Πέτυχα στο ζάπινγκ τη Μαντάμ Σουσού, με την Αννα Παναγιωτοπούλου. Ξαναβλέποντάς τη συνειδητοποίησα ότι αυτός ο χαρακτήρας του Δημήτρη Ψαθά αν πριν από 30 χρόνια που προβλήθηκε η σειρά φαινόταν γραφικός και περιθωριακός, σήμερα προσδιορίζει έναν ανθρωπότυπο και μια νοοτροπία που τείνει να γίνει κυρίαρχη τάση. Ενας νεοεπαρχιωτισμός (ανεξαρτήτως γεωγραφικής καταγωγής) που κορδώνεται τόσο στη φυσική πραγματικότητα της ζωής όσο και στην εικονική του Διαδικτύου. Αλλοτε μεταμφιεσμένος σε 2016 και άλλοτε με ίδιο και απαράλλαχτο το κοστούμι της ηρωίδας που σκάρωσε ο συγγραφέας το 1948. Για παράδειγμα, η μαντάμ Σουσού θα ενθουσιαζόταν αν ήξερε ότι θα αποκαλούσαν Αθηναϊκή Ριβιέρα την ακτογραμμή από το Φάληρο μέχρι τη Βάρκιζα. Θα κυνηγούσε τους διασήμους για σέλφι ακόμη και σε τουαλέτες εστιατορίων, ποζάροντας σαν να φωτογραφίζονται εκείνοι μαζί της και όχι εκείνη μαζί τους. Και θα χτυπούσε αλλεπάλληλα likes σε αυτούς που γράφουν, άνευ προφανούς λόγου, αγγλικά στο facebook. Mood of the day, Gorgeous dinner και τέτοια. Πού πα’ ρε Καραμήτρο που έκανες κοπάνα από τα αγγλικά του Στρατηγάκη και τώρα, χωρίς OMG, δεν αφομοιώνεις την έκπληξη;

Για τέτοιας ποιότητας επαρχιωτισμό μιλάω. Οχι εκείνον της παλαιάς κοπής που ενσωμάτωνετο φιλότιμο, αλλά αυτόν που βρίσκεται στον αντίποδα του κοσμοπολιτισμού. Διότι αν ο κοσμοπολίτης αυτοπροσδιορίζεται ως πολίτης του κόσμου, ο νεοεπαρχιώτης (που μπορεί να έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στην Αθήνα) θεωρεί όλον τον κόσμο πελάτη του δικού του μικρόκοσμου.

Τα παραδείγματα αφορούν την ανάλαφρη εκδοχή του φαινομένου. Ακόμη και αν βγουν εκτός των ορίων της αυτογελοιοποίησης, κακό σε άλλον δεν κάνουν. Βαρύ σύμπτωμα έχουμε όταν αυτή η συμπλεγματική νοοτροπία διαπερνά τις κυβερνητικές συμπεριφορές. Οταν στρώνεται ως και κόκκινο χαλί για να περπατήσει ο Πρωθυπουργός μέχρι το μαχητικό αεροπλάνο που τον μετέφερε στη φλεγόμενη Θάσο. Μα στις πυρκαγιές με κόκκινο χαλί; Ως τι; Για να ταιριάζει ως χρώμα; Ψαθά, ακούς;

Αυτόν τον επαρχιώτικο σουσουδισμό δεν χρειάζεται να σκάψεις πολύ για τον ανακαλύψεις κάτω από τα πλασαρίσματα και τις δηλώσεις των κυβερνητικών στελεχών. Πολύ συχνά και των οπαδών τους. Από τις πόζες του κυρίου Κατρούγκαλου (ακόμη και όταν δεν σηκώνεται στις μύτες των ποδιών ώστε να μη φαίνεται πιο κοντός από το υπόλοιπο Υπουργικό Συμβούλιο) μέχρι τον στομφώδη λόγο των βουλευτών της συμπολίτευσης. Από τον τρόπο που ο Πρωθυπουργός δολοφονεί ανελέητα τις ξένες γλώσσες, αρχαίες και νέες, με επιτηδευμένη προφορά και παχύ «sh», μέχρι το άρπαγμα της κυρίας Γεροβασίλη με τα κανάλια γιατί δεν διέκοψαν το πρόγραμμά τους για να μεταδώσουν τη Σύνοδο του Νότου. Μια τυπική συνάντηση αρχηγών δηλαδή, χωρίς ουσιαστικό και άμεσο πολιτικό αντίκρισμα. Σε καθημερινή προβολή, σαν συνεστίαση τοπικού συλλόγου στην οποία δίνονται διαστάσεις εθνικής Πρωτοχρονιάς. Ή σαν να ήρθαν οι συμπέθεροι από το Παρίσι και δεν ανοίξαμε τα παράθυρα να μάθει η γειτονιά τα χαϊλίκια μας. Μεταξύ σοβαρού και αστείου, την επόμενη φορά που ο κύριος Τσίπρας ενοχληθεί από ερώτηση δημοσιογράφου υπό απόλυση μην του ξεφύγει και κανένα «Σιλάνς πτωχή!».

Με τούτα και με κείνα, ακόμη και όταν η κυβέρνηση δρα απειλητικά για τη δημοκρατία, στο τέλος της ημέρας επιπλέει η φαιδρότητα. Και αν ο συνδυασμός αυταρχισμού και φαιδρότητας σας θυμίζει κάτι, εγώ δεν ξέρω τίποτα.