Συναναστράφηκε, συνεργάστηκε ή συνδέθηκε ερωτικά με μερικούς από τους σημαντικότερους πρωταγωνιστές της δεκαετίας του ’60. Δικαιούται όμως κανείς να την προσεγγίσει μέσα από ένα τέτοιο πρίσμα; Σύμφωνοι, το παρατσούκλι Νίκο τής το έδωσε ο φωτογράφος Χέρμπερτ Τομπάιας ως αναφορά στον σκηνοθέτη Νίκο Παπατάκη, όταν στα 16 της, με τα πορσελάνινα ζυγωματικά της ήδη διαμορφωμένα, δούλευε ως μοντέλο στο Βερολίνο. Ο μικρός ρόλος της στη «Γλυκιά ζωή» προέκυψε όταν ο Φελίνι την αντίκρισε σε μια γωνία του κινηματογραφικού σετ. Με τον Αλέν Ντελόν απέκτησε το 1962 έναν γιο, τον Αρι, που ο ηθοποιός δεν αναγνώρισε ποτέ, ενώ η σχέση της με τον Μπράιαν Τζόουνς έφερε και το πρώτο της σινγκλ, «I’m not sayin’». Ο Μπομπ Ντίλαν τής έδωσε να τραγουδήσει το «I’ll keep it with mine», ο Τζιμ Μόρισον την προέτρεψε να γράψει δικά της τραγούδια και ο σκηνοθέτης Φιλίπ Γκαρέλ, πέρα από ρόλους σε ταινίες σαν το «La cicatrice intérieure», της έδωσε λίγη ακόμα ηρωίνη. Κι όμως. Η γεννημένη το 1938 στην Κολωνία ως Κρίστα Πφέγκεν πρέπει να ήταν κάτι περισσότερο από όλα αυτά.

Ο Αντι Γουόρχολ το αντιλήφθηκε. Ηταν το 1966 όταν είχε αρχίσει να χρηματοδοτεί τους Velvet Underground και αποφάσισε ότι η μπάντα χρειαζόταν μια εντονότερη οπτική παρουσία. Στο βιβλίο του «Popism» χαρακτήριζε τη Νίκο ό,τι πρέπει για τον ρόλο: «Εμοιαζε να έχει ταξιδέψει στην πρύμνη ενός πλοίου των Βίκινγκς, τόσο όμορφο πρόσωπο και σώμα είχε. (…) Ο κόσμος περιέγραφε τη φωνή της σαν οτιδήποτε, από υπερφυσική μέχρι γλυκιά και μεταξένια, αργή και υπόκωφη, σαν “αέρας που περνάει μέσα από σωλήνα” ή “κομπιούτερ της ΙΒΜ με προφορά Γκρέτα Γκάρμπο”».

Από τη μεριά τους, οι Λου Ριντ και Τζον Κέιλ πίστευαν ότι το συγκρότημα έπρεπε να διαχωρίζεται από την προσκεκλημένη τραγουδίστριά του, ακόμα και αν η τελευταία εξύψωνε με τη γοητευτικά πένθιμη κι ανέκφραστη φωνή της τα «Femme fatale», «All tomorrow’s parties» και «I’ll be your mirror». Ο Ριντ άρχισε να ενοχλείται όταν τα περιοδικά την προτιμούσαν κι εκείνη όμως δεν τα περνούσε πρίμα. «Στεκόμουν στη σκηνή κρατώντας ένα μικρόφωνο», έλεγε κάποτε, «υπήρχε και ένα συγκρότημα, έμοιαζα όμως με μανεκέν».

Η σόλο καριέρα της ξεκίνησε στο St Marks Place, παλιό στέκι των Velvet Underground, με σταθερό θαμώνα τον Λέοναρντ Κοέν –λέγεται ότι στον ατελέσφορο έρωτά του για τη Νίκο οφείλεται το «Take this longing». Ο Καναδός θα επηρεαζόταν και από το ντεμπούτο της «Chelsea girl» του 1967, ένα φολκ άλμπουμ με τραγούδια των Ντίλαν ή Τιμ Χάρντιν και συμμετοχές από τους Velvet, που η Γερμανίδα όμως επίσης δεν το είχε χαρεί: όταν το πρωτάκουσε αγνώριστο από τις επεμβάσεις της παραγωγής, ξέσπασε σε κλάματα. Ακολούθησαν το «Marble index», με το ψυχρό αρμόνιό του και τα μόνοτονα φωνητικά να το καθιστούν το πρώτο ίσως δείγμα goth δισκογραφίας, το «End…» του 1974 με μια διασκευή στο ομώνυμο τραγούδι των Doors γεμάτη απόκοσμο μεγαλείο, αλλά και τιμητικά support στη Siouxsie and the Banshees ή οριεντάλ πειράματα τύπου «Drama of exile» σε παραγωγή του Κέιλ. Ολο αυτό το διάστημα η Νίκο ζούσε νομαδικά, περηφανευόμενη κάποτε σε έναν δημοσιογράφο ότι στο διαβατήριό της «δεν αναγράφεται συγκεκριμένη διεύθυνση». Ηταν λοιπόν αρκετά δυσάρεστο που είχε κατηγορηθεί για ρατσισμό.

Είχε υποδείξει κάποτε ως αιτία τέτοιων απόψεων το γεγονός ότι στην εφηβεία της είχε βιαστεί από έναν μαύρο αμερικανό στρατιώτη. Ηταν η περίοδος που ζούσε στη Νέα Υόρκη, αφού προηγουμένως, μετά τον θάνατο του πατέρα της στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, είχε ταξιδέψει με τη μάνα της στη Γερμανία και είχε εργαστεί ως μοδίστρα ή μοντέλο. Τα επόμενα χρόνια θα διακρινόταν στη γαλλική «Vogue» ή θα ταξίδευε μέχρι την ηλιόλουστη Ιμπιζα, νοικιάζοντας στο νησί ένα σπίτι με τη μητέρα και τον μικρό ακόμα γιο της Αρι. Εκεί ήταν που δεκαετίες αργότερα και αφού είχε ενταχθεί σε πρόγραμμα μεθαδόνης ξεκίνησε μια ζεστή μέρα του Ιουλίου του 1988 για μια ποδηλατάδα. Δεν είναι βέβαιο τι συνέβη, ένας περαστικός όμως τη βρήκε αναίσθητη στο έδαφος, πλάι στο πεσμένο δίκυκλο. Τη μετέφερε σε τρία νοσοκομεία, κανένα εκ των οποίων δεν τη δέχτηκε. Το τέταρτο διέγνωσε εσφαλμένα ηλίαση. Το επόμενο απόγευμα πέθανε από εγκεφαλική αιμορραγία.