Οταν έμπαινε σε ξένο σπίτι, ο κύριος Κ. έκανε μόνο ένα: εντόπιζε τις εξόδους του σπιτιού πριν πέσει για ύπνο. Και όταν του έγινε η σχετική ερώτηση, απάντησε αμήχανα: «Πρόκειται για παλιά και ελεεινή συνήθεια. Απλώς είμαι υπέρμαχος του δικαίου και γι’ αυτό καλό είναι να μην έχει μόνο μία έξοδο το σπίτι μου».

Ο κύριος Κ. του Μπέρτολτ Μπρεχτ σίγουρα δεν είναι ο κ. Κοντονής. Θα μπορούσε όμως και να είναι.

Οταν ανέλαβε ο δικηγόρος που γεννήθηκε στον τόπο του Σολωμού το χαρτοφυλάκιο του αθλητισμού, γνώριζε καλά πως είναι ελεύθερος πολιορκημένος, όμως ουδέποτε σκέφτηκε την «έξοδο» του κυρίου Κ.

Εμεινε στο χαράκωμα και όπως όλα δείχνουν θα βγει αλώβητος και νικητής!

Πριν από τον κύριο Κ…οντονή κι άλλοι στάθηκαν έτοιμοι να πολεμήσουν για ό,τι θεωρούσαν παράλογο στο ελληνικό ποδόσφαιρο: ο Γιώργος Λιάνης, ο Ανδρέας Φούρας, ο Γιώργος Φλωρίδης, ο Γιώργος Ορφανός. Ολοι τους έπεσαν νικημένοι από το πολιτικό κόστος (κυρίως). Η ΕΠΟ και το μη δημοκρατικό εκλογικό της σύστημα, το οποίο άπαντες ευαγγελίζονταν να καταργήσουν, συνέχιζαν να προελαύνουν. Ισχυρή κι αδήωτη, η Ομοσπονδία του ποδοσφαίρου, οιστρηλατούμενη από την ισχύ των εκάστοτε ισχυρών προέδρων των μεγάλων ΠΑΕ, αλαζονικά κυβερνούσε.

Ο αυτοκρατορικός Γκαγκάτσης, ο τίμιος Αλημίσης, ο υποτονικός Πιλάβιος, ο κύριος τίποτα Σαρρής και ο «νεκροπομπός» Γκιρτζίκης, όλοι τους πλην του τελευταίου ύψωσαν τη σημαία του νικητή στη διαμάχη τους με την πολιτεία.

Ο τελευταίος «έπεσε» σε υπουργό που δεν λογάριασε το πολιτικό κόστος, αλλά και σε κυβέρνηση που, κακά τα ψέματα, δεν είχε σχέση εξάρτησης με το ποδόσφαιρο· και εκεί ήταν που είδε τα «στρατεύματά του» να υποχωρούν.

Σοβαροί και ηλίθιοι, μορφωμένοι κι αναλφάβητοι, επιστήμονες κι οικοδόμοι, επώνυμοι κι ανώνυμοι, τις τελευταίες μέρες, τα τεκταινόμενα στον ποδοσφαιρικό χώρο συζητούν, όταν πάρουν τις ανάσες τους από τα των τηλεοπτικών αδειών και τον οργουελικό τρόπο δημοπράτησής τους. Και στα ποδοσφαιρικά ο Σταύρος Κοντονής πρωταγωνιστεί με την επιμονή, την αδιαλλαξία, τη μαχητικότητα και τον τρόπο με τον οποίο ξιφούλκησε κατά της ΕΠΟ και του προέδρου της. Το πρωτάθλημα δεν έχει ακόμη αρχίσει, η Εθνική Ποδοσφαίρου δεν είναι η ομάδα που μάζευε κόσμο στο Φάληρο και γέμιζαν τα ταμεία της Ομοσπονδίας, οι φίλαθλοι έχουν γυρίσει την πλάτη στα γήπεδα, το θέαμα που (θα) προσφέρουν οι ελληνικές ομάδες συγκρίνεται με καρτούν του (πάλαι ποτέ) ανατολικού μπλοκ και η ΕΠΟ ψυχορραγεί διασωληνωμένη. Σε τούτο το τοπίο, το σκληρό σαν τη σιωπή, της διαπλοκής και της παρανομίας, οι εκπρόσωποι της πολιτείας στο παρελθόν ακολούθησαν το δρόμο τον βατό της υποχώρησης και απόλαυσαν ατάραχοι τον ύπνο τους. Και στον τόπο όπου το σύνηθες και το αυτονόητο αποτελούν ειδήσεις, όπως για παράδειγμα όταν χιονίσει τον χειμώνα ή όταν έχει καύσωνα το καλοκαίρι, η υπέρ του δικαίου εμμονή του Κοντονή έγινε κι αυτή είδηση. Κι όλοι όσοι στην αρχή τον λοιδορούσαν («Ουάου, νίκησες τη διαπλοκή») τώρα απλά σιωπούν εκκωφαντικά. Εμείς περιμένουμε το τέλος. Αλλωστε κάθε άνθρωπος περπατά χωρίς να ξέρει αν άρχισε, ή αν τέλειωσε, αν θα δικάσει ή αν θα δικαστεί, αν θα αποδράσει, αν έχει διαφύγει· δεν ξέρει…