Την περασμένη εβδομάδα τα βρετανικά πανεπιστήμια ανακοίνωσαν μια προσφορά θέσεων μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά: 424.000 τον αριθμό, κατά 3% περισσότερες σε σχέση με πέρυσι. Πρόκειται κατά τα φαινόμενα για θετική εξέλιξη, αφού ενθαρρύνει τους νέους να αναζητήσουν πανεπιστημιακή μόρφωση προκειμένου να έχουν καλύτερες εργασιακές προοπτικές. Αξίζει όμως τον κόπο; Χρειάζεται πράγματι ο κόσμος μας περισσότερους φοιτητές και περισσότερα πανεπιστήμια;

Στο υπό έκδοση βιβλίο του «Κατά της εκπαίδευσης», ο αμερικανός καθηγητής Οικονομικών Μπράιαν Κάπλαν υποστηρίζει ότι πολλοί φοιτητές δεν μαθαίνουν τίποτα σχετικό με τον χώρο εργασίας και, παρά ταύτα, ανταμείβονται με καλύτερες καριέρες από εκείνους που δεν έχουν σπουδάσει. Για ποιον λόγο; Επειδή οι εργοδότες μην μπορώντας συχνά να κρίνουν αν ένας υποψήφιος είναι έξυπνος και επιμελής, κοιτάζουν αν έχει σπουδάσει λατινικά. Μπορεί λοιπόν τα λατινικά (ή τα αρχαία ελληνικά) να είναι άχρηστα και ακριβά, αποτελούν όμως μια αναγκαία επένδυση. Ο συγγραφέας επισημαίνει εδώ ένα παράδοξο: τα πτυχία κάνουν τους εργοδότες να πληρώνουν υψηλότερους μισθούς σε έξυπνους εργαζομένους και χαμηλότερους μισθούς σε όλους τους άλλους. Για να εξασφαλίσουν αυτούς τους μισθούς, οι έξυπνοι νέοι πρέπει να δαπανήσουν χρόνο και χρήμα για να αποκτήσουν ένα πτυχίο. Ισως λοιπόν να ήταν όλοι σε καλύτερη θέση αν η βιομηχανία της εκπαίδευσης εγκαταλειπόταν.

Το γεγονός της εβδομάδας στην Ελλάδα ήταν χωρίς αμφιβολία η ανακοίνωση των βάσεων. Ετσι συμβαίνει κάθε χρόνο. Χιλιάδες παιδιά, μαζί με τους γονείς τους, περνούν ώρες αγωνίας μέχρι να διαπιστώσουν αν πέτυχαν στη σχολή που κατά κανόνα επέλεξαν για να τους εξασφαλίσει ένα σίγουρο μέλλον. Τίποτα δεν είναι λιγότερο σίγουρο. Αλλά μικρή σημασία έχει: ο μύθος είναι ισχυρός, το φοιτητικό στάτους προσφέρει κύρος, οι πιθανότητες κοινωνικής αναγνώρισης είναι αυξημένες. Μέρος της ετήσιας τελετουργίας είναι και οι δηλώσεις του εκάστοτε υπουργού Παιδείας, που αφού συγχαρεί τους επιτυχόντες δηλώνει πως το σύστημα έχει φτάσει στα όριά του και πρέπει να αλλάξει.

Οι αλλαγές που έγιναν από την παρούσα κυβέρνηση –κατάργηση της τράπεζας θεμάτων, μη συνυπολογισμός των βαθμών της Α’ και της Β’ Λυκείου για την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση –μάλλον κακό έκαναν. Ισως να απαιτούνται λοιπόν πιο φιλόδοξα βήματα. Μιλώντας τον περασμένο μήνα στη Βαρκελώνη, ο πρώην καθηγητής στο Γέιλ Ρότζερ Σανκ υποστήριξε ότι ο Θερβάντες και ο Σαίξπηρ δεν βοηθούν κάποιον να βρει δουλειά. Και ότι η άλγεβρα είναι κάτι σαν τη θρησκεία: όχι μόνο άχρηστη, αλλά και παραπλανητική. Η συμβουλή του λοιπόν στα πανεπιστήμια είναι να καταργήσουν τα περιττά μαθήματα και να στηριχθούν στο learning by doing (μαθαίνουμε κάνοντας). Και η συμβουλή του σε έναν 18χρονο είναι να αξιοποιήσει τον χρόνο πριν από το πανεπιστήμιο για να ανακαλύψει όσα το εκπαιδευτικό σύστημα δεν του επέτρεψε να ανακαλύψει: ποιος είναι και τι του αρέσει. Υστερα έχει όλο τον καιρό για να σπουδάσει.

Ετσι κι αλλιώς, είναι πιο πιθανό ο επόμενος Αϊνστάιν να είναι παιδί του Διαδικτύου παρά του Χάρβαρντ.