Tης Δικαιοσύνης ήλιε νοητέ που έλεγε κι ο ποιητής –ίσως γιατί αυτός κρύβεται από τα πυκνά νέφη των κυβερνητικών επιδιώξεων. Οι κυβερνώντες δεν είναι οι πρώτοι –εν Ελλάδι ή παγκοσμίως –που επιχειρούν να υποτάξουν τους δικαστές στα σχέδιά τους. Αυτό έχει γίνει κι έχει ξαναγίνει –και ποτέ δεν έχει πετύχει. Απλώς έχει ταλαιπωρήσει πρόσωπα και διαδικασίες –τόσο σε φάσεις προδικασίας όσο και στο ακροατήριο.

Οι κυβερνώντες είναι όμως οι πρώτοι που το επιχειρούν αυτό ανοιχτά. Δηλαδή που το έχουν εντάξει στην πολιτική τους ρητορική. Το λένε. Η δικαστική κρίση προεξοφλείται σε ανοιχτές υποθέσεις, με τρόπο που να συνιστά θεσμική ανορθογραφία και να δημιουργεί ερωτηματικά. Είναι οι άνθρωποι τόσο ναΐφ μέσα στη δίψα τους για επιβολή που δεν ξέρουν τίποτε για τη διάκριση των εξουσιών; Ή, τέλος πάντων, είναι η αντίληψή τους για τα θεσμικά ατελής σαν τα αγγλικά τους που, έστω, αυτά βελτιώθηκαν στην πορεία; Ή μήπως δεν τους απασχολεί τίποτε, τα ποδοπατούν όλα σε κοινή θέα, θέλοντας να δημιουργήσουν εντυπώσεις στην κοινή γνώμη και να περάσουν το μήνυμά τους στους λειτουργούς της Θέμιδος για το πώς πρέπει να δικάσουν την τάδε ή τη δείνα υπόθεση; Μάλιστα, οι δημόσιες παρεμβάσεις αφορούν δικαστήρια όλων των βαθμίδων –ακόμη και κορυφαία δικαιοδοτικά όργανα.

Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση –ή μάλλον κινδυνεύει να χαθεί στη μαύρη τρύπα που πάει να ανοίξει στο κέντρο της δικαιοκρατίας. Η αντίληψη των κυβερνώντων για τους δικαστές και τα δικαστήρια είναι απλοϊκά ωμή. Είναι επίσης ένδειξη της προσπάθειάς τους να υπερβούν τα όρια της εξουσίας τους εμπλέκοντας τη Δικαιοσύνη σε ακραίες πολιτικές μεθοδεύσεις. Κάτι που διαβάζεται και ανάποδα: η εξουσία τους έχει όρια που η αυθαιρεσία δεν μπορεί να διαπεράσει. Αυτό τους δημιουργεί πίεση. Και γι’ αυτό πιέζουν δημοσίως το δικαστικό σώμα. Εκτιθέμενοι.