Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση στα σχολεία είναι συχνά αρνητική, σεξιστική και εκτός πραγματικότητας, ενώ διδάσκεται από ελλιπώς εκπαιδευμένους και γεμάτους αναστολές δασκάλους, σύμφωνα με μία νέα διεθνή μελέτη.

Το επακόλουθο είναι να μην καλύπτει τις ανάγκες και τις ανησυχίες των νέων, με συνέπεια να αποτυγχάνει στον πρωταρχικό στόχο της: την διαφύλαξη της υγείας και της ευεξίας τους, γράφουν οι ερευνητές στην επιθεώρηση «BMJ Open».

Τα συμπεράσματα αυτά βασίζονται σε 55 ποιοτικές μελέτες που εξέτασαν τις απόψεις και τις εμπειρίες των νέων οι οποίοι έκαναν μαθήματα για το σεξ και τις σχέσεις στη Βρετανία, την Ιρλανδία, τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, τον Καναδά, την Ιαπωνία, το Ιράν, τη Βραζιλία και τη Σουηδία μεταξύ 1990 και 2015.

Οι περισσότεροι από τους νέους είχαν ηλικία 12 έως 18 ετών.

Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, παρότι οι νέοι προέρχονταν από εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους κουλτούρες οι απόψεις τους για τη χρησιμότητα των μαθημάτων αυτών ήταν εκπληκτικά όμοιες.

Η πρώτη και κυριότερη ένστασή τους ήταν ότι το μάθημα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης γινόταν όπως όλα τα άλλα.

Στις μικτές τάξεις αυτό σήμαινε ότι τα μεν αγόρια συχνά παρίσταναν τους έμπειρους στο θέμα στο σεξ γιατί ντρέπονταν να παραδεχτούν την απειρία τους, ενώ τα κορίτσια συχνά ντρέπονταν επειδή νόμιζαν ότι τα αγόρια τις κορόιδευαν και τις επέκριναν.

Στο πλαίσιο του «είναι ένα μάθημα όπως όλα», οι νέοι διαμαρτυρήθηκαν ότι το σεξ παρουσιαζόταν με υπερβολικά «στεγνό» επιστημονικό τρόπο, ο οποίος αγνοούσε την ερωτική επιθυμία και την απόλαυση, ενώ πολλές φορές ένιωθαν ότι το σεξ παρουσιαζόταν σαν ένα πρόβλημα που έπρεπε να επιλυθεί.

Τα στερεότυπα επίσης ήταν συνηθισμένα: οι γυναίκες συνήθως παρουσιάζονταν ως παθητικές παρουσίες στη διάρκεια του σεξ, οι άνδρες περίπου ως… αρπακτικά, ενώ οι αναφορές στο ομοφυλόφιλο ή στο αμφιφυλόφιλο σεξ, καθώς και στο σεξ με τρανσέξουαλ, ήταν από ελάχιστες έως καμία.

Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα των μαθημάτων ήταν ότι τα σχολεία αρνιόντουσαν να δεχτούν ότι πολλοί μαθητές ήταν ήδη σεξουαλικώς ενεργοί.

Αυτό είχε ως συνέπεια αφ’ ενός το περιεχόμενο των μαθημάτων να είναι εκτός πραγματικότητας για τους συγκεκριμένους νέους, αφ’ ετέρου να μην γίνονται συζητήσεις για θέματα που τους ενδιέφεραν.

Συνολικά, οι μαθητές σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου ένιωθαν ότι τα μαθήματα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στα σχολεία έδιναν υπερβολικά μεγάλη βαρύτητα στην αποχή από το σεξ και στην ηθικολογία, ενώ πολλοί πίστευαν ότι γίνονταν πολύ αργά στη ζωή τους αφού ήδη είχαν αρχίσει να κάνουν σεξ.

Επιπλέον, δεν απαντούσαν σε ουσιώδη για τους νέους πρακτικά ζητήματα, όπως τι να κάνουν σε περίπτωση εγκυμοσύνης, τα υπέρ και τα κατά των διαφόρων μεθόδων αντισύλληψης ή τα συναισθήματα που συνοδεύουν τις σεξουαλικές σχέσεις.

«Τα σχολεία πρέπει να αποδεχτούν το σεξ ως ένα ειδικό θέμα με μοναδικές απαιτήσεις και τη σεξουαλική δραστηριότητα των νέων ως υπαρκτό φαινόμενο, ειδάλλως θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν προβλήματα με τα μαθήματα για το σεξ και τις ερωτικές σχέσεις και να μειώνονται οι ευκαιρίες για διαφύλαξη και βελτίωση της σεξουαλικής υγείας των νέων», σημειώνουν οι ερευνητές στο άρθρο τους.

Την όλη έρευνα πραγματοποίησε ερευνητική ομάδα υπό την δρα Πανδώρα Πάουντ,ερευνήτρια στη Σχολή Κοινωνικής & Κοινοτικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ.