Ο τίτλος της σημερινής επιφυλλίδας είναι ενδεικτικά παραπεμπτικός και συμβολικός μιας παγκοσμιοποιημένης στις μέρες μας καλλιτεχνικής χειρουργικής που σκοπό έχει να στερήσει από ένα έργο τέχνης την επαναστατική του ορμή, τη γοητεία του, την ερωτική του διάθεση και την ανατρεπτική του φιλοσοφία.

Στις μέρες μας αυτό το φαινόμενο έχει πάρει τη μορφή χιονοστιβάδας, βρίσκει πρόθυμους συνεργούς και εξασφαλίζει χορηγούς όχι μόνο στη χρηματοδότησή του αλλά και στη διάδοσή του μέσω κριτικών, δημοσιογραφικών και συντεχνιακών πρακτόρων.

Η διαδικασία αυτή άλλοτε λειτουργεί ως αφαίρεση από ένα έργο τέχνης της ιδεολογίας του, του ήθους του, του ύφους του, αλλά και του ειδολογικού του προγράμματος και άλλοτε επιχειρεί να αλλοιώσει τα βασικά του εκ γενετής γνωρίσματα και το σχέδιο του δημιουργού του, τροποποιώντας προς το προκλητικότερο, επαναστατικότερο (;), χυδαιότερο, ανηθικότερο και βιαιότερο την επίδρασή του στο κοινό.

Η τρέχουσα μόδα χαρακτηρίζει αυτές τις επεμβατικές τεχνικές σ’ ένα έργο τέχνης πείραγμα και τα αποτελέσματα έργα πειραγμένα. Με τον καιρό όμως έχει γίνει συνείδηση πως τα έργα δεν κουβαλούσαν καμιά εκ γενετής τους παθογένεια και δεν ήταν σε καμιά περίπτωση «ζαβά», αλλά πειραγμένοι με τη λαϊκότερη χαρακτηριστική παράδοση του όρου ήταν οι επεμβατικοί καλλιτέχνες (εικαστικοί, λογοτέχνες, χορογράφοι, αρχιτέκτονες, σκηνοθέτες κ.λπ.) που, αποδεδειγμένα ανίκανοι να δημιουργήσουν πρωτότυπα έργα, να φωτίσουν νέες άγνωστες πλευρές παλιών έργων, να εξάρουν λανθάνουσες υφές, δομές, αναλογίες, χαρακτήρες, ρυθμούς, καταφεύγουν σε μια χειρουργική τύπου Φράνκενσταϊν ή ακόμη και χιτλερικών ή σταλινικών μεθόδων «ιατρικής»! Συνοπτικά, επιστρατεύονται η λοβοτομή, ο ευνουχισμός, η στείρωση, ο ακρωτηριασμός, η προσθετική και η πλαστική όλων των δυνατοτήτων, από την πλαστική παραμόρφωσης ώς την πλαστική αποκατάστασης βλαβών λόγω δυστυχημάτων, ασθενειών ή του γήρατος.

Η πλέον ήπια μορφή αυτών των επεμβάσεων συχνά δικαιολογήθηκε και από τους ιστορικούς της τέχνης και από την ανοχή του κοινού με το σκεπτικό του χιούμορ. Εξάλλου είναι πανάρχαιο εγχείρημα και έχει πλέον κλασική σφραγίδα η παρωδία: ο Αριστοφάνης παρωδεί τραγωδίες του Ευριπίδη (π.χ. την «Ελένη» στις «Θεσμοφοριάζουσες»), ο Λουκιανός παρωδεί τους «Πλατωνικούς διαλόγους», ο Σουίφτ τις αγορεύσεις των λόρδων στην Ανω Βουλή, ο Ψαθάς τους «σικελιανικούς» στίχους. Παρωδία έξοχη είναι η «Μήδεια» του Μποστ και οι «Σταυροφορίες» και το ύφος μεσαιωνικού χρονικού του Τσιφόρου.

Ολα αυτά είναι αξιολάτρευτα και τίμια! Διότι όλοι αυτοί οι ταλαντούχοι παρωδοί υπογράφουν τα έργα τους με τ’ όνομά τους. Αναλαμβάνουν την ευθύνη της «πλάκας» τους. Δεν πουλάνε Ευριπίδη, Σικελιάνο ή Πλάτωνα. Δεν αλλοιώνουν χωρίς τη συγκατάθεσή τους (όταν μάλιστα το «θύμα» είναι νεκρός) με πονηρές περιβολές τα πρωτότυπα κείμενα.

Οι αρχαίοι αλλά και άλλοι νεότεροι, λαϊκοί ή λόγιοι, μύθοι είναι διαθέσιμοι για παραποίηση, σάτιρα, ειρωνεία, κριτική, ανατροπή των δεδομένων τους. Γράψε κι εσύ έναν Οιδίποδα λιγούρη, φαύλο, νταβατζή της μάνας του, κλεπταποδόχο της εξουσίας. Ποιος σ’ εμποδίζει;

Βάλε τον να ζητιανεύει με τα μαύρα του γυαλιά πουλώντας λαχεία στην Ομόνοια. Ποιος σε κωλύει;

Εχεις τα κότσια να γράψεις για μια Μήδεια τρόφιμο πορνείων στη Βηρυτό; Μια Ηλέκτρα καθηλωμένη λόγω υστερίας στο ψυχιατρικό κρεβάτι; Τόλμησέ το.

Νιώθεις ικανός να γράψεις ένα έργο όπου η φυλακισμένη στη σοφίτα Στέλλα Βιολάντη βρίσκει τρόπο να εθιστεί στα ναρκωτικά αφού ο Χρηστάκης Ζαμάνης είναι ντίλερ; Δοκίμασε. Αλλά αφήστε ήσυχους τον Ευριπίδη, τον Σοφοκλή, τον Ξενόπουλο. Αν τα έργα τους δεν ικανοποιούν την ηθική, αισθητική, πολιτική, κοινωνική και θρησκευτική σας ιδεολογία, αφήστε να κοιμηθούν στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Ή αφήστε άλλους να ανιχνεύσουν στις ιδέες, στις συμπεριφορές των ηρώων τους, στις δομές της κοινωνίας και στα ένστικτα του καιρού τους ίχνη, κατάλοιπα και επιβιώματα στη δική μας εποχή και στις δικές μας κοινωνίες. Είναι ανέντιμο, αχρείο, όταν ένα κείμενο δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του κι ένας δημιουργός το τέκνο του, να βρίσκεσαι εσύ, ρεμπεσκέ αλητάμπουρα, να λογοκρίνεις την ποίηση του Αισχύλου και να αντικαθιστάς τους σεβαστούς γέροντες προύχοντες των Μυκηνών, που υποδέχονται τον Αγαμέμνονα προσπαθώντας να τον προϊδεάσουν για όσα τρομερά έχουν συμβεί στην απουσία του, με σκυλιά, σκυλάκια, που γαβγίζουν, αλυχτούν, κατουράνε το άρμα του βασιλιά και μερικά ενθουσιασμένα μαρκαλίζονται. Δεν φαντασιώνομαι, φίλοι αναγνώστες, περιγράφω παράσταση στην Επίδαυρο.

Με ποιο ηθικό, αισθητικό, νομικό εντέλει δικαίωμα αντικαθιστάς πάλι τα έρμα τα χορικά τού Αισχύλου στην «Ορέστεια» με ταγκό, φοξ τροτ, βαλσάκια; Περιγράφω γεγονότα! Με ποιο ηθικό δικαίωμα παραπλανάς ένα ευρείας μορφωτικής σύνθεσης κοινό (λαϊκών, ξένων, επιστημόνων, νέων και γηραιών) και χωρίς καμιά διαφοροποίηση προσθέτεις λάθρα στους «Πέρσες» του Αισχύλου εκατοντάδες στίχων ενός καθ’ όλα σεβαστού και αξιόλογου και σαφώς αμέτοχου μαρξιστή ανατολικογερμανού συγγραφέα; Το υποστήκαμε κι αυτό.

Ποιος δίνει το δικαίωμα σε κάποιον να εισπράττει εισιτήριο από ένα ανίδεο εν πολλοίς κοινό και να υπονομεύει την ποιητική, την πολιτική και την αισθητική βούληση του Αριστοφάνη; Οπως πρόσφατα έγραψα σ’ αυτές τις στήλες, ο Αριστοφάνης από ανάγκη πολιτικής βίας κατέφυγε στις ουτοπίες, αλλά ως μέγας και συνειδητός πολίτης κατόρθωσε να κλείσει το μάτι στους συμπολίτες του. Τους έπεισε πως οι ουτοπίες και άλλες φαντασιώσεις, οι πολιτικές ονειρώξεις, έχουν παντού –και τότε, και τώρα, και στο μέλλον –κακό τέλος. Η φιλόδοξη πολιτεία των πουλιών θα υποκύψει στη διαπλοκή, τη διαφθορά, την προπαγάνδα, τη ρητορεία και εντέλει στον ολοκληρωτισμό. Είναι δημόσιος διαστρεβλωτής της αλήθειας αυτής όποιος αφαιρεί από τον Αριστοφάνη την παθογένεια των ουτοπικών ψευδαισθήσεων και το τρομακτικό φινάλε της εγκατάστασης στην ουτοπική χώρα τυραννίδος με ηγέτη τον επαναστάτη της αρχής!..

Μα είναι εντέλει τόσο αδιάβαστοι ή εκτελούν σχέδιο συστηματικό χορηγικών ταμείων όσοι δεν αντιλαμβάνονται πως ο Αριστοφάνης δεν είναι μόνο μέγας λυρικός ποιητής αλλά πολιτικός, έστω συντηρητικός, τολμηρός αναλυτής και ΠΡΟΦΗΤΗΣ. Προαναγγέλλει πως η δημοκρατία του Κλεισθένη ενέχει την τυραννίδα των τριάκοντα, ο χριστιανισμός των ψαράδων της Γαλιλαίας την Ιερά Εξέταση, η Γαλλική Επανάσταση τον Ναπολέοντα τον Μεγάλο και τον Μικρό.

Η αμερικανική δημοκρατική ουτοπία τη Χιροσίμα και τον τρόμο. Η Ρωσική Επανάσταση τις δίκες της Μόσχας και τα γκουλάγκ.

Με ποιο δικαίωμα, κύριε, λοβοτομείς τον Αριστοφάνη και από βαθύ φιλόσοφο της Ιστορίας και δάσκαλο της ανθρωπότητας τον μετατρέπεις σε χαζοχαρούμενο ταξιδάκι αναψυχής του Θωμά στη Χαβάη; Είδαμε την Ηλέκτρα με δεμένα πόδια όπως δένουν τα βόδια. Είδαμε τον Αίαντα και τον Αγαμέμνονα με σταυρωτά φυσεκλίκια σαν τον Νταβέλη ή τον Βελουχιώτη. Είδαμε την Αγαύη των «Βακχών», τη μαινάδα φόνισσα του γιου της, μεθυσμένη να καταφιλάει λυσσασμένα με ρουφηχτά φιλιά την κορυφαία του Χορού. Είδαμε τον Κρέοντα του «Οιδίποδα» ξεφωνημένο γκέι.

Καιρός δεν είναι, φίλοι, να βάλουμε το δάχτυλο βαθιά στον φάρυγγα και να ξεράσουμε;