Αμετάβλητη διατήρησε χθες τη νομισματική της πολιτική η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με τον πρόεδρό της Μάριο Ντράγκι όμως να αφήνει ανοικτή την πόρτα για επέκταση της ποσοτικής χαλάρωσης και μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος. Ο Σούπερ Μάριο, όπως είναι γνωστός ο πανίσχυρος πρόεδρος της ΕΚΤ, δεν παρέλειψε να προειδοποιήσει ακόμη μία φορά τις κυβερνήσεις των 19 χωρών της ευρωζώνης να κάνουν περισσότερα για την τόνωση της ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ, ώστε να αυξηθεί ο πληθωρισμός και να υπάρξει ισχυρότερη ανάπτυξη.

Η ΕΚΤ επιβεβαίωσε ότι το τρέχον πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης των 80 δισ. ευρώ τον μήνα θα συνεχιστεί μέχρι το τέλος του Μαρτίου 2017 ή και μετά το χρονικό αυτό διάστημα εάν κριθεί απαραίτητο. Μετά την ανακοίνωση της ΕΚΤ, το ευρώ σκαρφάλωσε στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων εβδομάδων έναντι του δολαρίου. Η ισοτιμία του ενιαίου νομίσματος διαμορφώθηκε στα 1,1319 δολάρια.

Ο Ντράγκι θέλησε να αφήσει ανοικτή την πόρτα για νέα αλλαγή της νομισματικής πολιτικής της τράπεζας καθώς οι προβλέψεις για ανάπτυξη και πληθωρισμό εξακολουθούν να είναι αναιμικές. Ειδικότερα, η τράπεζα υποβάθμισε τις προβλέψεις της για ανάπτυξη το 2017 στο 1,6% από 1,7% που ήταν προηγουμένως. Η υποβάθμιση αυτή οφείλεται μεταξύ άλλων στους νέους κινδύνους που δημιουργούνται μετά την απόφαση της Βρετανίας να εγκαταλείψει την Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως εξήγησε ο Μάριο Ντράγκι. Ο πληθωρισμός φέτος αναμένεται να διαμορφωθεί σε μόλις 0,2%, πολύ πιο κάτω από τον στόχο του 2% που θέτει η ΕΚΤ. Αύξηση του πληθωρισμού στα επίπεδα του 1,2% αναμένεται για του χρόνου. Ο χαμηλός πληθωρισμός αποδίδεται στη χαμηλή ανάπτυξη και την ανεργία που εξακολουθεί να παραμένει σε υψηλά επίπεδα στις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Ο Ντράγκι βρήκε ακόμη μία φορά την ευκαιρία να καλέσει τις κυβερνήσεις να εφαρμόσουν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με στόχο να επιτευχθεί μεγαλύτερη ανάπτυξη και να μειωθεί η ανεργία που αποτελεί μεγάλη πληγή για τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Μέχρι τώρα οι εκκλήσεις Ντράγκι δεν έχουν ληφθεί υπόψη από την ευρωπαϊκή υπερδύναμη, τη Γερμανία, που εξακολουθεί να επικεντρώνει την προσοχή της στη μείωση των ελλειμμάτων.