Ετρεξα τρεις Μαραθωνίους σε έναν χρόνο (11/2012 – 11/2013). Ηταν ξεκάθαρο ότι αυτή η απόσταση ούτε μου αρέσει ούτε της αρέσω. Αφού δεν ταιριάζουμε γιατί να το προσπαθούμε; Ισως κάποια στιγμή αργότερα πάλι, ποιος ξέρει.

Παρ’ όλα αυτά, η ημέρα του Μαραθωνίου είναι ημέρα γιορτής για όλους τους δρομείς, ακόμη και για εκείνους που δεν τρέχουν. Δεν ήθελα να λείπω, ας συμμετείχα με τον τρόπο μου. Δύο φορές στο Ναύπλιο κι άλλες δύο στον Κλασικό (εγώ πάντα έτσι θα τον αποκαλώ), στάθηκα στην άκρη του δρόμου να δω, να χειροκροτήσω, να ενθαρρύνω, όλους αυτούς που έδιναν τη μάχη τους.

Κι ενώ κάθε φορά έλεγα πως θα κάτσω ώσπου να περάσουν κάποιοι φίλοι ή γνωστοί, του «4ώρου» το πολύ, ποτέ δεν τα κατάφερα. Πάντα έμενα εκεί πολύ περισσότερο, σχεδόν μέχρι τους δρομείς των πεντέμισι ωρών.

Δεν μπορούσα να φύγω. Κάτι μέσα μου μού έλεγε, «μείνε εδώ, θα σε χρειαστούν για μερικά δευτερόλεπτα, όπως τους χρειάστηκες εσύ μιαν άλλη φορά».

Κι αυτή η αίσθηση γιγαντώνεται κάθε φορά που ένας δρομέας διασταυρώνει το βλέμμα του με το δικό σου. Κι εσύ προσπαθείς να αναγνωρίσεις από αυτό, αλλά κι από το σώμα του, τι προσμένει από εσένα τη στιγμή εκείνη.

Ενα «μπράβο» γιατί δείχνει πως όλα πάνε καλά. Ενα «μπορείς, σφίξε τα δόντια» γιατί το κορμί έχει αρχίσει να μη συνεργάζεται. Ενα «δεν πειράζει» γιατί βλέπεις πως έχει χάσει τη μάχη ή γιατί είναι φίλος σου και ξέρεις πως είχε άλλα σχέδια.

Υπάρχουν δρομείς που ανηφορίζουν την Φειδιππίδου (εκεί στέκομαι πάντα) περπατώντας αλλά χαμογελαστοί. Δεν κυνηγούσαν κάτι συγκεκριμένο, τους αρκεί που σε λίγο θα μπουν στο Καλλιμάρμαρο. Αυτοί δεν σε χρειάζονται, είσαι απλώς μέρος της γιορτής που απολαμβάνουν. Υπάρχουν όμως κι αυτοί που υποφέρουν. Και σωματικά γιατί πονάνε, αλλά και ψυχικά γιατί ο στόχος έχει χαθεί. «Ξεκίνα να τρέχεις. Ελα να σε δω να τρέχεις, μπορείς», τους φωνάζεις απέξω. Κάποιοι το κάνουν. Είτε για να μη σε απογοητεύσουν, είτε γιατί είναι ένα έστω στιγμιαίο έναυσμα για μια τελευταία προσπάθεια. Ισως ακόμη κι επειδή ντρέπονται. Και ανοίγουν τον διασκελισμό τους έστω και για λίγα μέτρα, μέχρι να φύγουν από μπροστά σου και να μη τους βλέπεις που και πάλι θα περπατήσουν.

Πολλοί δρομείς σού ανταποδίδουν το χειροκρότημα και σε ευχαριστούν, άλλοι είναι κλεισμένοι στον εαυτό τους, ψάχνοντας τα υπολείμματα των δυνάμεών τους. Σε ακούνε όμως που τους φωνάζεις. Το όνομά τους που διέκρινες κάτω από τον αριθμό, το χρώμα της μπλούζας τους, κάτι τέλος πάντων που τη στιγμή εκείνη θα τους κάνει να νιώσουν πως είσαι εκεί γι’ αυτούς. Κι ας μην τους ξέρεις. Και μετά τους «παραδίδεις» στον επόμενο θεατή.

Στο τέλος, φεύγω πάντα κουρασμένος και με τη φωνή κλεισμένη. Οι παλάμες, κατακόκκινες, πονάνε από το αδιάκοπο χειροκρότημα. Ικανοποιημένος όμως γιατί έπαιξα τον μικρό, ελάχιστο ρόλο που μου είχε δοθεί.

Καμιά φορά όταν με ρωτάει κανείς σε πόσους Μαραθωνίους έχω συμμετάσχει, ενστικτωδώς απαντάω επτά.

Ο Νίκος Πήλικας είναι 45 ετών. Βρίσκεται πίσω από το gorun.gr, τη νέα διαδικτυακή πλατφόρμα για την ελληνικη δρομική κοινότητα