Ο Ντέιβιντ Κάμερον έλαβε αυτή την εβδομάδα μια απροσδόκητη απόφαση. Ο άνθρωπος που οδήγησε τη χώρα του στο Brexit και στη συνέχεια παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία, εγκατέλειψε και τη βουλευτική ιδιότητα. Ανέλαβε έτσι με σαφήνεια και αξιοπρέπεια τις ευθύνες του.

Θα έπρεπε να τον ακολουθήσουν κι άλλοι, γράφει ο αρθρογράφος της «Le Monde» Αρνό Λεπαρμαντιέ. Συγκεκριμένα, δύο ηγέτες προκαλούν σήμερα πρόβλημα με την επιμονή τους να παραμένουν στις καρέκλες τους: ο ισπανός πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι και η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ.

Ο πρώτος θέλει να εξακολουθήσει να είναι πρωθυπουργός επειδή το κόμμα του ήρθε πρώτο στις εκλογές και η οικονομία επιτέλους ανακάμπτει. Δεν ακούει τις εκκλήσεις για ανανέωση της πολιτικής ζωής και παραγνωρίζει το γεγονός ότι το κόμμα του είναι αναμειγμένο σε σειρά σκανδάλων. Το τίμημα είναι η διεξαγωγή τριών εκλογικών αναμετρήσεων σε διάστημα ενός έτους.

Η δεύτερη, ένα μείγμα ευρωπαίας αυτοκράτειρας που απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τους υπηκόους της και επαρχιώτισσας πολιτικού, προσπαθεί με κάθε τρόπο να παραμείνει στην εξουσία παρότι έτσι διχάζει το κόμμα της και τροφοδοτεί τους λαϊκιστές. Γνωρίζει άλλωστε ότι η άνοδος του AfD ενισχύει τον στρατηγικό ρόλο του κόμματός της και ενδέχεται να της επιτρέψει να επανεκλεγεί. Υστερα από μια ένδοξη δεκαετία όμως, καλό θα είναι η γερμανίδα καγκελάριος να αποχωρήσει εγκαίρως. Αλλιώς θα καταλήξει σαν τον προκάτοχό της, τον Χέλμουτ Κολ, ο οποίος ύστερα από 16 χρόνια κυριαρχίας ηττήθηκε το 1998 από την Αριστερά και εξευτελίστηκε το 1999.

Οταν φεύγεις όμως, συνεχίζει ο γάλλος αρθρογράφος, πρέπει και να αντιστέκεσαι στον πειρασμό να επιστρέψεις. Ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν, που ηττήθηκε το 1981, αποχώρησε ουσιαστικά από την πολιτική 14 ολόκληρα χρόνια αργότερα. Ο Λιονέλ Ζοσπέν πάλι, που το 2002 υπέστη τον εξευτελισμό να αποκλειστεί από τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, προσπάθησε να επιστρέψει λίγα χρόνια αργότερα, αλλά τον εμπόδισε το φαινόμενο Σεγκολέν Ρουαγιάλ.

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ 2012. Κι έτσι φθάνουμε στο δίδυμο Σαρκοζί – Ολάντ. Ολες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι Γάλλοι δεν θέλουν την επανάληψη της μάχης του 2012. Αλλά εκείνοι επιμένουν. Ο καθένας έχει τους λόγους του. Ο πρώην πρόεδρος θέλει να ενώσει το κόμμα του. Ο νυν πρόεδρος πιστεύει στο άστρο του και θέλει να εμποδίσει τη διάσπαση της Αριστεράς. Και οι δύο ελπίζουν να επωφεληθούν από τον τριπολισμό που προκαλεί το Εθνικό Μέτωπο. Για να κερδίσουν την προεδρία, αρκεί να περάσουν στον δεύτερο γύρο. Με 25% στον πρώτο γύρο γίνεσαι πρόεδρος!

Το εκλογικό σώμα όμως συχνά εκδικείται, και όχι πάντα με τον καλύτερο τρόπο. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι βαρόνοι του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος σαρώθηκαν από την επέλαση του Ντόναλντ Τραμπ. Οσο για τη Χίλαρι Κλίντον, που επιβλήθηκε από το Δημοκρατικό Κόμμα ένα τέταρτο του αιώνα μετά τη νίκη του συζύγου της, είναι μια τόσο κακή υποψήφια που υπάρχει κίνδυνος να ρίξει την Αμερική στην αγκαλιά του Τραμπ.