Είναι το περπάτημα η γυμναστική των τεμπέληδων; Μη βιαστείτε να απαντήσετε «ναι», γιατί τα επιστημονικά δεδομένα θα σας διαψεύσουν. Με το «ταπεινό» περπάτημα καίμε περισσότερες θερμίδες από εκείνες που πιστεύαμε στο παρελθόν, ενώ κάθε βήμα μάς απομακρύνει από σοβαρές και χρόνιες παθήσεις όπως οι καρδιαγγειακές, ο διαβήτης τύπου ΙΙ και η υψηλή πίεση.

Τα τελευταία καλά νέα έφτασαν τον περασμένο Μάρτιο από μία νέα επιστημονική μελέτη που διεξήχθη στις ΗΠΑ. Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Southern Methodist στο Ντάλας ανέπτυξαν ένα διαφορετικό μοντέλο υπολογισμού των καύσεων, που απέδειξε ότι το περπάτημα είναι μεταβολικά πιο αποδοτικό –ανατρέποντας όλα όσα πιστεύαμε τα τελευταία 40 χρόνια!

Ετσι, για παράδειγμα, μια ενήλικη γυναίκα με κανονικό ύψος και βάρος 60 κιλά, που περπατά με ταχύτητα περίπου 4,6 χιλιόμετρα την ώρα, θα κάψει περίπου 81 θερμίδες εάν καλύψει απόσταση 1,6 χιλιομέτρων. Με το παλαιότερο μοντέλο υπολογισμού, οι εκτιμώμενες καύσεις δεν ξεπερνούσαν τις 68 θερμίδες.

Εάν δε η ταχύτητα βάδισης είναι ακόμη πιο έντονη (6,4 χλμ. την ώρα), οι καύσεις αγγίζουν τις 95 θερμίδες ανά 1,6 χιλιόμετρα, αποδεικνύοντας ότι το περπάτημα δεν είναι χάσιμο χρόνου για όσους θέλουν να διατηρήσουν τη φόρμα τους.

Γιατί όμως το βάδισμα είχε υποτιμηθεί τις τελευταίες δεκαετίες αναφορικά με τις καύσεις θερμίδων; Οι ερευνητές αναφέρουν στην ίδια δημοσίευση ότι οι αρχικές έρευνες βασίστηκαν σε μικρό δείγμα ανθρώπων, οι οποίοι μάλιστα ήταν αποκλειστικά άνδρες.

Επιπλέον δεν είχαν ληφθεί υπόψη άλλες παράμετροι που κάνουν τη διαφορά, όπως για παράδειγμα το βάρος, με αποτέλεσμα οι υπολογισμοί να καταλήγουν σε λανθασμένα αποτελέσματα.

Οι επιστήμονες της Mayo Clinic υποστηρίζουν από την πλευρά τους ότι το περπάτημα είναι το «Α» της φυσικής άσκησης, επισημαίνοντας ότι η γυμναστική δεν χρειάζεται να είναι πολύπλοκη για να είναι αποτελεσματική.

Και σημειώνουν ότι μια συνήθεια τόσο απλή, όπως το περπάτημα, συμβάλλει σημαντικά στη διατήρηση της καλής υγείας.

Tα οφέλη που αριθμούν οι ειδικοί από ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού είναι πολλά. Κατ’ αρχάς το περπάτημα βοηθά σημαντικά στο να… σκαλώσει η ζυγαριά σε ένα ικανοποιητικό και πάνω απ’ όλα υγιές βάρος. Το περπάτημα βοηθά στην ενδυνάμωση του μυοσκελετικού συστήματος και ενισχύει σημαντικές δεξιότητες του σώματος, όπως η ισορροπία και ο συντονισμός των άκρων.

Το πιο σημαντικό στη λίστα των «συν» που συνυπογράφουν ειδικοί της Mayo Clinic είναι ότι το περπάτημα λειτουργεί προληπτικά ή βοηθά στην αντιμετώπιση συμπτωμάτων που εμφανίζουν άνθρωποι οι οποίοι έχουν διαγνωστεί με καρδιαγγειακά προβλήματα, με πίεση ή με διαβήτη τύπου ΙΙ.

Βέβαια, τα θετικά αποτελέσματα της άσκησης συνδέονται άμεσα με τη συχνότητα, τη διάρκεια και την έντασή της. Γι’ αυτό και το περπάτημα δεν μπορεί να ισοδυναμεί με εκείνο ενός ανθρώπου που βαδίζει χαλαρά, χαζεύοντας παράλληλα τις βιτρίνες.

Ποιος είναι όμως ο κατάλληλος ρυθμός; «Επειδή ο ανθρώπινος οργανισμός είναι διαφορετικός, το ίδιο μυϊκό έργο εισπράττεται διαφορετικά από οργανισμό σε οργανισμό –ανάλογα με το ύψος, την ηλικία, το επίπεδο φυσικής κατάστασης. Ο γενικός κανόνας είναι ότι το καλύτερο αποτέλεσμα το έχουμε όταν ο ρυθμός μας φτάνει στην εφίδρωση και το λαχάνιασμα, σημειώνει ο Νικήτας Νικηταράς, αναπληρωτής καθηγητής των ΤΕΦΑΑ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ειδικός στην άσκηση για όλους.

Σύμφωνα με τον ίδιο, «το τακτικό βιαστικό περπάτημα τουλάχιστον 3-5 φορές πάνω από 45′ στα άτομα νεαρής ηλικίας τα προφυλάσσει από την επέλαση του σακχαρώδους διαβήτη και βοηθάει όσους έχουν ήδη να τον τιθασεύσουν» υπογραμμίζει.

Επιπλέον, το συχνό και γρήγορο περπάτημα δρα προληπτικά σε ποσοστό 12%-50% στην εμφάνιση διαφόρων ειδών καρκίνου, όπως του εντέρου και του μαστού.

Και επειδή στα χρόνια της κρίσης η διάθεση των Ελλήνων έχει «χτυπηθεί» σημαντικά, ο Νικήτας Νικηταράς δίνει ιδιαίτερη έμφαση (και) στα ψυχολογικά οφέλη του περπατήματος. «Συντελεί στην ενεργοποίηση του ορμονικού συστήματος –η έκκριση ορμονών δίνει την αίσθηση της ευφορίας και της αυτοεκτίμησης μέσω της βελτίωσης της σωματικής εικόνας και παράλληλα αντιμετωπίζει προβλήματα αϋπνίας».

Το βάδισμα έχει την τεχνική του

Ο βαδιστής, σύμφωνα με τους ειδικούς, πρέπει να κρατά το κεφάλι ψηλά, κοιτώντας μπροστά και όχι τον δρόμο, το μονοπάτι ή το πεζοδρόμιο. Ο αυχένας, οι ώμοι και η πλάτη πρέπει να είναι χαλαροί. Αυτό ωστόσο δεν σημαίνει ότι επιτρέπεται το καμπούριασμα. Επιπλέον, η κίνηση των χεριών πρέπει να είναι ελεύθερη, με τον αγκώνα να έχει μία μικρή κλίση. Η κίνηση των ποδιών πρέπει να είναι ομαλή, δουλεύοντας όλο το πέλμα (πατώντας τη φτέρνα και φτάνοντας έως τα δάχτυλα).

Και επειδή για τους αρχάριους το ξεκίνημα μπορεί να φανεί βουνό, το περπάτημα είναι ο πλέον κατάλληλος τρόπος να μυηθεί κάποιος στην άσκηση χωρίς να αισθανθεί την ανάσα του να κόβεται, τα γόνατά του να λυγίζουν και τον ιδρώτα να τρέχει ποτάμι.

Ο καθηγητής Νικηταράς συμβουλεύει τους αρχάριους βαδιστές να περπατούν κατά τις πρώτες εβδομάδες σε επίπεδο έδαφος ώστε να ενισχυθεί το μυοσκελετικό σύστημα και να αποφευχθούν τα «μυϊκά πιασίματα».

Στη δεύτερη φάση, οι βαδιστές μπορούν να δοκιμάσουν τις αντοχές τους οπουδήποτε «με την προϋπόθεση να φοράνε τα κατάλληλα αθλητικά παπούτσια –εύκαμπτα, ελαφριά, με ενισχυμένη ποδική καμάρα, δυνατότητα απορρόφησης κραδασμών και ευρυχωρία στα δάxτυλα». Ο ειδικός προτείνει ανεπιφύλακτα και το περπάτημα σε αβαθείς και ασφαλείς παραλίες το καλοκαίρι, σημειώνοντας ότι είναι εξαιρετικά ευεργετικό λόγω της αντίστασης του σώματος στο νερό αλλά και της επίδρασης του νερού στο σώμα (προσφέρει μυοσκελετική χαλάρωση και ανακούφιση, ενώ βοηθά στην καλή κυκλοφορία του αίματος).