Η εικόνα ήταν ειδυλλιακή. Το μπαράκι δίπλα στο κύμα, η θάλασσα που γυάλιζε από το φως του ολόγιομου φεγγαριού, σε μια γωνιά μια βάρκα μεταμορφωμένη σε ευρύχωρο καναπέ, χαμηλά τραπεζάκια με κεριά, μαξιλάρες στο γκαζόν, όμορφη μουσική –τι άλλο να θελήσει κανείς μια αυγουστιάτικη νύχτα στο νησί; Οι παρέες χαλαρές –ποτά, κουβέντες, φλερτ, αστεία.

Η παρέα με τους 17χρονους εμφανίσθηκε γύρω στα μεσάνυχτα. Βρήκαν ένα τραπέζι, έκατσαν γύρω του, παρήγγειλαν τα ποτά τους και έπιασαν δουλειά. Ο καθένας με ένα κινητό στο χέρι, επί ώρες, κλεισμένος στον δικό του κόσμο, πέρασαν το βράδυ με παρέα το Ιντερνετ. Τους παρακολουθούσαμε κάνοντας πλάκα στην αρχή, έκπληκτοι καθώς προχωρούσε η νύχτα. Ζήτημα αν αντάλλαξαν μερικές κουβέντες μεταξύ τους. Ο καθένας είχε βυθιστεί στο κινητό του. Κάποια στιγμή πλήρωσαν και έφυγαν. Ωραία περάσαμε κι απόψε…

Μας έκανε τόσο εντύπωση, που το συζητούσαμε τις επόμενες ημέρες και το ξαναείδαμε σποραδικά να συμβαίνει κι αλλού. Στις παραλίες, σε απογευματινούς καφέδες, ακόμα και σε ουζερί. Ενα κινητό προέκταση του χεριού, ένα κινητό ως κομμάτι, λες, του «εαυτού», συναισθήματα που εκφράζονται με φατσούλες αντί για συναισθήματα.

Η κοινωνική επιστήμονας του ΜΙΤ Σέρι Τερκλ έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Μόνοι μαζί» όπου εξετάζει τον ρόλο των «μεταβατικών αντικειμένων» όπως λέγονται. Ξεκινούν από αντικείμενα της παιδικής ηλικίας –χνουδωτά ζωάκια, ένα κομμάτι της μωρουδιακής κουβέρτας, κάποιο αγαπημένο μαξιλάρι. Το παιδί τα αισθάνεται ως μέρος του εαυτού του αλλά και της εξωτερικής πραγματικότητας. Τέτοια αντικείμενα μεσολαβούν ανάμεσα στην αίσθηση της σύνδεσης του μωρού με το σώμα της μητέρας και τη διαρκώς και πιο έντονη αντίληψη στο παιδί ότι είναι ένας διαφορετικός άνθρωπος. Αυτά τα «μεταβατικά» αντικείμενα σταδιακά εγκαταλείπονται αλλά, ισχυρίζεται η Τερκλ, αφήνουν σημάδια για την υπόλοιπη ζωή, για τον τρόπο που αναπτύσσουμε την ικανότητα να απολαμβάνουμε, να δημιουργούμε, διαμορφώνουν την αισθητική μας.

Κάποιοι ειδικοί θεωρούν ότι σε όλα τα στάδια της ζωής μας συνεχίζουμε να αναζητούμε αντικείμενα που μας δίνουν την εμπειρία ότι συνδέονται με εμάς αλλά και με τον έξω κόσμο. Αναζητούμε την ενιαία αίσθηση που μας είχαν δώσει εκείνα τα πρώτα αντικείμενα. Βρίσκουμε σε αυτά στιγμές κατά τις οποίες αισθανόμαστε «ένα» με τον κόσμο, αυτό που ο Φρόιντ αποκαλεί «ωκεάνιο αίσθημα». Βρίσκουμε αυτές τις στιγμές όταν μας ενθουσιάζει ένα έργο τέχνης, ένα ωραίο τοπίο, ένας έρωτας.

Από τη δεκαετία του ’80 οι επιστήμονες εξετάζουν την ψηφιακή κουλτούρα. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που διέγνωσαν πως οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές δεν ήταν «κάποια απλά εργαλεία». Αποδείχθηκαν οικείες μηχανές. Πλέον, τις αισθανόμαστε ως κομμάτι του εαυτού μας, ξεχωριστό αλλά συνδεδεμένο με εμάς. Πλέον, τα μικρά παιδιά τα αισθάνονται ως προέκτασή τους, τα γνωρίζουν καλά, μερικές φορές καλύτερα από ό,τι οι ενήλικοι, έχοντας μεγαλώσει μέσα στην ψηφιακή κουλτούρα. Πλέον τα κομπιούτερ είναι τα «μεταβατικά αντικείμενα» ολόκληρων γενεών. Δημιουργούν σε πολλούς την αίσθηση ότι βρίσκονται συντονισμένοι με τον κόσμο. Ενα αντικείμενο στα όρια μεταξύ του εαυτού και του κόσμου. Μια προέκταση της δημιουργίας των σκέψεων.

Στην εποχή μας δεν είναι λίγοι εκείνοι που αισθάνονται ένα με τα βιντεογκέιμ που παίζουν, ένα με τα άβαταρ τα οποία δημιουργούν σε εικονικούς κόσμους, ένα με τα έξυπνα τηλέφωνά τους. Τα κλασικά μεταβατικά αντικείμενα υπάρχουν για να εγκαταλείπονται και η δύναμή τους να ανακαλείται σε στιγμές ξεχωριστών εμπειριών. Ομως τα ψηφιακά αντικείμενα υπάρχουν για να τα μην τα εγκαταλείψουμε ποτέ. Με κάποιο τρόπο γινόμαστε σταδιακά όλο και περισσότερο τα cyborg που κάποτε βλέπαμε στις ταινίες.

Στο πλοίο της επιστροφής παρακολουθούσα τους πάντες γύρω μου να βγάζουν σέλφι. Να ξέρουν τις καλές γωνίες του προσώπου τους, το χαμόγελο που πρέπει να μιμηθούν, τη στάση σώματος που κολακεύει. Αποδείξεις μιας χαράς που δεν μετρά τόσο εάν δεν καταγραφεί. Ενδείξεις μιας μετάβασης που δεν λέει να γίνει.