Στα χαρτιά οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Ρίο είναι για την Ελλάδα οι τρίτοι καλύτεροι στην Iστορία για εκτός έδρας διοργάνωση μετά το Σίδνεϊ (2000) και την Ατλάντα (1996).

Στην Αυστραλία η ελληνική αποστολή είχε επιστρέψει με 13 μετάλλια και από την πρωτεύουσα της Ατλάντα Τζόρτζια με 8, ενώ από το Ρίο έφερε 6 (3 χρυσά, 1 ασημένιο, 2 χάλκινα), αριθμός που οδήγησε τη χώρα μας στην 25η θέση μεταξύ των 208 κρατών που έλαβαν μέρος.

Ομως τότε οι εποχές ήταν διαφορετικές, στις ομοσπονδίες και γενικότερα στον ελληνικό αθλητισμό έρρεε πακτωλός εκατομμυρίων. Ηταν οι εποχές των παχιών αγελάδων και μάλιστα οι αγώνες του Σίδνεϊ αποτέλεσαν τον προάγγελο του 2004, όπου σχεδόν πάντοτε η χώρα που διοργανώνει τους επόμενους Ολυμπιακούς διακρίνεται αρκετά στους αμέσως προηγούμενους.

Με βάση τα στοιχεία και το γεγονός ότι για πρώτη φορά φέτος φτάσαμε σε προολυμπιακή προετοιμασία χωρίς ούτε ένα ευρώ από την πολιτεία, τα 6 μετάλλια και τα αρκετά καλά πλασαρίσματα αθλητών και αθλητριών μας αποτελούν κανονικό άθλο. Αν αναλογιστεί κανείς το πώς προετοιμάστηκαν (με εξαίρεση ίσως την Κατερίνα Στεφανίδη που ζει και προπονείται στις ΗΠΑ) σε αντίθεση με τους βασικούς αντιπάλους τους στα διάφορα αγωνίσματα, θα τον πιάσει κατάθλιψη.

Σε μια παράγκα στη Δράμα (που της την γκρέμισαν κιόλας) η δις ολυμπιονίκης μας (χρυσή και χάλκινη) στη σκοποβολή Αννα Κορακάκη· σε γυμναστήρια χωρίς θέρμανση και ψύξη ο χρυσός ολυμπιονίκης στους κρίκους Λευτέρης Πετρούνιας· ψάχνοντας να βρει ένα κολυμβητήριο στην Αθήνα να κολυμπήσει 10-20 χιλιόμετρα ο ασημένιος ολυμπιονίκης στη μαραθώνια κολύμβηση Σπύρος Γιαννιώτης· αναζητώντας βοήθεια –για να μην εγκαταλείψουν –από τον πρόεδρο της ΕΟΕ Σπύρο Καπράλο οι χάλκινοι ιστιοπλόοι μας Μάντης και Καγιαλής.

Ουσιαστικά, οι τελευταίοι ήταν αυτοί που «χτύπησαν» το ξυπνητήρι του Σπύρου Καπράλου, ο οποίος ως παλαιός αθλητής έβαλε σε εφαρμογή το πρόγραμμα «Υιοθετήστε έναν αθλητή» και χωρίς υπερβολή σώθηκαν ολυμπιονίκες που ίσως δεν θα μπορούσαν καν να φτάσουν στο Ρίο. Στην αρχαία Ελλάδα γκρέμιζαν τα τείχη των πόλεων για να υποδεχτούν τους ολυμπιονίκες, σήμερα ευχόμαστε απλώς να μην γκρεμίσουν τους ίδιους. Οι σύγχρονοι νικητές μας έχοντας μάθει μόνο να αγωνίζονται, τα βγάζουν πέρα παλικαρίσια και με αξιοπρέπεια, ωστόσο είναι προφανές ότι θα πρέπει να διαθέτουν τουλάχιστον τα απαραίτητα.

Σαφώς το να εξυγιανθεί το ποδόσφαιρο και να αντιμετωπιστεί μια σαθρή κατάσταση στην ΕΠΟ είναι ένα βασικό ζητούμενο, αλλά δεν θα πρέπει να μείνει μόνο σε αυτό το δέντρο ο υφυπουργός Αθλητισμού Σταύρος Κοντονής γιατί θα χάσει το δάσος του πραγματικού αθλητισμού, αυτού που χαρίζει μοναδικές συγκινήσεις και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ένα καλύτερο αύριο στα αθλητικά δρώμενα.

Ουσιαστικά σε μια χώρα που έχει τα πιο παχύσαρκα παιδιά (και αργότερα εφήβους και ενηλίκους) στην Ευρώπη και διεκδικεί την πρωτιά στους πνιγμούς παρά την παραδοσιακή ναυτοσύνη της, ο αθλητισμός θα έπρεπε να βρίσκεται σε ένα ισάξιο στάδιο με την υγεία και την παιδεία. Διότι ο αθλητισμός και παιδεία προσφέρει (διαμορφώνοντας εκπληκτικούς χαρακτήρες όπως το σύνολο σχεδόν των αθλητών και αθλητριών μας) και στην υγεία συμβάλλει καθώς όσο περισσότεροι μπαίνουν σε αυτόν τόσο λιγότεροι μελλοντικοί ασθενείς θα είναι για το κράτος.

Ανθρωποι σαν τον Σπύρο Γιαννιώτη θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται ως εθνικό κεφάλαιο και με το που αποσύρθηκε θα όφειλαν να τον έχουν ήδη «τσιμπήσει» από το υπουργείο Αθλητισμού για να διδάσκει τις εμπειρίες του στα σχολεία και τα νέα παιδιά.

Η υποθήκη που έβαλαν οι αθλητές και οι αθλήτριές μας στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο θα πρέπει να μην πάει χαμένη και το κράτος να επενδύσει σε αυτήν. Δεν είναι απαραίτητα τα παχυλά πριμ άλλων εποχών, όμως επιβάλλεται να υπάρχουν οι αυτονόητες συνθήκες προετοιμασίας.