίες το Χόλιγουντ αναζητούσε έναν τρόπο για να αποσπάσει την προσοχή του κοινού των «ανεξάρτητων» ταινιών και το πέτυχε εν τέλει διά της εργαλειοποίησης όλων αυτών που το ανεξάρτητο σινεμά προασπίστηκε: το δικαίωμα στη διαφορετικότητα και στην αμφισβήτηση αλλά και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Με όχημα τις ολοένα και μεγαλύτερες παραγωγές, και ιδίως τις μεταφορές των κόμικς, όλα αυτά μεταμορφώθηκαν σε όπλα προώθησης, με τους μεγαλοχρήστες –διεθνώς –του twitter και των λοιπών social media (επίσης στην ιδιοκτησία των ίδιων πολυεθνικών –AOL Warner και τα ρέστα) να χειραγωγούν το κοινό κατά το δοκούν. Ετσι, το «γυναικείο» ριμέικ του «Ghostbusters» αποτελεί νίκη του φεμινισμού –κι άσε την Τζέιν Κάμπιον να ψάχνει χρήματα, ας κάνει ταινία με ένα χιλιάρικο κι αυτή μωρέ!

Το πρόβλημα όμως παραμένει: τι γίνεται με τους υπόλοιπους και κυρίως με τα σίκουελ που πατώνουν; Τα φετινά «Χελωνονιντζάκια» («Out of the shadows») έκοψαν λιγότερα από τα μισά εισιτήρια της πρώτης ταινίας που είχε χτυπήσει 493 εκατ. δολάρια. Το σίκουελ της «Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων» («Alice through the looking glass») απέτυχε επίσης –αν και όχι το ίδιο παταγωδώς: κόστισε 170 εκατομμύρια δολάρια και απέφερε στα ταμεία κάτι παραπάνω από 292 εκατομμύρια. Που σημαίνει πως με τις πωλήσεις των πνευματικών δικαιωμάτων και τις επερχόμενες κυκλοφορίες σε DVD / Blu-ray άνετα θα ρεφάρει τη χασούρα. Ελα όμως που η προηγούμενη –κακή –ταινία σε σκηνοθεσία Τιμ Μπάρτον έφερε στα ταμεία ένα δισεκατομμύριο.

Θέλετε να μιλήσουμε για αποτυχίες; Το «Blackhat» του κορυφαίου Μάικλ Μαν, που είχε να κάνει ταινία από το «Public Enemies» με Τζόνι Ντεπ, Κρίστιαν Μπέιλ και Μαριόν Κοτιγιάρ, μάζεψε παγκοσμίως είκοσι εκατομμύρια, έχοντας κοστίσει κάτι παραπάνω από εβδομήντα! Πόσο εύκολα θα επιστρέψει στο προσκήνιο ο Μαν; Πολύ φοβάμαι μόνο μέσα από συνηθισμένες συνταγές –ίσως κι αυτός να στραφεί στο κόμικ ούτως ώστε να συνεχίσει να υπάρχει. Την ίδια στιγμή, όλοι περιμένουν τις νέες ταινίες του Κρίστοφερ Νόλαν («Δουνκέρκη») και του Ντενί Βιλνέβ («Arrival»). Ισως επειδή ξέρουν πως αποτελούν τις μόνες τους ελπίδες για ευπρεπές χολιγουντιανό προϊόν.

Στην Ελλάδα

Και στη χώρα μας πάντως Ιούλιος και Αύγουστος αποδείχθηκαν οι μήνες οι σκληροί για τις ταινίες που είχαν αξιώσεις μπλοκμπάστερ. Το «Star Trek beyond» έκοψε 25.417 εισιτήρια σε τρεις εβδομάδες και 18 αίθουσες πανελλαδικά, ενώ το «Ghostbusters» έκοψε μόλις 5.191 στην πρώτη εβδομάδα. Ακόμη και η «Εποχή των παγετώνων: σε τροχιά σύγκρουσης» μάζεψε 184.666 σε 10 εβδομάδες προβολής σε 55 αίθουσες πανελλαδικά (όλα τα στοιχεία αφορούν τις προβολές έως και την περίοδο 11-14/8).