Ενας από τους μεγαλύτερους ομίλους παγκοσμίως στον κλάδο των χημικών και των αγροτικών προϊόντων, της αγροτοεφοδιαστικής, δημιουργείται μετά το μέγα ντιλ των 57 δισ. δολαρίων μεταξύ της γερμανικής Bayer και της αμερικανικής Monsanto. Αν μάλιστα συνυπολογιστεί το χρέος των εταιρειών, τότε το συνολικό ύψος του ντιλ φτάνει τα 66 δισ. δολάρια.

Η συμφωνία έκλεισε χθες αφού η γερμανική εταιρεία αύξησε την προσφορά της για τρίτη συνεχή φορά, βάζοντας τέλος σε μήνες έντονων διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο πλευρών. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη συμφωνία που έχει κλείσει παγκοσμίως και προβλέπει μόνο την καταβολή μετρητών.

Με το ντιλ αυτό δημιουργείται ένας νέος όμιλος ο οποίος θα ελέγχει άνω του 25% της παγκόσμιας αγοράς σπόρων και φυτοφαρμάκων.

Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι οι αρμόδιες εποπτικές Αρχές σε Ευρώπη και ΗΠΑ θα βάλουν τώρα στο μικροσκόπιο τη συμφωνία για να ελέγξουν αν με την ολοκλήρωσή της υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθεί μονοπώλιο. Μπορεί μάλιστα να αναγκάσουν μία ή και τις δύο εταιρείες να προχωρήσουν σε πωλήσεις στοιχείων ενεργητικού.

Επίσης ορισμένοι μέτοχοι της Bayer έχουν εκφράσει έντονες ανησυχίες για την εξαγορά της Monsanto επειδή θεωρούν ότι υπάρχει κίνδυνος να παραμεληθούν άλλες δραστηριότητες της γερμανικής εταιρείας, κυρίως η παραγωγή φαρμάκων, καθώς η Bayer είναι μια από τις μεγαλύτερες φαρμακοβιομηχανίες.

Ιθύνων νους πίσω από την εξαγορά είναι ο διευθύνων σύμβουλος της Bayer Βέρνερ Μπάουμαν, ο οποίος έκανε κάθε προσπάθεια για να πείσει τους επενδυτές ότι με το ντιλ θα βγουν ωφελημένες και οι δύο πλευρές.

Πρόκειται για ακόμη ένα επεισόδιο στη σειρά συμφωνιών που έχουν κλείσει το τελευταίο διάστημα στον κλάδο, καθώς εταιρείες όπως η Syngenta, η Dow Chemical και η DuPont έχουν προχωρήσει σε συνεργασίες για να ενισχύσουν τη θέση τους στην αγορά των γεωργικών προϊόντων.

Οι εταιρείες που παράγουν γεωργικά προϊόντα έχουν δεχθεί το τελευταίο διάστημα ισχυρές πιέσεις καθώς σε παγκόσμιο επίπεδο οι γεωργοί βλέπουν τις τιμές των σοδειών τους να μειώνονται. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μειώνουν τις δαπάνες αναγκάζοντας τις εταιρείες που παράγουν σπόρους, φυτοφάρμακα, λιπάσματα αλλά και μηχανήματα όπως τρακτέρ να προχωρούν με τη σειρά τους σε περικοπές δαπανών και απολύσεις προσωπικού.