Χώνε. Χώνε, μη μασάς. ΑΕΕΕΡΑΑΑ. Είσαι ντόμπρος. Καθαρός. Δεν είσαι δήθεν. Είσαι αυθεντικός. Αρχοντας.

Αρχοντας είναι βέβαια ο Πολάκης. Και το «άρχοντας» είναι μάλλον από τους πιο μετριοπαθείς επαίνους που τού επιδαψιλεύει στο facebook το κοινό του.

Πρόκειται για ένα κοινό που δεν θα το συναντήσουν ποτέ όσοι νιώθουν αισθητική και πολιτική απέχθεια για τον Πολάκη. Υπάρχει –δικτυώνεται, βρίζει και εκτονώνεται –έξω από τον κύκλο των ψηφιακών τους συναναστροφών. Μιλάει άλλη γλώσσα.

Το κοινό του Πολάκη υπάρχει πίσω από τον φράκτη. Η κοινή γνώμη δεν είναι πια κοινή. Χωρίζεται σε επιμέρους σφαίρες οι οποίες επικοινωνούν ολοένα και λιγότερο μεταξύ τους. Ο κατακερματισμός αυτός δεν είναι βέβαια ελληνική ιδιαιτερότητα.

Οι θεωρητικοί της ψηφιακής εποχής το ονομάζουν –και το εξηγούν στον τελευταίο «Economist» –«ομοφιλική διαλογή». Τα κοινωνικά δίκτυα οδηγούν στη διαίρεση των χρηστών σε ομοιογενή υποσύνολα. Σε σχεδόν στεγανές και πολιτικά μονόχρωμες κοινότητες. Η ίδια η δομή των νέων μέσων κατευθύνει αυτή την ταξινόμηση. Υποθάλπει την επικοινωνία μόνο μεταξύ ομοίων.

Αν έχει αξία αυτή η χαρτογράφηση είναι γιατί προσδιορίζει και την πολιτική χρησιμότητα του Πολάκη. Απαντά στο ερώτημα «γιατί δεν τον μαζεύουν». Γιατί δυσκολεύονται τόσο πολύ να αρθρώσουν έστω και μια συλλαβή ήπιας αποδοκιμασίας –αν όχι για τις απόψεις του, τουλάχιστον για τον τρόπο του;

Στο φατριασμένο σώμα της ψηφιακής δημοκρατίας ο Πολάκης έχει προδιαγραφές φυλάρχου. Το υπόδειγμά του δικαιώνει τα συναισθήματα μιας μερίδας του εκλογικού σώματος που μπορεί, ας πούμε, να αλλάζει κανάλι όταν παίζουν ειδήσεις, να έχει κατεβάσει τα ρολά στα «συστημικά» media, να κλείνει τα τηλέφωνα στους δημοσκόπους, αλλά καταναλώνει ό,τι εξοκέλλει στην οθόνη του υπολογιστή της. Αλλά μπορεί να είναι online στις δύο το πρωί, διψασμένη για τη νωπή ανάρτηση του Πολάκη.

Το θέμα δεν είναι γιατί δεν τον μαζεύουν. Το θέμα είναι ότι αν δεν υπήρχε ο Πολάκης θα έπρεπε να τον φτιάξουν. Οτι θα έπρεπε να αμολήσουν και άλλους Πολάκηδες αν θέλουν να κρατήσουν την επαφή τους με αυτό το κοινό –το οποίο σε μεγάλο βαθμό οι ίδιοι διαπαιδαγώγησαν.

Αλλωστε, αν ξεπεράσει κανείς το ύφος, η πρώτη ύλη του Πολάκη δεν είναι πρωτότυπη. Μίσος για τους δημοσιογράφους. Μίσος για το «σύστημα» και τους πολιτικούς αντιπάλους. Μίσος ταξικό. Ενα λουτρό λάσπης και χολής, από την ανατροφοδότηση του οποίου η κυβέρνηση έχει φτάσει να εξαρτά την επιβίωσή της.

Ο,τι λέει ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας δεν το λέει πρώτος. Απλώς εκείνος το κλιμακώνει φραστικά σε έναν άγριο υπερθετικό προσαρμοσμένο στο ακροατήριό του. Κουβαλάει την κυβερνητική γραμμή σε πεδία που το Μαξίμου, υποχρεωμένο να τηρεί κάπως τα προσχήματα, δεν μπορεί να προσπελάσει.

Ο Πολάκης είναι ο Παππάς των φτωχών.