Η επόμενη μέρα των διακοπών, όπως και η επόμενη μέρα των εκλογών, αποτελεί το σημείο συνάντησης με την πραγματικότητα. «Επιτέλους οι δυσκολίες αρχίζουν» είχε αναφωνήσει το βράδυ της ιστορικής εκλογής του, το 1981, ο Φρανσουά Μιτεράν. Αμφιβάλλω σφόδρα αν η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να πει σήμερα το ίδιο: οι δυσκολίες που έχει μπροστά της δεν έχουν τίποτα το νέο ή το δημιουργικό.

Οι πιο εμφανείς προκλήσεις είναι λείψανα αμήχανων ή ημιτελών χειρισμών τού αμέσως προηγούμενου διαστήματος: αξιολόγηση και ΕΝΦΙΑ. Οι παλινωδίες στο κλείσιμο της προηγούμενης αξιολόγησης κατέστησαν την επερχόμενη όχι μόνο εξίσου κρίσιμη (ενώ κανονικά θα σηματοδοτούσε την επιστροφή στη «ρουτίνα») αλλά και πολύ πιο δύσκολη: ενεργοποίηση μιας παρατεταμένης και συνολικής διαβούλευσης με φορείς της επιλογής των θεσμών, μεγάλος αριθμός προαπαιτουμένων με δυνατότητα διαρκών προσθηκών, αμφισβήτηση, ιδίως μετά την ανακίνηση της ιστορίας με τα στατιστικά δεδομένα, των στοιχείων που δίνει η κυβέρνηση και των προθέσεών της να υλοποιήσει αυτά για τα οποία έχει δεσμευθεί. Στην αξιολόγηση του Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου διακυβεύονται η επιστροφή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα (χωρίς την οποία ολοκλήρωση προγράμματος δεν θα υπάρξει ποτέ), η διατήρηση ανοιχτής της συζήτησης για το χρέος (που συνδέεται όχι μόνο με το πρωτογενές πλεόνασμα αλλά και με τη διεθνή αξιοπιστία της χώρας μας), η τύχη των ιδιωτικοποιήσεων (τις οποίες η κυβέρνηση –τελευταίο παράδειγμα: ΔΕΣΦΑ – Αζέροι –διαρκώς αποκρούει), η επόμενη μέρα του τραπεζικού συστήματος (για το οποίο η Ευρώπη έχει καταστήσει σαφές ότι δεν θα πληρώσει άλλο). Πολύ βαρύ έργο για μια κυβέρνηση που φανερώνει κάθε μέρα ότι δεν πιστεύει σε αυτό και σπαταλά χρόνο και δυναμική σε κάθε είδους αντιπερισπασμό: συνταγματική αναθεώρηση που δεν θα γίνει, σκανδαλολογία που δεν έχει νόημα, μοίρασμα της τηλεοπτικής πίτας ως λάφυρο εξουσίας, πολιτικές Σύνοδοι μόνο για τις εντυπώσεις.

Η έλευση του νέου και φουσκωμένου ΕΝΦΙΑ, από την άλλη, θα αγγίξει και θα φωτίσει με νέο φως το μέτωπο της λεγόμενης καθημερινότητας. Περισσότεροι φόροι και περικοπές, νέο άνοιγμα (δηλαδή νέα συρρίκνωση) εργασιακών – μισθολογικών, σχολεία χωρίς δασκάλους αλλά με πολλή «ιδεολογία», δημόσια νοσοκομεία χωρίς τα στοιχειώδη. Αν για την πραγματική οικονομία καταλύτης θα είναι η διευθέτηση των κόκκινων δανείων και στο μέτωπο της αξιολόγησης η πρόοδος των ιδιωτικοποιήσεων και η έναρξη λειτουργίας του σχετικού Υπερταμείου, η καθημερινότητα χτυπάει πλέον την κυβέρνηση από παντού και σε όλες τις ευαίσθητες ζώνες των πολιτών: στην τσέπη τους, στην ψυχολογία τους, στις προσδοκίες τους, στις αντοχές τους. Με τόσες δύσκολες προκλήσεις από καιρό γνωστές, μια ομάδα εξουσίας που θα πάλευε για τον τόπο και όχι για τον εαυτό της θα έβαζε, έστω και όψιμα, ως προτεραιότητες την υλοποίηση δεσμεύσεων και μεταρρυθμίσεων, την ανάκτηση της αξιοπιστίας, τη διευκόλυνση του κοινωνικού σώματος να τα βγάλει πέρα. Αντ’ αυτού, η σημερινή κυβέρνηση συνεδριάζει επί ώρες για το τι –μη πραγματοποιήσιμο –θα αναγγείλει στη Θεσσαλονίκη. Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε τις συνέπειες.

Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος